Ο διαχωρισμός ανάμεσα στα ανεπτυγμένα και αναπτυσσόμενα κράτη αποτελεί μια βασική κατηγοριοποίηση που μέχρι και σήμερα παραμένει καίρια. Μια ματιά στον σύγχρονο γεωπολιτικό χάρτη και στην επικαιρότητα αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι ζούμε σε έναν κόσμο “δύο ταχυτήτων”. Από τη μία πλευρά συναντάμε κράτη με υψηλή οργάνωση, παραγωγικότητα και βιοτικό επίπεδο και από την άλλη, κράτη που βρίσκονται στο έλεος της φτώχειας, της διαφθοράς, της εξαθλίωσης και συχνά των εμφυλίων πολέμων. Χώρες όπως η Υεμένη, η Σομαλία και το Νότιο Σουδάν έχουν χαρακτηριστεί από μελετητές ως «αποτυχημένα κράτη» (“failed states”), αφού δεν έχουν καταφέρει να σταθεροποιηθούν σε εσωτερικό επίπεδο. Τί εννοούμε όμως, όταν λέμε ότι ένα κράτος αποτυγχάνει; Σε σχέση με τί και σύμφωνα με ποια κριτήρια το ορίζουμε;

Ορισμός

Σύμφωνα με τη Σύμβαση του Μοντεβιδέο (1933), για να μπορέσει μια διεθνής οντότητα να ονομαστεί κράτος, θα πρέπει να έχει α) μόνιμο πληθυσμό, β) καθορισμένη επικράτεια, γ) κυβέρνηση και δ) ικανότητα σύναψης σχέσεων με άλλα κράτη.

Ένα «αποτυχημένο κράτος» λοιπόν θεωρείται αυτό που έχει χάσει τη δυνατότητα ουσιαστικού και αποτελεσματικού ελέγχου της επικράτειας και των συνόρων του. Τα σύνορα του είναι ρευστά, λόγω εμφυλίων πολέμων, ενώ η οποιαδήποτε πολιτική ηγεσία αδυνατεί να επιβάλλει την εξουσία σε όλη την επικράτεια της χώρας. Παραστρατιωτικές ομάδες και επαναστατικά σώματα ανταρτών συχνά ελέγχουν σημαντικό μέρος της και διεκδικούν την πλήρη κυριαρχία σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο. Ο πληθυσμός του κράτους αυτού είναι επίσης ρευστός, αφού η εσωτερική αστάθεια προκαλεί μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές προς τις γειτονικές χώρες. Με άλλα λόγια, ένα αποτυχημένο κράτος διαθέτει μόνο την ικανότητα σύναψης σχέσεων με τρίτα κράτη, αλλά κανένα άλλο από τα υπόλοιπα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν.

Μεταξύ άλλων, ένα “failed state” χαρακτηρίζεται και από την αδυναμία της κεντρικής πολιτικής ηγεσίας -αν αυτή υπάρχει- να συγκεντρώσει εισοδήματα από φορολογικές εισπράξεις, να επιβάλλει τον νόμο και να διασφαλίσει την ανεξαρτησία και την ομαλή λειτουργία της δικαιοσύνης. Αντίστοιχα, αδυνατεί πλήρως να προσφέρει ασφάλεια και βασικές παροχές υγείας, πρόνοιας και εκπαίδευσης στους πολίτες, ούτε και να συντηρήσει και να δημιουργήσει δημόσιες εγκαταστάσεις. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση του κράτους αυτού έχει χάσει εντελώς τον έλεγχο του στρατού, της αστυνομίας και των υπόλοιπων δυνάμεων καταστολής, και άρα και τον έλεγχο της εσωτερικής επικράτειας και των συνόρων του.

