Εκ πρώτης όψεως, θα λέγαμε με σιγουριά πως η γυναικεία στράτευση στις Ένοπλες Δυνάμεις δεν απασχολεί τον μέσο έλληνα πολίτη. Εάν ρωτούσαμε έναν απλό άνθρωπο να μας προτείνει ένα μέσο ενίσχυσης της εθνικής άμυνας, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα προέτασε την υπηρεσία των γυναικών ως την πλέον απαραίτητη. Το εν λόγω θέμα λίγες φορές έχει τεθεί στον δημόσιο διάλογο. Το 1998 με το νομοσχέδιο για την «Παλλαϊκή Άμυνα» – που ψηφίστηκε τελικώς μα δεν έχει ενεργοποιηθεί ουδέποτε – ξεκίνησαν συζητήσεις για την χρησιμότητα της κατάταξης των γυναικών στο στρατιωτικό δυναμικό της χώρας. Τα τελευταία χρόνια με την τουρκική επιθετικότητα να είναι περισσότερο εξόφθαλμη από ποτέ και δεδομένου ότι ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν προβλέπεται να ανασχεθεί, όσο κι αν μερικοί αφελώς ελπίζουν χάριν μιας ενδεχόμενης (;) επικράτησης της Αντιπολίτευσης στις επερχόμενες εκλογές του Μαΐου, είναι αλήθεια ότι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις οφείλουν όχι απλώς ηθικά για την υπεράσπιση της πατρίδας, αλλά και πρακτικά για την διαφύλαξη όσων αγαθών κατακτήσαμε με κόπο εν καιρώ ειρήνης, να είναι πανέτοιμες για την αποτροπή ή την αντιμετώπιση κινδύνων.

Σχετικά με την Παλλαϊκή Άμυνα, σκόπιμα δεν θα αναφερθούμε εκτενώς σε αυτή, παρά μόνο θα επισημάνουμε ότι νοείται ως η υποχρεωτική ενεργός συμμετοχή στην εθνική ασφάλεια όσων Ελλήνων και Ελληνίδων μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες για αυτήν, εκτός εκείνων που υπηρετούν ήδη. Κύρια αποστολή της είναι η Τοπική Άμυνα, η Πολιτική Άμυνα, καθώς και η γνωστή σε όλους μας πια Πολιτική Προστασία. Δεν ήταν λίγοι, λοιπόν, αυτοί που το 1998 με την κατάθεση του εν λόγω νομοσχεδίου στη Βουλή έσπευσαν να το καταδικάσουν απερίφραστα. Το ΚΚΕ, φερ’ ειπείν, την χαρακτήρισε ως μέτρο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής που υιοθετεί η χώρα ακολουθώντας πιστά τις εντολές του ΝΑΤΟ, που αποσκοπεί στην στρατιωτικοποίηση της κοινωνίας, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης εις βάρος του λαού. Ο τότε Συνασπισμός της Αριστεράς είχε καταγγείλει «Ισραηλοποίηση» της χώρας και «σοβαρή ιδεολογικοπολιτική στροφή προς το παρελθόν». ΠΑΣΟΚ και ΔΗΚΚΙ υπερψήφισαν, με αποτέλεσμα να γίνει νόμος του κράτους.

Το ζήτημα της συμμετοχής των γυναικών επανήλθε δυναμικά σε όσους έχουν τα αυτιά και τα μάτια τους ανοιχτά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, όπου ήδη από τις πρώτες ημέρες της σύρραξης χιλιάδες ουκρανές γυναίκες δήλωσαν εθελοντικά συμμετοχή. Οι γυναίκες δεν λείπουν κι από άλλους στρατούς, όμως. Στην Ευρώπη έχουμε τη Νορβηγία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία και την Ολλανδία οι οποίες έχουν επιλέξει υποχρεωτική ή εθελοντική στράτευση του γυνακείου πληθυσμού. Το Ισραήλ, με το οποίο φροντίζουμε να διατηρούμε φιλικές σχέσεις και από το οποίο συνέστησε ο πρώην Υπουργός Εθνικής Άμυνας Ιωάννης Βαρβιτσιώτης να μελετήσουμε και να παραδειγματιστούμε, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα μεικτού στρατού και μάλιστα διόλου ευκαταφρόνητης αποτελεσματικότητας. Εξέχοντα παραδείγματα αποτελούν η Αρμενία και η Συρία με τις Κούρδισσες μαχήτριες. Είναι αδιαμφισβήτητο πως όλες αυτές οι γυναίκες εμπνέουν τόσο στα έθνη τους όσο και σε εμάς περηφάνεια και θαυμασμό, αν και βρισκόμαστε εκτός του πεδίου των μαχών, στην ασφάλεια και θέρμη του σπιτιού μας.

