Είναι ευρέως γνωστό ότι η θέση της γυναίκας καθώς και η σημασία της επηρεάζονται και ποικίλλουν ανάλογα με τον πολιτισμό, την παράδοση και τη θρησκεία που επικρατούν σε μια χώρα. Στις περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, η θέση της γυναίκας τυγχάνει σεβασμού τόσο από το κράτος όσο και από την ίδια την κοινωνία, καθώς και οι ίδιες οι “γυναίκες” αντιμετωπίζονται ως ανεξάρτητες και ξεχωριστές οντότητες από το αρσενικό μέλος της οικογένειας, με ίσα δικαιώματα στην εκπαίδευση, στον εργασιακό χώρο, στην υγεία και στην πολιτική. Δυστυχώς όμως, όταν οι χώρες της Μέσης Ανατολής έρχονται στο προσκήνιο, η θέση της “γυναίκας” φέρεται να διαφοροποιείται και να υποβαθμίζεται δραματικά, με έντονα φαινόμενα  έμφυλης βίας[1], σεξισμού και κοινωνικής ανισότητας να λαμβάνουν χωρά συστηματικά.  Τι είναι όμως αυτό που διαφοροποιεί τη θέση της γυναίκας στις χώρες αυτές, σε βαθμό που να καταστρατηγούνται ακόμη και βασικά ανθρώπινα δικαιώματα; Μπορεί η μουσουλμανική θρησκεία να αποτελεί παράγοντα έξαρσης αυτών των φαινομένων; Το άρθρο που ακολουθεί εξετάζει τη θέση των γυναικών στις χώρες της Μέσης Ανατολής και εστιάζει στην επιρροή του Ισλάμ στη  μεταχείριση των γυναικών από την κοινωνία και το κράτος.

Ιστορικά, υπήρξαν διάφορες διακυμάνσεις αναφορικά με τη θέση των γυναικών και τη μεταχείρισή τους στα κράτη της Μέσης Ανατολής. Στις αρχές του 20ού αιώνα, παρατηρήθηκε μια προσπάθεια καθιέρωσης ισότητας μεταξύ των δύο φύλων και οι γυναίκες φάνηκε να αποκτούν σταδιακά μια πιο ισότιμη θέση στη κοινωνία.[2] Ωστόσο, όλα αυτά ισοπεδώθηκαν από την Ιρανική επανάσταση που έλαβε χωρά το 1979[3], η οποία κατήργησε κάθε αλλαγή και κατέρριψε κάθε προσπάθεια ισότητας που είχε γίνει, δίνοντας αποκλειστική βάση στο Ισλάμ και επιβάλλοντας μουσουλμανικές αρχές τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τα δικαιώματα και την αυτονομία των γυναικών,[4]  καθώς το ίδιο το Ισλάμ συνίσταται από αρχές και πεποιθήσεις που τοποθετούν τη γυναίκα σε κατώτερη θέση από τον άνδρα. Σύμφωνα με το ιερό βιβλίο των Μουσουλμάνων (Κοράνι) οι γυναίκες «οφείλουσι να εκπληρώσι τα εαυτών καθήκοντα ώς αρμόζει, οι δε άνδρες να προσφέρωνται προς αυτάς μετά δικαιοσύνης, αλλ’ έχουσι την εαυτών εξουσίαν» (Η Βούς, 2:228). Κατά τη μουσουλμανική θρησκευτική παράδοση, ο Μωάμεθ είπε χαρακτηριστικά για τη στάση της γυναίκας προς τον σύζυγο της: «Αν είχα εξουσία για το προσκύνημα, θα έδινα εντολή να προσκυνά η γυναίκα τον άνδρα της.» Συνεπώς, κάθε σύζυγος είναι υποχρεωμένη να έχει στάση “προσοχής” απέναντι στον σύζυγο της και να τον υπακούει,. Δίχως την άδειά του, δεν μπορεί να πάρει καμία απόφαση, ούτε να έχει ελεύθερη επαγγελματική ζωή.[5] Ως εκ τούτου, η γυναίκα  στερείται ανεξαρτησίας και αυτονομίας, ούσα υποχείριο του συζύγου της. Συνεπώς, σε συνάρτηση με τα προαναφερθέντα, η ισότητα των φύλων είναι αδύνατο να επικρατήσει σε ένα πλήρως μουσουλμανικό καθεστώς και η ύπαρξη κοινωνικών ανισοτήτων είναι φυσικό επακόλουθο όπως επιβεβαιώνεται από τα παρακάτω γεγονότα.

