Το όραμα μιας Ευρώπης ενοποιημένης σε όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης ζωής αποτελεί τον πυρήνα της φιλοσοφίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη από τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) το 1957, τέθηκε στο τραπέζι η συζήτηση για μια οικονομική ένωση, η οποία ουσιαστικά θα εξαφάνιζε τους διασυνοριακούς φραγμούς στην κυκλοφορία των προϊόντων, των εμπορευμάτων, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Η ίδια ακριβώς φιλοσοφία διατηρήθηκε και με την Συνθήκη του Μάαστριχτ (1993), με την οποία ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τη γνωρίζουμε και τη βιώνουμε σήμερα ως Ευρωπαίοι πολίτες.
Η σύγχρονη ΕΕ στοχεύει σε μια γενικευμένη ενοποίηση των κρατών-μελών που βασίζεται σε τρεις πυλώνες: α) κοινή αγορά και οικονομική πολιτική, β) κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, γ) αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις. Το τρίπτυχο αυτό αποδεικνύει τις βλέψεις για μια Ευρώπη, ενωμένη και σε νομοθετικό, δικαστικό και διοικητικό επίπεδο και όχι απλώς για τη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερων οικονομικών και εμπορικών συναλλαγών. Μέσα σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο γεννήθηκε το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης.
ΟΡΙΣΜΟΣ
Με την Απόφαση – Πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του 2002, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το οποίο αποτελεί το κατεξοχήν θεσμικό και νομοθετικό όργανο της ΕΕ – μαζί με το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – εισήχθη για πρώτη φορά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μια καινοτόμος ρύθμιση, που στοχεύει στην επιτάχυνση και εναρμόνιση των ποινικών διαδικασιών στο πλαίσιο της ΕΕ. Το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης (ΕΕΣ) συνιστά στην ουσία μια δικαστική απόφαση, η οποία εξασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των ποινικών δικογραφιών μεταξύ όλων των κρατών-μελών της ΕΕ. Με την έκδοση ενός τέτοιου εντάλματος από τον αρμόδιο Εισαγγελέα μιας ευρωπαϊκής χώρας, οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές της χώρας αυτής μπορούν να προβούν σε σύλληψη ενός κατηγορούμενου ή ύποπτου προσώπου, το οποίο διέφυγε ή διαμένει μόνιμα σε άλλο κράτος-μέλος, εφόσον αυτό τέλεσε κάποιο από ορισμένα, ειδικά προβλεπόμενα εγκλήματα, στο έδαφος αυτό του κράτους. Εάν για παράδειγμα, ένας κατηγορούμενος καταζητείται από τις ρουμανικές αρχές και βρεθεί στην Ιταλία, η έκδοση ενός Ευρωπαϊκού Εντάλματος θα υποχρέωνε την τελευταία να παραδώσει τον κατηγορούμενο στην Ρουμανία, προκειμένου να προχωρήσει περαιτέρω η ποινική διαδικασία.
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ
Η βασική προβληματική την οποία σπεύδει να επιλύσει ο εν λόγω θεσμός είναι ο κίνδυνος τέλεσης εγκλημάτων, τα οποία είναι άμεση και αναπόφευκτη απόρροια της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων και εμπορευμάτων που διασφαλίζει η ΕΕ στο σύνολό της. Αν οι παραβάτες δρούσαν και κυκλοφορούσαν με μεγάλη ευκολία, χωρίς όμως να ήταν εξίσου ευέλικτες και οι διαδικασίες σύλληψης και εκδίκασής τους, θα κωλυόταν σε υπερβολικό βαθμό η απονομή της δικαιοσύνης και η διασφάλισης της προστασίας του Ευρωπαίου πολίτη. Ο θεσμός αυτός λοιπόν, αποβλέπει στην δημιουργία ενός απλουστευμένου και άμεσου συστήματος παράδοσης των κατηγορουμένων ή των υπόπτων, απευθείας στις ίδιες τις δικαστικές αρχές.
Βασικό του πλεονέκτημα είναι καταρχάς η ταχύτητα. Πριν την σκέψη περί δημιουργίας Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, η όλη διαδικασία έκδοσης ενός κατηγορουμένου από το ένα κράτος στο άλλο ήταν απολύτως χρονοβόρα και μπορούσε να διαρκέσει χρόνια, μέχρι την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών. Αντιθέτως, στην περίπτωση του ΕΕΣ, οι προθεσμίες είναι αυστηρές: εντός 60 ημερών από την σύλληψη του προσώπου από το κράτος στο οποίο διαμένει ή έχει διαφύγει ο κατηγορούμενος, το τελευταίο θα πρέπει να καταστήσει σαφές στο άλλο κράτος-μέλος που έχει εκδώσει Ευρωπαϊκό Ένταλμα, για το αν θα το εκτελέσει, δηλαδή να τον παραδώσει στο αιτούν κράτος.
Ένα ακόμη πλεονέκτημα του ΕΕΣ είναι το γεγονός ότι η διαδικασία έκδοσής του είναι καθαρά δικαστική. Πλέον, δεν απαιτείται η παρεμβολή κανενός παράγοντα της πολιτικής εξουσίας προκειμένου να εκδοθεί ένα ΕΕΣ. Οι Εισαγγελείς έχουν τη διακριτική ευχέρεια στο πότε και για ποιον θα εκδώσουν ένα ένταλμα, χωρίς περίπλοκη γραφειοκρατία ή ειδική άδεια της Βουλής, του αρμόδιου Υπουργού ή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Τέλος, το ΕΕΣ αποτελεί μια μορφή έκφρασης όλης της φιλοσοφίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού -όπως αναλύεται παρακάτω- ενσαρκώνει την αρχή της αμοιβαιότητας. Το κράτος στο οποίο βρίσκεται ένας κατηγορούμενος δεν μπορεί να αρνηθεί την παράδοση του τελευταίου στο κράτος-μέλος που ζητά την έκδοσή του. Υπό διαφορετικές συνθήκες, το κράτος θα μπορούσε να επικαλεστεί την αρχή της εδαφικής του κυριαρχίας, καθώς και την αρχή της μη επέμβασης στα εσωτερικά του ζητήματα, δύο βασικούς κανόνες του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, που παρέχουν τη δυνατότητα σε ένα κράτος να προστατεύει όλους τους πολίτες που βρίσκονται στην επικράτειά του ανεξαρτήτως της υπηκοότητάς τους. Χάρη στο θεσμό του ΕΕΣ, οι δύο αυτές αρχές δεν παρακάμπτονται, αλλά παραμερίζονται για χάρη του υπέρτερου δικαιώματος των πολιτών στην ασφάλεια και την ελεύθερη κυκλοφορία.
ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΟΝ ΘΕΣΜΟ
Το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης διέπεται από συγκεκριμένες δικαΐκές αρχές που διασφαλίζουν την πιο αποτελεσματική και δίκαιη εφαρμογή του σχετικού νομοθετήματος στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη.
Αρχικά, τίθεται το ζήτημα της αρχής του διττού αξιοποίνου. Η αρχή αυτή, που θεμελιώνεται στο άρθρο 437 περ. α) του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας της χώρας μας, καθιερώνει τον κανόνα ότι θα πρέπει το έγκλημα που τέλεσε ο φερόμενος ως δράστης να είναι αξιόποινη πράξη, τόσο στο κράτος-μέλος τέλεσης της πράξης όσο και στο κράτος-μέλος έκδοσης του εντάλματος σύλληψης. Για παράδειγμα, αν ένας Έλληνας παραβάτης τέλεσε το έγκλημα της πλαστογραφίας στην Ισπανία, τότε η ισπανικές δικαστικές αρχές υποχρεούνται να τον παραδώσουν στις ελληνικές, έπειτα από έκδοση ΕΕΣ, μόνο εφόσον η πράξη της πλαστογραφίας τιμωρείται ως αξιόποινη και στις δύο χώρες.
Χάρη στην σχετική με το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης Απόφαση-Πλαίσιο, η αρχή του διττού αξιοποίνου παραμερίζεται πλήρως για 32 κατηγορίες βαρύτατων εγκλημάτων, όπως οι ανθρωποκτονίες, τα εγκλήματα προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, η εμπορία ανθρώπων, οι εγκληματικές οργανώσεις κ.α. Έτσι, αν ένας Έλληνας τελέσει το αδίκημα του βιασμού σε ισπανικό έδαφος, δεν απαιτείται κανένας έλεγχος του διττού αξιοποίνου από τις ελληνικές και ισπανικές αστυνομικές αρχές και οι τελευταίες υποχρεούνται να τον παραδώσουν άμεσα στην Ελλάδα εφόσον έχει εκδοθεί σε βάρος του ΕΕΣ από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών.
Επιπλέον, πολύ κεντρική είναι και η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης. Η αρχή αυτή στην ουσία εξασφαλίζει ότι όλα τα κράτη-μέλη της Ευρώπης οφείλουν να αναγνωρίζουν και να εκτελούν άμεσα τις δικαστικές αποφάσεις και τους εκτελεστούς τίτλους που εκδίδουν τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ. Βασίζεται, λοιπόν, σε αυτό το υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης που απολαμβάνουν τα κράτη-μέλη, γεγονός που φανερώνει ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να αρνηθεί την παράδοση ενός εκζητούμενου προσώπου, χωρίς εμπεριστατωμένη αιτιολογία που να αποδεικνύει ότι το άλλο κράτος παραβίασε κάποια σημαντική αρχή του δικαίου της ΕΕ, εκδίδοντας ένα Ευρωπαϊκό Ένταλμα. Με άλλα λόγια, παρότι η συγκεκριμένη αρχή βασίζεται στην βούληση των ίδιων των κρατών-μελών να συμβαδίσουν με τις επιταγές της ΕΕ, σε ελάχιστες περιπτώσεις μπορούν οι δικαστικές και αστυνομικές αρχές ενός κράτους, να αρνηθούν την εφαρμογή του ΕΕΣ.
Πιο συνυφασμένη με την αρχή της εδαφικής κυριαρχίας των κρατών-μελών είναι αρχή της απαγόρευσης έκδοσης για πολιτικά εγκλήματα. Για παράδειγμα, δεν μπορούν οι ρουμανικές δικαστικές αρχές να εκδώσουν Ευρωπαϊκό Ένταλμα σε βάρος Ιταλού βουλευτή, ο οποίος κατηγορείται για εσχάτη προδοσία. Αυτή η αρχή διασφαλίζει την ανεξαρτησία και την προστασία της πολιτείας και των θεσμών μιας δημοκρατικά δομημένης κοινωνίας. Αυτό, βέβαια, δεν ισχύει για μη εκλεγμένους υποψηφίους πολιτικών παρατάξεων ή ζητήματα εσωκομματικών παραβάσεων, που μπορούν να διωχθούν κανονικά με την έκδοση ΕΕΣ.
Αντίστοιχη με το πνεύμα της δίκαιης απονομής δικαιοσύνης στην ποινική δίκη είναι και η αρχή της ειδικότητας του ΕΕΣ. Η αρχή αυτή επιβάλλει την απαγόρευση δίωξης του προσώπου για πράξεις προγενέστερες της έκδοσης του εντάλματος, καθώς και για πράξεις που δεν προβλέπονται μέσα στο ίδιο το Ευρωπαϊκό Ένταλμα. Στην ελληνική έννομη τάξη, η αρχή αυτή προβλέπεται στο άρθρο 440 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Τέλος, τεράστιας σημασίας στο πλαίσιο της ποινικής δικαιοδοσίας τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εγχώριο επίπεδο είναι και η αρχή ne bis in idem. Πρόκειται για μια βασική αρνητική προϋπόθεση του παραδεκτού μιας ποινικής δίκης, η οποία απαγορεύει την άσκηση νέας ποινικής δίωξης κατά του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη. Έτσι, δεν μπορεί να εκδοθεί ΕΕΣ δύο φορές για την ίδια πράξη έναντι του ίδιου κατηγορουμένου από οποιαδήποτε δικαστική αρχή της ΕΕ.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ
Επομένως, πότε μπορεί να εκδοθεί ένα ΕΕΣ και υπό ποιες προϋποθέσεις;
Ένα Ένταλμα εκδίδεται και ισχύει για τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) για όλες τις αξιόποινες πράξεις που τιμωρούνται με φυλάκιση ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον 1 έτους, β) στην περίπτωση που επιβληθεί στερητική της ελευθερίας ποινή (κάθειρξη ή φυλάκιση) ή έχει επιβληθεί κάποιο μέτρο ασφαλείας που στερεί την προσωπική ελευθερία του ατόμου για τουλάχιστον 4 μήνες. Άρα, δίνεται διακριτική ευχέρεια στον Εισαγγελέα να εκδώσει ΕΕΣ σχεδόν για όλα τα εγκλήματα, πλην των πράξεων περιορισμένης απαξίας, όπως οι μικροκλοπές.