Οι επιπτώσεις αυτής της κυβερνητικής αστάθειας και εσωτερικής διχοτόμησης του κράτους είναι αναμενόμενα. Τόσο το κράτος όσο και η κυβέρνηση έχουν χάσει την νομιμοποίησή τους απέναντι σε σημαντικό τμήμα των πολιτών αλλά και απέναντι στη διεθνή κοινότητα. Στο εσωτερικό της χώρας αυτής εντοπίζονται υψηλά ποσοστά διαφθοράς και εγκληματικότητας, αφού συμμορίες και παραστρατιωτικές ομάδες αναλαμβάνουν τον έλεγχο διαφορετικών περιοχών. Η βία και οι εμφύλιες συρράξεις γίνονται καθημερινό φαινόμενο, ενώ δεν αποκλείεται να τελεστούν και πράξεις γενοκτονίας και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ρουάντα και του Σουδάν στα τέλη του 20ου αιώνα.

Παράλληλα, ο κοινωνικός ιστός έχει διαρραγεί εντός ενός τέτοιου κράτους. Ο πληθυσμός ζει στα όρια της φτώχειας και της εξαθλίωσης, με υψηλά ποσοστά αναλφαβητισμού, αλλά και παιδικής θνησιμότητας, λόγω ασθενειών και ελλιπούς παροχής υγειονομικής περίθαλψης, έλλειψης ειδών πρώτης ανάγκης και πόσιμου νερού να συντείνουν στα παραπάνω. Αντίστοιχα υποβαθμισμένες είναι και οι κατοικήσιμες ζώνες των πόλεων, όπου απαντώνται ανύπαρκτες, κατεστραμμένες ή δυσλειτουργικές υποδομές -σχολεία, νοσοκομεία, κέντρα εξυπηρέτησης κ.α.-, ενώ η γραφειοκρατία είναι συνήθως τόσο περίπλοκη που αποθαρρύνει τους πολίτες από το να προσφύγουν σε δημόσιες υπηρεσίες. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που τα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα είναι ένα σύνηθες φαινόμενο σε ασταθή κράτη.

Φυσικά, η οικονομική κρίση είναι αναπόφευκτη συνέπεια μιας τέτοιας εσωτερικής αστάθειας. Ο πληθωρισμός εκτινάσσεται και η αγοραστική δύναμη του εγχωρίου νομίσματος πέφτει κατακόρυφα, όταν ένα κράτος αποτυγχάνει σε τέτοιο βαθμό. Το κράτος αυτό δεν εμπνέει καμία αξιοπιστία στις διεθνείς αγορές και προφανώς δεν προσελκύει καμία ξένη επένδυση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ένα κράτος της κεντρικής Αφρικής, το οποίο παρά τον ορυκτό του πλούτο, αδυνατεί να προσελκύσει μεγάλες ξένες επενδύσεις εξαιτίας της τεράστιας διαφθοράς και εσωτερικής αστάθειάς του.

Παραδείγματα “αποτυχημένων κρατών”

Ο χαρακτηρισμός ενός κράτους ως αποτυχημένου ή μη δεν μπορεί να είναι απόλυτος. Υπάρχουν χώρες που, παρότι αντιμετωπίζουν σοβαρά εσωτερικά ζητήματα, δεν έχουν διαρραγεί εσωτερικά σε τέτοιο βαθμό όσο άλλα κράτη. Με άλλα λόγια, μια ισχυρή οικονομική κρίση ή ένα στρατιωτικό πραξικόπημα δεν συνεπάγονται απαραίτητα και την πλήρη εσωτερική διάλυση ενός κράτους, στο βαθμό που θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει ως «αποτυχημένο». Η αποτυχία αυτή είναι ένα ζήτημα πολυπαραγοντικό και αποτελεί την ακραία περίπτωση ενός ασταθούς κράτους. Θα πρέπει το κράτος αυτό, λοιπόν, να συγκεντρώνει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά πλήρους αστάθειας, ώστε να χαρακτηριστεί ως τέτοιο.

