Το ζήτημα της σχέσης που έχει προκύψει ανάμεσα στα δύο φύλα έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία σε αρκετούς τομείς των κοινωνικών επιστημών τις τελευταίες δεκαετίες. Το σημείο αφετηρίας αυτής της αντιπαράθεσης βρίσκεται γύρω από τις ανισότητες μεταξύ των ανδρών και των γυναικών, καθώς και τις συνέπειες των ανισοτήτων αυτών στη διεθνή πολιτική. Εδώ και μερικές δεκαετίες επικρατεί η αντίληψη πως ο κόσμος που ζούμε λειτουργεί με φυλετικά κριτήρια, όπου οι αξίες που σχετίζονται με τον ανδρισμό όπως ο ορθολογισμός, η ενέργεια κι η ισχύς έχουν μεγαλύτερη σημασία από αυτές που σχετίζονται με τη θηλυκότητα, όπως ο συναισθηματισμός και η παθητικότητα, πράγμα που οδηγεί σε μια φυλετική ιεραρχία, δηλαδή σε ένα σύστημα ισχύος στο οποίο οι άνδρες υπερέχουν έναντι των γυναικών.
Ιστορικά, η πολιτική σκηνή ήταν ανδροκρατούμενη, με τους άνδρες να κατέχουν περισσότερα ηγετικά αξιώματα και να διαμορφώνουν τις διεθνείς στρατηγικές. Ο ρόλος των γυναικών στην πολιτική σκηνή θα λέγαμε ότι ήταν συχνά υποδεέστερος συγκριτικά με αυτόν των ανδρών, ωστόσο δεν ήταν λίγες και οι στιγμές στην ιστορία που οι γυναίκες διαδραμάτισαν σημαντικούς και ενεργούς ρόλους, όπως στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν συμμετείχαν ενεργά στις αντιστασιακές κινήσεις και στην πολεμική βιομηχανία.
Ο λόγος που οι γυναίκες μέχρι και σήμερα, παρά την πρόοδο που έχει γίνει – και συνεχίζεται- είναι λόγω των στερεοτυπικών θέσεων που οδηγούν σε προκατειλημμένες απόψεις και θέσεις, όπως “οι άνδρες είναι θαρραλέοι ή έχουν μηχανικές ικανότητες” ενώ “οι γυναίκες μπορούν να φροντίσουν το σπίτι καλύτερα από τους άνδρες”. Τις πατριαρχικές αντιλήψεις που τοποθετούν στο περιθώριο τις γυναίκες κρατώντας τες μακριά από τις αποφάσεις της πολιτικής και διεθνούς πολιτικής, προσπαθεί να εξαλείψει η φεμινιστική θεωρία των διεθνών σχέσεων. Η θεωρία αυτή εξετάζει τις έμφυλες σχέσεις και υποστηρίζει ότι οι παραδοσιακές προσεγγίσεις των διεθνών σχέσεων παραβλέπουν τον ρόλο των γυναικών και τη σημασία της έμφυλης διάστασης στη διεθνή πολιτική, ενώ ακόμα προσπαθούν και για την προώθηση της ισότητας των δύο φύλων.
Παρά την μειωμένη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική σκηνή και στις διεθνείς σχέσεις, έρευνες δείχνουν ότι σε χώρες όπου οι γυναίκες συμμετέχουν σε διαδικασίες ειρήνης και ασφάλειας ενισχύονται οι πιθανότητες για διαρκή ειρήνη. Παράδειγμα σε αυτό, αποτελεί η συμμετοχή των γυναικών στις ειρηνευτικές διαδικασίες στην Λιβερία, όπου οι γυναίκες έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην επίτευξη της συμφωνίας ειρήνης, μετά από χρόνια εμφυλίου πολέμου. Ένας άλλος τομέας στον οποίο η συμμετοχή των γυναικών έχει συμβάλλει σημαντικά είναι ο τομέας της διπλωματίας και της εξωτερικής πολιτικής. Παραδοσιακά, οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται στις ανώτερες θέσεις της εξωτερικής πολιτικής και της διπλωματίας. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξανόμενη τάση προς τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γυναικών σε αυτούς τους τομείς. Η συμμετοχή των γυναικών στην εξωτερική πολιτική μπορεί να επιφέρει νέες προοπτικές και στρατηγικές, εστιάζοντας περισσότερο στην ειρηνική επίλυση συγκρούσεων και στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, στον τομέα της διπλωματίας οι γυναίκες διπλωμάτες συχνά φέρνουν μια διαφορετική προοπτική και είναι περισσότερο ανοιχτές στην συνεργασία και στον διάλογο, ενισχύοντας έτσι την αποτελεσματικότητα της διπλωματικής δράσης. Παραδείγματα γυναικών διπλωματών, που έχουν διαμορφώσει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και έχουν επηρεάσει σημαντικά τις διεθνείς σχέσεις είναι η Μάντελιν Ολμπράιτ και η Κοντολίζα Ράις.
Παρά τις προόδους που έχουν ήδη γίνει στην κοινωνία, οι γυναίκες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις και εμπόδια στην πλήρη συμμετοχή τους στις διεθνείς σχέσεις. Οι πολιτισμικές και κοινωνικές προκαταλήψεις, η έλλειψη πρόσβασης στην εκπαίδευση και σε ευκαιρίες και οι δομικές ανισότητες αποτελούν σημαντικά εμπόδια. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις απαιτούνται συντονισμένες προσπάθειες από κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμούς, αλλά κυρίως από την ίδια την κοινωνία των πολιτών. Μία από τις πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί σε διεθνές επίπεδο προέρχεται από τον ΟΗΕ και ονομάζεται ‘Ατζέντα 2030” για την Βιώσιμη Ανάπτυξη, η οποία περιλαμβάνει συγκεκριμένους στόχους για την ισότητα των δύο φύλων. Ακόμα, το ψήφισμα 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τις γυναίκες, την ειρήνη, και την ασφάλεια υπογραμμίζει τη σημασία της συμμετοχής των γυναικών στην επίλυση των συγκρούσεων και στις διαδικασίες ειρήνευσης.
Συντάκτης: Κωνσταντίνα Ταράτσα