Η τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και ο ποινικός λαϊκισμός σε πρώτο πλάνο. {..}

 Με την 6η κατά σειρά παρέμβαση στον χώρο του ουσιαστικού και του δικονομικού ποινικού δικαίου από το 2019, ο Νόμος 5090/2024 με σκοπό την υποτιθέμενη επιτάχυνση και ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης, καθώς και τον εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας συνιστά μια ακόμη προσπάθεια ποινικού λαϊκισμού της εκτελεστικής εξουσίας που εργαλειοποιεί το ποινικό δίκαιο για τη λήψη μικροπολιτικών οφελών. Οι αποσπασματικές και βιαστικές τροποποιήσεις μάλιστα, των ποινικών κωδίκων αποτελούν εν γένει σύνηθες φαινόμενο της χώρας μας σε μια προσπάθεια της κρατικής εξουσίας να «ικανοποιήσει» το λαϊκό αίσθημα και να κατευνάσει την –  όχι  και  τόσο  πρωτοφανή    επιθυμία  της  κοινωνίας  για «λιντσάρισμα» δραστών ειδεχθών εγκλημάτων που λαμβάνουν χώρα στο έδαφος της. Η πιο πρόσφατη δε, τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του Ν 4619/2019, με τον Ν 5090/2024, τέθηκε σε διαβούλευση χωρίς να έχει συσταθεί καν μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή ευρείας εκπροσώπησης των νομικών επιστημόνων, γεγονός που αποδεικνύει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια ανακατεύθυνσης του σκοπού του ποινικού δικαίου προς την απονομή μιας δικαιοσύνης διαφορετικής, μιας δικαιοσύνης με κυρίως τιμωρητικό και όχι αποκαταστατικό χαρακτήρα. 

Κατ’ αρχάς, σκόπιμη διαφαίνεται μια νύξη στις επιφανέστερες αλλαγές με τον νέο Νόμο. Ειδικότερα, το άρθρο 12 παρ. 1 Ν 5090/2024 ορίζει πως βάσει του νέου άρθρου 80 Α ΠΚ «Η ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) ετών, αν το δικαστήριο κρίνει ότι δεν υπάγεται στις προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 99 και 104 Α, μετατρέπεται σε χρηματική ποινή, υπολογίζοντας κάθε ημέρα σε ποσό από δέκα (10) έως εκατό (100) ευρώ, εκτός αν το δικαστήριο, με την απόφασή του, κρίνει ότι απαιτείται η πραγματική της έκτιση εν όλω ή εν μέρει, για να αποτραπεί ο δράστης από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων», με απότοκο να παρατηρείται επιστροφή στον θεσμό «εξαγοράς» της ποινής για μέρος εγκλημάτων, θεσμό των οποίο είχαμε αποχωριστεί για κάποια χρόνια.

Επιπλέον, με το άρθρο 16 Ν 5090/2024 μεταστρέφεται το ελαφρυντικό του προτέρου σύννομου βίου του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α’ ΠΚ σε ελαφρυντικό πρότερου «έντιμου» βίου που είχε καταργηθεί με τον Ν 4619/2019, με απόρροια να επιμετράται στο στάδιο επιβολής ποινής η γενικότερη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και κοινωνική ζωή που διήγε ο δράστης μέχρι τον χρόνο τέλεσης του εγκλήματος. Το στοιχείο της έντιμης ζωής προσδιορίζεται βάσει της σύγκλισης της συμπεριφοράς του ατόμου με τα κοινωνικώς αποδεκτά πρότυπα και έτσι, «δε διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα και η ασφαλής διαπίστωση εκείνου, το οποίο είναι νομικώς κρίσιμο στο κράτος δικαίου, στο οποίο ο ελεύθερος και υπεύθυνος πολίτης οφείλει τούτο μόνο, να συμμορφώνεται στον νόμο», όπως είχε επισημάνει χαρακτηριστικά και η αιτιολογική έκθεση του ΠΚ με τον παλιότερο νόμο. Υπό το πρίσμα λοιπόν, του προϊσχύσαντος Νόμου αποκλειόταν η χορήγηση του εν λόγω ελαφρυντικού αν υπήρχε πρότερη καταδίκη για κακούργημα ή βαρύ πλημμέλημα, ενώ στην περίπτωση του ελαφρού πλημμελήματος ή της ύπαρξης λευκού ποινικού μητρώου το δικαστήριο δύνατο να χορηγήσει το ελαφρυντικό αυτό, αλλά δεν υποχρεούτο, από τη στιγμή δε, και που η έννοια του «σύννομου βίου» νοείται ως η μη παραβίαση επιτακτικών ή απαγορευτικών κανόνων δικαίου (άρα, ακόμη και η μη διάπραξη αξιόποινων πράξεων στο πλαίσιο του διοικητικού δικαίου ή της δεοντολογίας) και όχι ως η εκπλήρωση απροσδιόριστων «ηθικών καθηκόντων» που επιτάσσει η έντιμη ζωή. 