Έτσι, θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε κράτη «λιγότερο αποτυχημένα» και άλλα περισσότερο. Αρχικά, η Σομαλία έχει χαρακτηριστεί από πολλούς πολιτικούς αναλυτές ως το «πιο αποτυχημένο κράτος» σε παγκόσμια κλίμακα. Έπειτα από την έξοδο της από έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο που έληξε το 1991, η χώρα δεν έχει καταφέρει να ορθοποδήσει. Μέχρι και σήμερα, επαναστατικά κινήματα από παραστρατιωτικές οργανώσεις λαμβάνουν χώρα και διεκδικούν την ανεξαρτητοποίηση του βορείου τμήματος της Σομαλιλάνδης. Καθημερινές είναι οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολύ συχνά είναι και τα ρεύματα εσωτερικής μετανάστευσης του πληθυσμού, καθώς και τα περιστατικά πειρατείας. Τέλος, είναι γνωστή και η δράση της Al Qaeda στα εσωτερικά ζητήματα της Σομαλίας, με τρομοκρατικές ενέργειες και παροχή όπλων στους επαναστάτες.

Ασταθή και αποτυχημένα έχουν χαρακτηριστεί και τα κράτη της Υεμένης, του Νοτίου Σουδάν και της Συρίας. Κοινό στοιχείο και των τριών αποτελεί το γεγονός ότι εξήλθαν από αιματηρούς και πολύχρονους εμφυλίους πολέμους, που προκάλεσαν μεγάλη ανασφάλεια, εσωτερική μετανάστευση και υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού τους. Ακόμη και σήμερα, κυβερνώνται από απολυταρχικά καθεστώτα και παράλληλα μη κρατικοί παράγοντες εξακολουθούν να προκαλούν αναστάτωση και να ελέγχουν τμήματα της εσωτερικής επικράτειάς τους.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η περίπτωση του Αφγανιστάν. Για πολλά χρόνια, το συγκεκριμένο κράτος αποτελούσε ένα πεδίο εσωτερικών συρράξεων, κυρίως λόγω της εμπλοκής των ΗΠΑ και άλλων εξωτερικών παραγόντων. Μετά την έξοδο των αμερικανικών στρατευμάτων από τη χώρα και την επάνοδο των Ταλιμπάν στην εξουσία το 2021, το ζήτημα απασχόλησε έντονα την παγκόσμια κοινή γνώμη. Η άνοδος αυτού του ακραία ισλαμιστικού κινήματος στην πολιτική ηγεσία γεννά ζητήματα ανασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή. Ωστόσο, το παράδοξο είναι ότι η σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας έχει σχετικά αποκατασταθεί, αφού η κυβέρνηση των Ταλιμπάν κατέχει de facto τον πλήρη έλεγχο τη χώρας και των συνόρων της, παρότι μπορεί να μην λαμβάνει την πλήρη αποδοχή και νομιμοποίηση από το σύνολο του πληθυσμού. Παρόλα αυτά, οι μελετητές εντάσσουν το κράτος αυτό στα πρόθυρα της “πλήρους αποτυχίας”.

Γιατί αποτυγχάνει ένας έθνος;

Ένα βασικό ερώτημα που γεννάται μελετώντας την περίπτωση του Αφγανιστάν είναι το εξής: τι είναι αυτό που μας κάνει τελικά να θεωρούμε ένα κράτος αποτυχημένο, ακόμη κι αν έχει πετύχει την σταθερότητα της πολιτικής εξουσίας; Πώς φτάνει δηλαδή στο σημείο να αποτύχει ένα κράτος;

Για την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, ενδιαφέρον παρουσιάζει μια θεωρία που αναπτύχθηκε από δύο διεθνώς καταξιωμένους οικονομολόγους, τον Daron Acemoglu και τον James Robinson, στο βιβλίο «Why Nations Fail».  Κεντρική ιδέα του πονήματός τους είναι η ιδέα ότι ένα κράτος «αποτυγχάνει» κυρίως εξαιτίας λανθασμένων επιλογών της πολιτικής του ηγεσίας και όχι εξαιτίας της γεωγραφίας, της κουλτούρας και άλλων γενικών παραγόντων. Με άλλα λόγια, οι αναλυτές θεωρούν ότι κάθε κράτος έχει τη δυνατότητα να ανακάμψει από μια σημαντική ύφεση, εφόσον η κυβέρνησή του πάρει σωστές, διαφανείς και αποτελεσματικές αποφάσεις.