Στην ελληνική έννομη τάξη, η σχετική Απόφαση-Πλαίσιο ενσωματώθηκε με τον Ν 3251/2004. Κατά το άρθρο 10 του συγκεκριμένου νομοθετήματος, το ένταλμα εκτελείται όταν πρόκειται για πράξεις, οι οποίες τιμωρούνται κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους, ανεξαρτήτως νομικού χαρακτηρισμού, με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας, το ανώτατο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον δώδεκα μηνών ή για τις οποίες έχει ήδη επιβληθεί ποινή ή μέτρο ασφαλείας τουλάχιστον τεσσάρων μηνών και ο ελληνικός νόμος τις χαρακτηρίζει ως πλημμελήματα ή κακουργήματα. Ωστόσο, βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας, ορίζεται στην παράγραφο 2 του νομοθετήματος ότι είναι δυνατόν να εκτελεστεί και ένα ΕΕΣ στην ελληνική έννομη τάξη, ακόμη και αν δεν είναι αξιόποινο κατά το δίκαιό μας, αλλά είναι ποινικά κολάσιμο στο κράτος-μέλος που εκδίδει το εν λόγω Ένταλμα, εφόσον μάλιστα, αφορά έγκλημα που τιμωρείται με τις προαναφερθείσες ποινές. Αυτό αφορά τις 32 επιμέρους πράξεις, για τις οποίες, όπως προαναφέρθηκε, αίρεται η αρχή του ελέγχου του διττού αξιοποίνου.
Το Ένταλμα εκδίδεται μετά από απόφαση και εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα Εφετών του κράτους που ζητά την έκδοσή του. Βασική υποχρέωση των δικαστικών και αστυνομικών αρχών σε αυτή την περίπτωση είναι να ενημερώσουν τον κατηγορούμενο για το ακριβές περιεχόμενο του Εντάλματος, ενώ ο τελευταίος διατηρεί όλα τα δικαιώματα που του παρέχονται από την εγχώρια νομοθεσία και τις σχετικές ευρωπαϊκές συμβάσεις. Για παράδειγμα, στην ελληνική έννομη τάξη, διατηρεί το δικαίωμα διορισμού προσωπικού συνηγόρου σε όλη την πορεία της προδικασίας και της ακροαματικής διαδικασίας, το δικαίωμα να λάβει γνώση των εισαγγελικών προτάσεων και της δικογραφίας που έχει σχηματιστεί σε βάρος του, το δικαίωμα να μην καταθέτει με όρκο κατά τη διαδικασία της προκαταρκτικής εξέτασης, καθώς και το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών του δεδομένων, κατά της Ευρωπαϊκή Σύμβαση 108+ (GDPR).
ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΟΥ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΘΕΣΜΟ
Η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης έχει δημιουργήσει ορισμένα καίρια ζητήματα στην πράξη. Εξαιτίας αυτών, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν ασκήσει κριτική στον θεσμό και έχουν αμφισβητήσει κατά καιρούς την πρακτική του σημασία και αποτελεσματικότητα. Το χάσμα αυτό προσπάθησε επιτυχώς να γεφυρώσει η νομολογία, ευρωπαϊκή και εγχώρια.
Ποια είναι, ωστόσο, η εν λόγω κριτική; Αρχικά, ένα βασικό πρόβλημα που απασχόλησε τη νομολογία ήταν το ζήτημα της κατάργησης της αρχής του διττού αξιοποίνου για τις 32 κατηγορίες εγκλημάτων που προβλέπει ειδικά η Απόφαση-Πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ο παραμερισμός της εν λόγω αρχής θεωρήθηκε ότι μπορεί κατά περιπτώσεις να παραβιάζει την εθνική κυριαρχία των κρατών, το κράτος-μέλος, κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ, μπορεί να «εξαναγκάζεται» να συλλάβει έναν κατηγορούμενο/ύποπτο, για ένα έγκλημα που το ίδιο το κράτος δεν τυποποιεί στον εγχώριο Ποινικό του Κώδικα ως αξιόποινη πράξη. Για ακριβώς τον ίδιο λόγο, θεωρήθηκε ότι το ΕΕΣ μπορεί να παραβιάζει και την κεντρικότερη αρχή του ποινικού δικαίου «nullum crimen nulla poena sine lege» («κανένα έγκλημα καμία ποινή χωρίς νόμο»). Η αρχή αυτή απαγορεύει σε οποιοδήποτε κράτος ή δικαστική και διοικητική αρχή να συλλάβει κάποιο πρόσωπο για πράξη που δεν έχει τυποποιηθεί από τον νόμο ως έγκλημα.
Την απάντηση σε αυτή την κριτική έδωσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) με την απόφαση “Advocaten voor de Wereld”. Σε αυτήν του την ετυμηγορία, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι 32 κατηγορίες εγκλημάτων που προβλέπει η σχετική Απόφαση-Πλαίσιο προσβάλλουν σε τέτοιο βαθμό την ευρωπαϊκή έννομη τάξη, ώστε να δικαιολογείται η μη εφαρμογή της αρχής του διττού αξιοποίνου για αυτές. Σε κάθε περίπτωση, το κάθε κράτος-μέλος διατηρεί την διακριτική ευχέρεια και την εξουσία να εναρμονίσει την εγχώρια νομοθεσία του προς όφελος της ενσωμάτωσης της συγκεκριμένης Απόφασης-Πλαίσιο.