Όσον αφορά τις τροποποιήσεις στο δικονομικό σκέλος, μια μεταρρύθμιση είναι η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 309 ΚΠΔ για απεριόριστο αριθμό κακουργημάτων, τα οποία θα παραπέμπονται πλέον με απευθείας παραπομπή μέσω κλητήριου θεσπίσματος και όχι με τον βασικό τρόπο παραπομπής, δηλαδή αυτόν του άρθρου 308 παρ. 1 ΚΠΔ που προϋποθέτει βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Αυτή η στρατηγική γίνεται για να επιταχυνθεί η απονομή ποινικής δικαιοσύνης. Πρόκειται όμως, για μια εικονικότητα των περισσότερων Υπουργών Δικαιοσύνης, αφού οι περισσότερες έννομες τάξεις επιτυγχάνουν τον προαναφερθέντα σκοπό μόνο με τον θεσμό της ποινικής διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με τον οποίο ο κατηγορούμενος παραδέχεται την ενοχή του για μικρότερο αδίκημα ύστερα από συμφωνία με τον εισαγγελέα για επιβολή μικρότερης ποινής. Ο θεσμός της ποινικής διαπραγμάτευσης μάλιστα, θεωρείται συμβατός με τις διατάξεις της ΕΣΔΑ, καθότι και η προβληματικότητα του μοντέλου του νέου νόμου, και δη της διεύρυνσης της διαδικασίας της απευθείας παραπομπής, διογκώνεται ακόμη περισσότερο αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι ο Πρόεδρος Εφετών συμφωνεί σχεδόν πάντοτε με τον εισαγγελέα Εφετών για την παραπομπή του κατηγορουμένου στην ακροαματική διαδικασία, ενώ παράλληλα, εναντίον της παραπομπής αυτής δεν μπορεί να ασκηθεί η προσφυγή του άρθρου 322 ΚΠΔ, με συνέπεια την αδυναμία του κατηγορουμένου να αμυνθεί στην ποινική δίωξη του. Τα Δικαστικά Συμβούλια μάλιστα, συνιστούν αναπόσπαστο κομμάτι της ποινικής διαδικασίας στον διεθνή δικαιικό κόσμο, ακριβώς επειδή αντικατοπτρίζουν την ανάγκη συλλογής περισσότερων αποδεικτικών στοιχείων για την εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστήριο. Χαρακτηριστική περίπτωση εν προκειμένω είναι αυτή του άρθρου 28 ΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία τις υποθέσεις με ιδιαίτερο δημόσιο συμφέρον τις αναλαμβάνει εισαγγελέας Εφετών και Εφέτης ανακριτής. Με το νέο άρθρο 309 ΚΠΔ λοιπόν, ο εισαγγελέας Εφετών θα διώκει μόνος του και ο Εφέτης του Μονομελούς Εφετείου θα αποφασίζει μόνος του ακόμα και για τις ιδιαίτερες με έντονο κρατικό ενδιαφέρον υποθέσεις του άρθρου 28 ΚΠΔ. 

Επιπροσθέτως, παρατηρείται πλέον μια «τυφλή» εμπιστοσύνη του νομοθέτη στις μονομελείς συνθέσεις των δικαστικών σχηματισμών με σκοπό την «εξοικονόμηση δικαστικών πόρων», παραβλέποντας το γεγονός πως δεν αρκεί μόνο μια «φθηνή» και «γρήγορη» δικαιοσύνη, αλλά απαιτείται και μια «δίκαιη» δικαιοσύνη. Συγκεκριμένα, με το άρθρο  74  Ν  5090/2024  διευρύνεται  απεριόριστα  η  καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Εφετείου συμπεριλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 301 και 303 ΚΠΔ, τα της πνευματικής ιδιοκτησίας, τα δασικά κακουργήματα, τα κακουργήματα του τελωνειακού κώδικα, καθώς και τα πλημμελήματα προσώπων ιδιάζουσας δωσιδικίας, τα οποία υπάγονταν προηγουμένως στη σύνθεση του Τριμελούς Εφετείου. Εκτός αυτού, διευρύνεται η υλική αρμοδιότητα και του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου του άρθρου 115 ΚΠΔ, το οποίο θα δικάζει πλέον όλα τα πλημμελήματα των ειδικών ποινικών νόμων και τα πλημμελήματα του ειδικού μέρους του ΠΚ, εκτός από εκείνα που υπάγονται στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο και Εφετείο, στο Δικαστήριο Ανηλίκων, τα υπηρεσιακά πλημμελήματα, κάποια περιουσιακά και σχετικά με τα υπομνήματα πλημμελήματα, καθώς και την ανθρωποκτονία εξ αμέλειας. Μια ακόμη δραστική και πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά νομικά δεδομένα μεταβολή στην εγχώρια διαδικασία απονομής ποινικής δικαιοσύνης αποτελεί και η κατάργηση των Πενταμελών Εφετείων με το άρθρο 75 παρ. 8 Ν 5090/2024, σύμφωνα με το οποίο τις εφέσεις του Τριμελούς Εφετείου θα τις δικάζει πάλι (;) το Τριμελές Εφετείο, με απόρροια να εξοβελίζεται η δυνατότητα ανώτερου δικαστηρίου – με ανώτερους κατά βαθμό δικαστές ή περισσότερους σε αριθμό ισόβαθμους δικαστές που κατά τεκμήριο διαθέτουν πληρέστερη κατάρτιση και μεγαλύτερη εμπειρία – να δικάζει τις εφέσεις κατά αποφάσεων πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, γεγονός που αντίκειται τόσο με το άρθρο 2 παρ. 1 του 7ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου όσο και με το άρθρο 14 παρ. 5 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. 