Τι θα προσφέρουν άραγε οι Ελληνίδες στο στράτευμα; Ή, μάλλον, τι παραπάνω είναι σε θέση να εξασφαλίσουν; Καταρχήν, με την στράτευση των γυναικών θα διπλασιαστεί το ανθρώπινο δυναμικό∙ ένα ανθρώπινο δυναμικό αληθινά ζωτικής σημασίας όταν πρόκειται για την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος απέναντι σε έναν αριθμητικά τουλάχιστον υπέρτερο πληθυσμιακά αντίπαλο – για να μην θίξουμε τις λοιπές στρατιωτικές του ικανότητες – που δεν χάνει ευκαιρία και επιμελώς πραγματώνει συστηματικά το επεκτατικό στρατηγικό του όραμα. Θα έδινε σαφώς ένα ηχηρό μήνυμα στην γείτονα χώρα. Από την άλλη, με την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία των γυναικών επιτέλους θα απονομιμοποιούνταν από την συνείδηση πολλών, αν όχι όλων, απόψεις όπως ότι το γυναικείο φύλο είναι όχι μόνο φύσει ασθενέστερο σωματικά, αλλά και ανίκανο στον χειρισμό εξοπλισμών, ότι εξαιτίας της ευαισθησίας του δεν ανήκει στις εμπόλεμες συγκρούσεις, αλλά αντ’ αυτού στα νοσοκομεία και τα σπίτια. Οι εθνικές μας μνήμες και η ιστορία μας, ωστόσο, λένε άλλα.

Κρίνοντας από την πλευρά του δικαίου, βέβαια, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C186/01 απαντώντας σε προδικαστικό ερώτημα γερμανικού δικαστηρίου περί της συμβατότητας με το κοινοτικό δίκαιο της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας αποκλειστικά των ανδρών υπόψιν της Οδηγίας 76/207 στην οποία διατυπώνεται η αρχή ίσης μεταχείρισης όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας, αποφάνθηκε ότι το κοινοτικό δίκαιο δεν απαγορεύει την επιβολή της υποχρεώσεως εκπληρώσεως στρατιωτικής θητείας μόνο στους άνδρες. Με άλλα λόγια, ο τρόπος οργάνωσης της στρατιωτικής θητείας και επομένως, της εξαίρεσης από αυτή των γυναικών όχι μόνο δεν παρεκκλίνει από την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αλλά δεν εμπίπτει ούτε στο πεδίο εφαρμογής κοινοτικών διατάξεων. Συνεπώς, εναπόκειται στην ρυθμιστική αρμοδιότητα των κρατών μελών και στις αποφάσεις αυτών, οι οποίες αποσκοπούν στην άμυνα της εθνικής επικράτειας ή στην προάσπιση των θεμελιωδών συμφερόντων τους. Σημειωτέων, το Συμβούλιο της Επικρατείας επιβεβαίωσε την ανωτέρω νομολογία.

Κατά την ταπεινή μου άποψη πάντα, παρ’ όλο που η στρατιωτική θητεία θεωρείται πλέον – δικαίως εν μέρει – χάσιμο χρόνου και κατά κανόνα οι άνδρες επιδιώκουν να την αναβάλλουν, ενώ κατά τη διάρκεια αυτής να απαλλάσσονται από καθήκοντα, η αναδιοργάνωση και ριζική μεταρρύθμιση των Ενόπλων Δυνάμεων δεν επιδέχονται περαιτέρω αναβολής. Η ένταξη των γυναικών θα φέρει πνευματικά, ψυχολογικά και λειτουργικά στοιχεία απαραίτητα προκειμένου να προσδοθεί στα σώματα νέα πνοή. Παράλληλα, θα συμβάλλει θετικά στην προσπάθεια να καταστεί τα στρατόπεδα χώρος κοινωνικοποίησης και επιμόρφωσης ανδρών και γυναικών, οι οποίοι σε τελική ανάλυση είναι πολίτες και αν μη τι άλλο οφείλουν να καλλιεργήσουν μεταξύ τους αρχές όπως η ευσυνειδησία και η υπευθυνότητα. Τώρα, το αν η ύπαρξη στρατού εν γένει ανταποκρίνεται στις ηθικές αξίες φιλειρηνικών κοινωνιών αξίζει να αναλυθεί σε ξεχωριστό άρθρο…

Συντάκτης: Σπυριδούλα Γιαννοπούλου