Μια ακόμη κριτική που ασκήθηκε στον θεσμό αφορά την ανασφάλεια που μπορεί το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης να δημιουργήσει στο εκζητούμενο πρόσωπο. Ο κατηγορούμενος ή ο ύποπτος δεν λαμβάνει συχνά ενημέρωση για τον τόπο, τον τρόπο και τις νομικές βάσεις πάνω στις οποίες θα εναχθεί και άρα με βάση ποιου κράτους-μέλους το δίκαιο διώκεται. Η νομολογία απάντησε σε αυτή την κριτική με το επιχείρημα ότι ένα ένταλμα σύλληψης βασίζεται στο στοιχείου του αιφνιδιασμού και ιδιαίτερα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχει κίνδυνος φυγής του προσώπου. Η παροχή του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης στον κατηγορούμενο η ύποπτο θα στερούσε από τις δικαστικές αρχές τη δυνατότητα να διεκπεραιώσουν την ποινική διαδικασία όπως απαιτείται, για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Παρόμοιες κριτικές διατυπώθηκαν και από άλλους παράγοντες, πολιτικούς και μη. Στον πυρήνα των προβληματικών που τέθηκαν βρισκόταν η έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να δημιουργήσει και να εφαρμόσει στην πράξη τον θεσμό αυτό.
Το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης είναι ένας καινοτόμος θεσμός για τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η τάση ενοποίησης και συνεργασίας των δικαστικών αρχών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αποδεικνύει τις βλέψεις της Ευρώπης για μια ομόσπονδη ένωση ή έστω έναν οργανισμό απόλυτης συνύπαρξης των κρατών-μελών της. Αυτό, άλλωστε, διαφαίνεται και από τη δημιουργία των οργανώσεων της Europol και της Eurojust, δύο πολύ σημαντικών οργανισμών που στόχο έχουν την αλληλοεξυπηρέτηση των αστυνομικών και εισαγγελικών αρχών των ευρωπαϊκών κρατών.
Παρά τα νομικά ζητήματα που μπορεί να προκύπτουν στην πράξη από την εφαρμογή του, έχει αποδειχθεί ότι ο θεσμός είναι πρωτοποριακός και αρκετά αποτελεσματικός. Οι περισσότερες κριτικές που αναπτύσσονται σε βάρος του, αν και συχνά έχουν νομική και ρεαλιστική βάση, προέρχονται από αντιευρωπαϊκές ιδεολογίες, οι οποίες αμφισβητούν την ίδια την ύπαρξη της ΕΕ και τον ρόλο που επιτελεί. Επομένως, το ζήτημα εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις αξίες και τους κανόνες που τη διέπουν, είναι ένας ιδανικός και αποτελεσματικός οργανισμός, είναι μια εντελώς διαφορετική συζήτηση.
Συντάκτης: Γιώργος Λυμπέρης
Πηγές:
- “Background | European Public Prosecutor’s Office.” Www.eppo.europa.eu, www.eppo.europa.eu/en/about/background. Accessed 19 July 2024.
- “Διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης – Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.” E-Justice.europa.eu, e-justice.europa.eu/90/EL/european_arrest_warrant. Accessed 18 July 2024.
- Ευγενία Πρεβεδούρου. “Κυβερνητικές πράξεις (Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου, 26-02-2024) – Ευγενία Πρεβεδούρου.” Ευγενία Πρεβεδούρου, 25 Feb. 2024, Accessed 18 July 2024.
- Φράγκος, Κωνσταντίνος. Έκδοση – Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης. May 2015.
- Ministère de la Justice. “Zoom Sur Le Mandat d’Arrêt Européen.” YouTube, 18 Dec. 2018, Accessed 19 July 2024.
- “Πιο αποτελεσματικές διαδικασίες έκδοσης: Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης | EUR-Lex.” Eur-Lex.europa.eu, eur-lex.europa.eu/EL/legal-content/summary/more-effective-extradition-procedures-european-arrest-warrant.html. Accessed 18 July 2024.
Συλλογή της Νομολογίας.
- “The Council of Europe: Guardian of Human Rights, Democracy and the Rule of Law for 700 Million Citizens.” Www.coe.int, www.coe.int/en/web/portal/.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.