Εν κατακλείδι, με το άρθρο 78 Ν 5090/2024 προστίθεται η νέα παράγραφος υπ’ αριθμόν 5 στο άρθρο 215, σύμφωνα με την οποία «Αστυνομικοί και λοιποί προανακριτικοί υπάλληλοι που έχουν καταθέσει στην προδικασία, δεν καλούνται στο ακροατήριο αλλά αναγιγνώσκονται οι καταθέσεις τους. Ο εισαγγελέας ή το δικαστήριο αιτιολογημένα, μπορούν κατ’ εξαίρεση να παραγγείλουν την κλήτευση αν η εξέτασή τους με τεχνολογικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 238Α όπου είναι εφικτό, ή με φυσική παρουσία τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας. Σε κάθε περίπτωση, τα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου καλούνται από τον εισαγγελέα, αν η πράξη αφορά κακούργημα και το ζητήσει ο κατηγορούμενος εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσης στο ακροατήριο, σύμφωνα με τις διατυπώσεις της παρ. 3 του άρθρου 327 και πέραν του αριθμητικού περιορισμού της παρ. 2». Εν προκειμένω, το εν λόγω άρθρο αντιτίθεται με το άρθρο 357 παρ. 4 ΚΠΔ, βάσει του οποίου όταν ένας μάρτυρας εξετάζεται στο ακροατήριο τότε δε διαβάζεται η κατάθεση που είχε δώσει στην προδικασία, ενώ συγκρούεται και με το άρθρο 363 παρ. 1 ΚΠΔ, σύμφωνα με το οποίο μόνο στην περίπτωση που κρίνεται αιτιολογημένα ότι είναι αδύνατη η εμφάνιση ενός μάρτυρα στο ακροατήριο διαβάζεται σε αυτό η ένορκη κατάθεση που δόθηκε στην προδικασία. Τρόπον τινά ο κατηγορούμενος όχι μόνο έχει υπερβολικά ελάχιστο χρόνο στη διάθεση του (10 μέρες από την επίδοση του κλητήριου θεσπίσματος) να ζητήσει να κληθεί και ο αστυνομικός υπάλληλος στο ακροατήριο, (πολλές φορές μάλιστα, υπάρχει και η αδυναμία ενημέρωσης αυτού του δικαιώματος), αλλά μόνο κατ’ εξαίρεση καλείται κι αυτός ο μάρτυρας, ο οποίος σε κάποιες ποινικές δικές αποτελεί και τον μοναδικό, αδυνατώντας ο κατηγορούμενος επ’ ακροατηρίω να του θέσει ερωτήσεις και να διασφαλίσει τα δικαιώματα υπεράσπισης του. 

 Συνοψίζοντας και λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα, ο παρών Νόμος συνιστά μόνο μια έκφανση του φαινομένου του ποινικού λαϊκισμού, ο οποίος δε, μαστίζει ιδιαίτερα κοινωνίες που επιθυμούν να αποκαλούνται ως «δυτικές», αφού και τα δεδομένα και τα στατιστικά φυλακίσεων και υποτροπών με το πέρασμα του χρόνου και την εξέλιξη των κοινωνιών θα πρέπει να μειώνονται και όχι να αυξάνονται ιλιγγιωδώς, όπως συμβαίνει χαρακτηριστικά στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. 

 

 Συντάκτης: Ανέττα Τσελέπη


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.