Μετά τη δολοφονία της Ιρανής Μασχά Αμινί, τον Σεπτέμβριο του 2022, ύστερα από σύλληψη της για παραβίαση του αυστηρού ενδυματολογικού κώδικα της Ισλαμικής Δημοκρατίας, ξέσπασαν εκατοντάδες αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις στο Ιράν με στόχο την προάσπιση της «δημοκρατίας» και την υπεράσπιση της ανθρώπινης ζωής έναντι της βιαιότητας της κρατικής αρχής. Τρεις μήνες μετά, οι διαδηλώσεις συνεχίζονται και η ποινή των συλληφθέντων, τις περισσότερες φορές, είναι ο απαγχονισμός. Η ανάλυση του ιρανικού καθεστώτος και των εναντιώσεων σε αυτό είναι χρήσιμες προκειμένου να κατανοήσουμε τις σύνθετες σχέσεις μεταξύ ατόμου και θρησκείας, καθώς και τη διαφοροποίηση μίας αναπτυσσόμενης ισλαμικής χώρας από τα κοσμικά κράτη του δυτικού κόσμου στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 Σε αντίθεση με άλλες θρησκείες, όπως ο Χριστιανισμός, το Ισλάμ ή αλλιώς ο «Μουσουλμανισμός» δεν αποτελεί μόνο πηγή αξίων, αρχών και προτύπων συμπεριφοράς προς υιοθέτηση, αλλά παρέχει και ένα μοντέλο οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους, το οποίο παρουσιάζεται ως το μόνο ικανό να διασφαλίσει τη σωτηρία από κάθε είδους μελλοντική δυσχέρεια. Συγκεκριμένα, η Sharia (δηλ. ο Ισλαμικός Νόμος) βασίζεται στο Κοράνι και τη Σούννα και ουσιαστικά περιλαμβάνει λεπτομερείς εντολές, απαγορεύσεις και οδηγίες που δόθηκαν από τον Θεό στην ανθρωπότητα. Παρότι περιγράφει επιβολές του θείου, ο Ισλαμικός νόμος, βάσει του οποίου κρίνονται και οι φερόμενοι ως παραβάτες Ιρανοί διαδηλωτές, είναι προφανώς ένα ανθρώπινο δημιούργημα, αποτέλεσμα της προσπάθειας ορισμένων μουσουλμάνων νομικών να κατανοήσουν πλήρως και να ασκήσουν το θέλημα του Θεού στην κοινωνικοπολιτική καθημερινότητα των πιστών. Ωστόσο, ο βαθμός στον οποίο υιοθετείται και θεσμοθετείται η Sharia από τα μουσουλμανικά κράτη δεν είναι προκαθορισμένος. Το Ιράν, για παράδειγμα υπάγει στις επιταγές της Sharia το σύνολο των κοινωνικοπολιτικών ρυθμίσεων, ενώ η Τουρκία ακολουθεί μία διαδικασία «εκκοσμίκευσης», έχοντας πάψει να εφαρμόζει τον Ισλαμικό Νόμο στο βαθμό που το συνήθιζε, πρακτική που αποδεικνύει την σταδιακή επικράτηση της κοσμικότητας έναντι της θεοκρατίας.  