Με την εγκαθίδρυση του μουσουλμανικού καθεστώτος, φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού, στέρησης της ελευθερίας του λόγου, βίας και δολοφονιών κατά των γυναικών άρχισαν να εμφανίζονται όλο και περισσότερο στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Σταδιακά εισήχθη η υποχρεωτική κάλυψη των γυναικείων χαρακτηριστικών με χιτζάμπ και τσαντόρ. Στις 8 Μαΐου 1980 εκτελέστηκε η Farrokhroo Parsa, η πρώτη γυναίκα  υπουργός του Ιράν. Περαιτέρω, το Σύνταγμα του 1979 εισήγαγε τον λιθοβολισμό μέχρι θανάτου ανδρών και γυναικών. Η συντριπτική πλειονότητα όσων καταδικάζονται σε λιθοβολισμό για μοιχεία είναι γυναίκες, καθώς δεν αντιμετωπίζονται ισότιμα από τα δικαστήρια, ενώ επανήλθε η πολυγαμία των ανδρών. Το χειρότερο όλων, ωστόσο, είναι η ίδρυση της Θρησκευτικής Αστυνομίας ή της Αστυνομίας των Ηθών, η οποία μέχρι προσφάτως υφίστανται και παραβίαζε κάθε ανθρώπινο δικαίωμα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα να αποτελεί η δολοφονία της Masha Amini, η οποία δολοφονήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2022 από τις ιρανικές αρχές λόγω των ισλαμικών πεποιθήσεων. Συγκεκριμένα, η νεαρή Μάσα συνελήφθη από τη θρησκευτική αστυνομία του Ιράν επειδή κάποιες τούφες από τα μαλλιά της έβγαιναν από το χιτζάμπ που φορούσε. Αφού συνελήφθη, σύρθηκε βίαια σε ένα βαν όπου δέχθηκε σωματική επίθεση, κάτι που συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια κράτησης της στο αστυνομικό τμήμα. Μόλις αφέθηκε ελεύθερη παραπονέθηκε ότι δεν αισθανόταν καλά και οδηγήθηκε στο νοσοκομείο όπου διαπιστώθηκε ότι ήταν εγκεφαλικά νεκρή και μια μέρα αργότερα έφυγε απ’ τη ζωή.[6]

Επιπλέον, το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στην πολιτική και κοινωνική ζωή, παραμένει αρκετά χαμηλό λόγω των επανειλημμένων διακρίσεων εις βάρος των γυναικών, οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στις κοινωνικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ειδικότερα, στις χώρες της Μέσης Ανατολής το ποσοστό των γυναικών συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό ανερχόταν στο 25%[7], γεγονός που αποδεικνύει τον κοινωνικό αποκλεισμό των γυναικών. Επιπρόσθετα, τεράστιο έλλειμμα παρατηρείται και στον τομέα της δικαιοσύνης. Μια γυναίκα στην Υεμένη δεν αναγνωρίζεται ως πλήρες πρόσωπο ενώπιον του δικαστηρίου. Η μαρτυρία, δηλαδή, δύο γυναικών ισοδυναμεί με τη μαρτυρία ενός ατόμου. Όσον αφορά την ασφάλεια των γυναικών στην Υεμένη, παρατηρούνται και εκεί τρωτά σημεία. Οι νομικές προστασίες για γυναίκες που υποφέρουν από ενδοοικογενειακή βία στην Υεμένη είναι πολύ περιορισμένες. Ενώ μια παντρεμένη γυναίκα μπορεί να αναφέρει πράξεις βίας εναντίον της, ένα φυσικό ίχνος της βίας πρέπει να είναι ορατό στο σώμα της.[8]

Η διασφάλιση και η προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών αποτελεί παγκόσμιο μέλημα και δεν πρέπει να παραβλέπετε όταν πρόκειται για χώρες εκτός του Δυτικού Κόσμου. Αξίζει να αναφερθεί ότι μέτρα για την αντιμετώπιση και εξάλειψη αυτών των φαινομένων μπορούν να ληφθούν τόσο σε διεθνές επίπεδο μέσω των διαφόρων διεθνών οργανισμών (ΜΚΟ, ΟΗΕ κ.λπ.) όσο και σε ατομικό επίπεδο με την αναμετάδοση μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης των καταπατήσεων που λαμβάνουν χώρα στη Μέση Ανατολή και συμβάλλοντας στην ανάπτυξη ευαισθητοποίησης γύρω από αυτό το ζήτημα.

Συντάκτης: Αικατερίνα Αληάδου

Πηγές: