Όταν η επιστήμη επιτίθεται στον ίδιο της τον εαυτό. Γράφει για τον εμφύλιο της επιστημονικής κοινότητας ο Γιάννης Μαρινάκης.
Θυμάστε σε αλλοτινές εποχές της ανθρωπότητας, όπου το τι αποτελούσε “αλήθεια” ήταν υπόθεση και αποκλειστικό προνόμιο μιας ελίτ (θρησκευτικής, πολιτικής, οικονομικής), η οποία (περι)όριζε τόσο τα “σύνορα” του τι εστί αληθινό και τι όχι, όσο και τα πλαίσια και τις οδούς για την απόκτηση νέας γνώσης;
Σε κοινωνίες “κλειστές”, αυστηρά ιεραρχημένες και μη κινητικές, αυτή η διαδρομή και η διάχυση της γνώσης ίσως αποτελούσε μονόδρομο για την αναπαραγωγή της κοινωνίας στο υφιστάμενο αυτό πλαίσιο. Πώς όμως στις σύγχρονες ανταγωνιστικές και δυναμικές κοινωνίες που ζούμε θα μπορούσε να σταθεί ένα τέτοιο αυστηρών προδιαγραφών “εργαστήριο” αλήθειας και επιστημονικής γνώσης;
Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα είναι η αναζήτηση της αλήθειας, η οποία όμως σχεδόν ποτέ δεν είναι μια αντικειμενική ή ουδέτερη υπόθεση. Η πρόοδος και η εξέλιξη είναι φορτισμένες ιδεολογικά και παράγωγα της εποχής που συντελούνται. Ας μην ξεχνάμε πως η ίδια η επιστημονική κοινότητα είναι ενσωματωμένη στις κοινωνίες και πλαισιώνεται ή/και περιορίζεται από τις κυρίαρχες κάθε φορά πεποιθήσεις αυτής. Οι ίδιοι οι επιστήμονες, λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά, “κατευθύνονται” από το σύστημα πεποιθήσεων/προκαταλήψεων της εποχής και της κοινωνίας που ζουν. Όμως, παρόλα αυτά, συνεχίζουν να παρατηρούν, να υποθέτουν, να πειραματίζονται και να ανακαλύπτουν νέα γνώση. Ή ακόμα να αμφισβητούν την ήδη κεκτημένη. Πώς όμως η επιστημονική κοινότητα και η παραγόμενη γνώση δεν συνθλίβεται στο αέναο σπιράλ του “conflict of interest” των σημερινών ανταγωνιστικών κοινωνιών;
Αν όμως οι επιστήμονες είναι δεσμευμένοι να αμφισβητούν στο όνομα της επιστήμης και της αναζήτησης της αλήθειας, τότε πότε αυτή η αμφισβήτηση παύει να είναι θεμιτή και ιδεαλιστική; Μα όταν η αμφισβήτηση γίνεται το μέσον και όχι ο σκοπός. Όταν μέσω της συνεχούς “επιστημονικής” αναζήτησης απώτερος σκοπός τίθεται η σύγχυση και αμφιβολία για οτιδήποτε ανακαλύπτεται. Για να χαθούν μέσα στην ομοβροντία “πληροφοριών” και “δεδομένων”, γεγονότα και ευρήματα τεκμηριωμένα, που αντιτίθεται σε συγκεκριμένα συμφέροντα συνήθως οικονομικής προέλευσης.
Σε αυτό το σημείο η “επιστήμη” επιτίθεται στην επιστήμη. Το καλύτερο προϊόν γίνεται αυτή η παγιωμένη μάχη εντός της επιστημονικής κοινότητας στην συλλογική συνείδηση. Μοναδικός κερδισμένος από αυτή την υποτιθέμενη μάχη, τα ισχυρά συμφέροντα κάθε είδους που εξασφαλίζουν τον απαραίτητο χρόνο και την ελάχιστη δυνατή συναίνεση ή νομιμοποίηση να κερδοφορούν και να ισχυροποιούνται ενάντια στο συλλογικό αγαθό και την πρόοδο, μέσω της επιβολής της γενικευμένης σύγχυσης του τι εστί αλήθεια και τι ψέμα. Στο τέλος της ημέρας, φαλκιδεύεται η ίδια η οδός της επιστημονικής αναζήτησης.