 Η αλήθεια είναι πως η απάνθρωπη αντιμετώπιση των διαδηλωτών στο Ιράν και οι ασταμάτητες εκτελέσεις πολιτών που συμμετέχουν στο αντιστασιακό κίνημα υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, ενισχύουν τη δυτική εικόνα του Ισλάμ ως μία σκληρή, αυστηρή και ασυμβίβαστη θρησκεία που απαιτεί τυφλή υπακοή και επιβάλει τη χρήση βίας ως πρόσφορο μέτρο διάδοσης της πίστης. Ο εκσυγχρονισμός, η άνθηση της ανθρωπιστικής παιδείας, η διάδοση της επιστήμης και η επακόλουθη επικράτηση του ορθολογισμού στα δυτικά κράτη έχουν μεταβάλλει την αντίληψη της έννοιας της «θρησκείας». Αναλυτικότερα, η θρησκεία προσεγγίζεται πλέον ως μία διαδικασία πιο προσωπική και εσωτερική παρά ως μία θεσμοθετημένη μορφή η οποία να συνεπάγεται την αναγωγή της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε συγκεκριμένο μοτίβο κοινωνικής δομής και κανόνων. Στη βάση αυτή, η ατομική πνευματικότητα διαχωρίζεται από την θεσμοθετημένη θρησκεία και σταδιακά κυριαρχεί η αντίληψη ότι το κράτος (και κάθε κοινωνική οντότητα) πρέπει να διαχωρίζεται απόλυτα από κάθε είδους θρησκείας ή  δόγματος και των θεσμών και τελετουργιών που σχετίζονται με αυτή. Καθώς λοιπόν η θεσμική κατοχύρωση το ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ανεξάρτητη της θρησκείας στο δυτικό κόσμο, ενώ στο Ισλάμ είναι συναρτώμενη με τη Sharia, προκύπτει χάσμα ερμηνείας του Διεθνούς Δικαίου και μερική απομόνωση του Ισλάμ στις νομοθετικές ρυθμίσεις.  

  Όπως επιβεβαιώνεται και από τη φεμινιστική φύση της «εξέγερσης της μαντίλας» στο Ιράν, η μεγαλύτερη διαφοροποίηση μεταξύ δυτικού και ισλαμικού κόσμου αφορά τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Αυτή ήταν και η κυριότερη αιτία ενστάσεων των ισλαμικών κρατών στο περιεχόμενο της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (UDHR). Ο μη δεσμευτικός χαρακτήρας της UDHR ήταν ίσως το μοναδικό στοιχείο που δικαιολογούσε τη θετική ψήφο των ισλαμικών κρατών, καθώς η φυλετική ισότητα που ένθερμα υποστηρίζεται στη Διακήρυξη, αντιτίθεται πλήρως στην ιδέα της «φυλετικής ιεραρχίας» στην οποία στηρίζεται το Ισλάμ. Λόγω αυτού του αγεφύρωτου πολιτισμικού χάσματος μεταξύ των δυτικών και των μουσουλμανικών χωρών παρουσιάστηκε και επικυρώθηκε από την UNESCO η Οικουμενική Ισλαμική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (UIDHR) , το 1981 και η Διακήρυξη του Καΐρου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Ισλάμ (CDHRI), το 1990, που στηρίζονται αμφότερες στις επιταγές της Sharia. Το πρόβλημα με αυτές τις επικυρώσεις είναι ότι προς σεβασμό μίας άλλης θρησκείας και ενός ολόκληρου πολιτισμού βασισμένου σε αυτή, δίνεται η δυνατότητα στα κράτη μέλη του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης (OIC) να δικαιολογούν ή ακόμη χειρότερα να νομιμοποιούν παραβιάσεις θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κυρίως περί ελευθερίας της θρησκείας, προστασίας από την κρατική βία και διακρίσεων κατά των γυναικών.  

 Ωστόσο, η θρησκεία πέραν από κοινωνικό φαινόμενο ένδειξης πνευματικότητας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως πρόσχημα για την διάπραξη των μεγαλύτερων εγκλημάτων. Ο ιερός χαρακτήρας της θρησκείας την εξυψώνει στην ανθρώπινη σκέψη και το δέος που εκπέμπει με μεγάλη ευκολία εργαλειοποιείται από ανθρώπινες ηγεσίες, προκειμένου να χειραγωγηθούν τα πλήθη. Το έχουμε δει να συμβαίνει και στην πορεία της ευρωπαϊκής ιστορίας, με κυριότερο παράδειγμα τον Τριακονταετή Πόλεμο που φαινομενικά εκκινήθηκε από την αντίδραση των Προτεσταντών στον Καθολικισμό, αλλά στη πραγματικότητα ολόκληροι λαοί επιστρατευτήκαν, με έναυσμα τη θρησκεία, προκειμένου να εξυπηρετήσουν γεωπολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα των μοναρχών της Ευρώπης του 17ου αιώνα. Η κριτική στάση απέναντι στην ιστορία των κρατών και των κοινωνιών στο εσωτερικό τους, είναι εκείνη που επιτρέπει στην περίπτωση του Ιράν το ισχυρισμό ότι οι σφαγές που διαπράττονται δεν είναι για την υπεράσπιση του Θεού και της θρησκευτικής πίστης αυτής καθαυτής, αλλά για τη διατήρηση της υφιστάμενης πολιτικής κατάστασης και την προστασία των κεκτημένων αυτών που τώρα διοικούν.  