Οι οικονομολόγοι αναπτύσσουν τη θεωρία το διπόλου ανάμεσα σε δύο διαφορετικά είδη οικονομικών μοντέλων: τους «inclusive economic institutions» και τους «extractive economic institutions».

Το πρώτο μοντέλο περιγράφει ένα σύνολο από οικονομικά μέτρα, που προστατεύουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας όλων των πολιτών και διασφαλίζουν την ισότιμη μεταχείρισή τους απέναντι στο νόμο. Αν τα οικονομικά δικαιώματα των ανθρώπων προστατεύονται ισότιμα, τότε εκείνοι ενθαρρύνονται να συμμετάσχουν ακόμη πιο ενεργά στην παραγωγική διαδικασία και να παράγουν ακόμη περισσότερο πλούτο για την κοινωνία. Αυτό το μοντέλο, συναντάται κυρίως σε φιλελεύθερες, «δυτικές» δημοκρατίες (ΗΠΑ, Νότια Κορέα κλπ). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το σύστημα της πατέντας, όπως αυτό εφευρέθηκε και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ. Εάν δεν θεσμοθετούνταν η προστασία των εφευρέσεων ισότιμα για όλους, τότε θα μπορούσε αυθαίρετα και επιλεκτικά να ευνοηθούν από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία μόνο συγκεκριμένα πρόσωπα, η λεγόμενη «ελίτ» της κοινωνίας.

Αντιθέτως, οι «extractive economic institutions» περιγράφουν εκείνο ακριβώς το οικονομικό μοντέλο που δεν ενθαρρύνει και συχνά δεν επιτρέπει τη συμμετοχή του πληθυσμού στην καινοτομία και την παραγωγή πλούτου. Με άλλα λόγια, οι πολίτες αντιμετωπίζονται ως πιόνια και συχνά ως σκλάβοι από την κεντρική πολιτική ηγεσία, ενώ ο πλούτος συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων, των «ελίτ». Το σύστημα αυτό συναντάται σε απολυταρχικά καθεστώτα του παρελθόντος (αποικιοκρατία στην Λατινική Αμερική και την Αφρική, ΕΣΣΔ κ.α.), αλλά και του παρόντος (Βόρεια Κορέα, Ισημερινή Γουινέα κ.α.).

Το συμπέρασμα της θέσης αυτής είναι το γεγονός ότι πίσω από την επιλογή ενός εκ των δύο οικονομικών μοντέλων, βρίσκονται καθαρά πολιτικές αποφάσεις. Το σύστημα της πατέντας στις ΗΠΑ πολύ πιθανόν να μην είχε εφαρμοστεί χωρίς την κατάλληλη πολιτική ηγεσία. Επομένως, κατά τους δύο συγγραφείς δεν αρκεί μόνο η σταθερότητα μιας κυβέρνησης, αλλά απαιτούνται και σωστές, δημοκρατικές και φιλελεύθερες πολιτικές που να ενθαρρύνουν την παραγωγή πλούτου προς όφελος όλης της κοινωνίας. Ένας έθνος συνήθως αποτυγχάνει όταν δεν εφαρμόζει τους λεγόμενους «intrusive economic and political institutions».

Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι ένα κράτος με τάση συγκεντρωτισμού δεν μπορεί να παραγάγει υπέρμετρο πλούτο. Για παράδειγμα, η Κίνα αποτελεί μια οικονομική υπερδύναμη, που όμως τείνει να εφαρμόζει αμφιλεγόμενες πολιτικές σε θέματα Κράτους Δικαίου και Δημοκρατίας. Δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί ως αποτυχημένο κράτος, αλλά αντιθέτως έχει θεωρηθεί ως ένα εύθραυστο, ακριβώς λόγω του αμφιλεγόμενου πολιτικού της καθεστώτος.