Ακόμα και εμείς οι μη επαΐοντες, συναινούμε και μετέχουμε αυτής της “μάχης”. Η άγνοια μας για τα περισσότερα εκεί έξω που μας περιβάλλουν, είναι το ευεπίφορο πεδίο για να φυτρώσει ο σπόρος της αμφιβολίας για ό,τι διαβάζουμε και ακούμε. Εκεί ακριβώς στοχεύει η “κατευθυνόμενη” επιστήμη, στο να θωπεύσει αφενός τις προϋπάρχουσες πεποιθήσεις και προκαταλήψεις μας, αφετέρου μας κλείνει το μάτι για τον τρόπο ζωής μας, που σε γενικές γραμμές, κανένας μας δεν θέλει να κλονίζεται αμαχητί. Όταν τα hard facts της επιστήμης, μας ξεβολεύουν έστω και λίγο, τείνουμε να στεκόμαστε αμήχανα απέναντι τους με μια επιφύλαξη στην καλύτερη περίπτωση, ενώ πηγαίνοντας ένα βήμα πιο πέρα, δαιμονοποιούμε τις προθέσεις και τους σκοπούς των επιστημόνων, θολώνοντας περισσότερο την όλη διαδικασία της γνώσης. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται μια πολύ βολική ακινησία των κοινωνιών προς την αναζήτηση ενός καλύτερου κόσμου.
Η στρατηγική της άγνοιας λοιπόν, που στρέφει την επιστήμη ενάντια στον ίδιο της τον εαυτό, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η νομιμοποίηση και η αναπαραγωγή των εξουσιαστικών σχέσεων των κοινωνιών που συμβιώνουμε κάθε φορά. Κάποτε ήταν οι θρησκείες που έκαναν τον κόσμο να γυρίζει. Έθεταν τα περιθώρια ή τους περιορισμούς για την εξέλιξη και την αναζήτηση της γνώσης. Μοίραζαν προνόμια και αξία σε ό,τι αναπαρήγαγε ή τουλάχιστον δεν απειλούσε σοβαρά το υφιστάμενο μοντέλο εξουσίας. Σήμερα είναι ο νόμος της αγοράς που αντικατέστησε τις θρησκείες. Αν κάτι δεν παράγει κέρδος άμεσα, ή δεν συμβάλλει προς αυτόν τον σκοπό, απλά δεν αξίζει τον κόπο. Αν οι επιστήμονες δεν έχουν τους απαραίτητους πόρους πώς θα ερευνήσουν; Αυτό καταλήγει σε μια διττή συνέπεια. Είτε μιας επιστημονικής διαδικασίας προσανατολισμένης στην εξασφάλιση οικονομικής (πρωτίστως) αξίας, είτε στην εγκατάλειψη άλλων επιστημονικών πεδίων που δεν γεννούν χρήματα.
Αν όμως η επιστημονική γνώση είναι δημόσιο αγαθό όπως λέγεται, τότε πώς είναι δυνατόν να εναπόκεινται σε κάτι τόσο ιδιοτελές όσο είναι το κέρδος, είτε ως ισχύς είτε ως χρήματα; Μήπως τελικά έχει μετασχηματιστεί η ίδια η διαδικασία παραγωγής γνώσης ώστε να αντικατοπτρίζει τα δικά μας “θέλω” ως καταναλωτές και λιγότερο ως πολίτες ή μέλη μιας παγκόσμιας κοινωνίας; Ίσως απ’ την άλλη η αλήθεια τελικά να μην είναι σχετική επειδή δεν είναι αντικειμενική, αλλά επειδή απλά είναι εμπορεύσιμη και συμφέρει να υπάρχει διακύμανση της “τιμής” της.
Κλείνουμε αντικομφορμιστικά χωρίς κάποιο κλισέ quote από κάποιον διάσημο διανοούμενο ως είθισται.
Ας είναι..
Συντάκτης: Γιάννης Μαρινάκης
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.