 Στις 7 Ιανουαρίου του 2023, ακόμη δύο άνδρες διαδηλωτές εκτελέστηκαν στο Ιράν καθώς κατηγορήθηκαν ότι σκότωσαν αξιωματούχο των δυνάμεων ασφαλείας, άλλοι τρεις έχουν καταδικαστεί σε θάνατο στην ίδια υπόθεση, ενώ 11 έχουν λάβει ποινές φυλάκισης επειδή «διεξάγουν πόλεμο κατά του Θεού». Είναι ομολογουμένως περίεργο πως όλο και περισσότεροι πολίτες αντιτίθεται στο ιρανικό καθεστώς, τη στιγμή που η κυβέρνηση αυτής της χώρας ισχυρίζεται ότι η καθολική υποταγή στη Sharia είναι μία γενική επιθυμία με στόχο το καλό του κράτους…Γιατί ένας τεράστιος αριθμός Ιρανών πολιτών βγάζουν κραυγές βοηθείας στα ΜΜΕ και τα ΜΚΔ, προς υπεράσπιση μίας χαμένης δημοκρατίας ; Όχι επειδή δεν σέβονται τη θρησκεία τους, αλλά διότι συνειδητοποιούν τις καταστροφικές συνέπειες του φανατισμένου ισλαμικού καθεστώτος που πλέον δεν μπορεί να ελέγξει τους συνειδητά ανυπότακτους σε αυτή την θεοκρατική και μόνο επωφελής για τους άρχοντες εξουσία.  

 Δυστυχώς, ούτε οι κυρώσεις των άλλων κρατών (κυρίως δυτικών) προς το Ιράν θα αλλάξουν την υφιστάμενη κατάσταση, ούτε οι δημοσιεύσεις στα ΜΜΕ και τα ΜΚΔ θα την ανατρέψουν. Το μόνο που δύναται να αποτρέψει τέτοιους είδους καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι η ολική μεταστροφή της σκέψης γύρω από τη θρησκεία και την ερμηνεία της. Το γεγονός ότι έχει ξεκινήσει μία εξέγερση εναντίον ενός αυταρχικού ισλαμικού καθεστώτος, μαρτυρά μεταξύ άλλων και την διατήρηση μίας κριτικής στάσης απέναντι στη θεοκρατία. Ως εκ τούτου, όλοι οι θάνατοι και οι συλλήψεις αποκτούν πλέον συμβολική σημασία, καθώς αποδεικνύουν την αφύπνιση της ανθρώπινης σκέψης και την ορθολογικοποίηση  παραβιάσεων που παλαιότερα θα φάνταζαν δικαιολογημένες από τις άρρηκτα συνδεδεμένες στον ισλαμισμό εξουσίες, την επίγεια και τη θεϊκή. Στη πραγματικότητα αυτό που συντελείται δεν είναι αποδυνάμωση της ισλαμικής θρησκείας στο Ιράν, αλλά μία αρχή σταδιακού μετασχηματισμού του Ισλάμ σύμφωνα με την εξελικτική πρόοδο της ανθρώπινης σκέψης. Η πρακτική αυτή αντιτάσσεται στην εργαλειοποίηση της θρησκείας και αποκτά τεράστια σημασία, διότι μπορεί να δράσει παραδειγματικά για τους πολίτες και άλλων θεοκρατικών κρατών, όχι απαραίτητα ισλαμικών, αλλά σίγουρα φανατικά προσηλωμένων στις επιταγές της θρησκείας είτε λόγω λατρείας είτε λόγω οφέλους.  

Συντάκτης: Ειρήνη Κόρδα