Αποτελούν κίνδυνο για την διεθνή κοινότητα;

Βασικός προβληματισμός τίθεται και γύρω από την επικινδυνότητα των κρατών αυτών για τη διεθνή κοινότητα. Χώρες που είναι τελείως εύθραυστες και αποπνέουν ανασφάλεια στους πολίτες τους, προκαλούν συχνά ανησυχία και σε παγκόσμιο επίπεδο. Για παράδειγμα, οι ισλαμιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις της Al Qaeda και του ISIS, που έχουν ήδη πετύχει σημαντικά θανατηφόρα χτυπήματα (11η Σεπτεμβρίου 2021, επιθέσεις στο Παρίσι το 2015 κ.α.), διατηρούν τις βάσεις τους στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ καθώς και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής. Το ίδιο συμβαίνει και με τη Βόρεια Κορέα, ένα κράτος που θεωρείται ότι βρίσκεται στα πρόθυρα της «αποτυχίας» και το οποίο προκαλεί διαρκή αναστάτωση στη διεθνή κοινότητα με τις απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων εναντίον γειτονικών κρατών.

Μήπως, λοιπόν, τελικά τα κριτήρια «αποτυχίας» ενός κράτους είναι καθαρά πλασμένα με βάση τα πρότυπα της Δύσης και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα άλλων εθνών; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι απλή. Είναι αναμφισβήτητο ότι τα βασικά κριτήρια της δημοκρατίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης, της διαφάνειας και του φιλελευθερισμού, τα οποία καθορίζουν το πόσο «αποτυχημένο» ή μη είναι ένα κράτος, είναι χτισμένα σύμφωνα με τα πρότυπα δυτικών κρατών.

Μπορεί, ωστόσο, πολλά έθνη του κόσμου να επιλέγουν ένα διαφορετικό τρόπο εσωτερικής οργάνωσης, που να βρίσκει την ευρεία αποδοχή και των πολιτών. Ωστόσο, η ιστορία έχει δείξει ότι κράτη με αυταρχικά καθεστώτα τείνουν να αποτυγχάνουν και τελικά να καταρρέουν για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Επομένως, είναι εφικτό να ξεφύγει ένα έθνος από μια πορεία πλήρους αποτυχίας, μόνο εφόσον οι ίδιοι οι πολίτες τη διεκδικήσουν.

Συντάκτης: Γιώργος Λυμπέρης

Πηγές: 

  • Center for Preventive Action. “War in Afghanistan.” Global Conflict Tracker, 19 Oct. 2021, www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/war-afghanistan.
  • Four Minute Books. “Why Nations Fail Summary (Animated) — Why Do Countries Differ so Much & How Can Any Country Improve?” YouTube, 7 Oct. 2022, www.youtube.com/watch?v=q6DgW64HkC8&ab_channel=FourMinuteBooks. Accessed 7 June 2024.
  • GREAT MINDS Official. “#FREE I Daron Acemoglu | Rich Nations, Poor Nations | GREAT MINDS.” YouTube, 30 May 2023, www.youtube.com/watch?v=90UUrZKHUOk&ab_channel=GREATMINDSOfficial. Accessed 7 June 2024.
  • Barma, Naazneen. “Failed State | Government.” Encyclopædia Britannica, 2019, www.britannica.com/topic/failed-state.
  • Janux. “Understanding the Global Community – Failed States.” YouTube, 25 Oct. 2014, www.youtube.com/watch?v=g5bx3qEdcC0&ab_channel=Janux. Accessed 7 June 2024.
  • Longley, Robert. “What Is a Failed State? Definition and Examples.” ThoughtCo, 27 July 2020, www.thoughtco.com/what-is-a-failed-state-definition-and-examples-5072546.
  • Merle, Thomas. “Notions En Débat. État Failli, État de Facto, Quasi-État.” Géoconfluences, 2022, geoconfluences.ens-lyon.fr/informations-scientifiques/a-la-une/notion-a-la-une/etat-failli-de-facto-quasi-etat.
  • TEDx Talks. “Why Nations Fail | James Robinson | TEDxAcademy.” YouTube, 7 Oct. 2014, www.youtube.com/watch?v=jsZDlBU36n0&ab_channel=TEDxTalks.
  • “What Makes a Failed State?” The Economist, 2 Sept. 2021, www.economist.com/the-economist-explains/2021/09/02/what-makes-a-failed-state.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.