Αν προσπαθούσαμε να περιγράψουμε τη σύγχρονη πραγματικότητα με ένα χρώμα, θα αντιλαμβανόμασταν ότι αυτό μας το εγχείρημα δεν θα είχε αποτέλεσμα, από τη στιγμή που τα περισσότερα γεγονότα που διαδραματίζονται γύρω μας, χαρακτηρίζονται από τον “τόνο του μαύρου”. Μέσα από κάθε συμβάν που διαταράσσει την επιφανειακή αρμονία και το υποκειμενικά τακτοποιημένο χάος της κοινωνίας μας – κυρίως δυσάρεστο – αναδεικνύονται – ευτυχώς ή δυστυχώς – πρόσωπα που μεταβάλλουν κατά καιρούς τους πρωταγωνιστές του εκάστοτε γίγνεσθαι. Πρόσωπα τα οποία ανήκουν προφανώς σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, εργάζονται σε διαφορετικούς τομείς και έχουν διαφορετικό βιοτικό επίπεδο. Οι αόριστες γενικεύσεις και τα γρήγορα συμπεράσματα – που πολλές φορές απέχουν παρασάγγας από την πραγματικότητα – καθιστούν το άτομο υπερώνυμο της κοινωνικής μερίδας όπου ανήκει. Η εν λόγω ταύτιση μπορεί να λάβει υπόσταση μόνο εφόσον προέρχεται από πρόσωπα πελατειακών σχέσεων και ευρύτερα πρόσωπα κυρίαρχων κοινωνικών ομάδων, που δρουν εις βάρος πιο ευάλωτων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, διαμορφώνονται προσδοκίες και ματαιώσεις, οι οποίες άλλοτε χωλαίνουν και άλλοτε διαθέτουν στέρεα ερείσματα.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ταύτιση και η αποσιώπηση γεγονότων από ομάδες, οι οποίες διαθέτουν την καθομολογία κοινωνική δύναμη “στα χέρια τους”, απαιτείται οι υποτιθέμενα “αδύναμες” ομάδες να αποδείξουν όχι μόνο το αντίθετο, αλλά και την υπεροχή τους μέσω των διασυνδέσεων, των πράξεων και της ασυγκράτητης διεκδίκησης των ανθρωπίνως αυτονόητων. Δύο τραγικά γεγονότα βρίσκονται εδώ για να αναδείξουν το χάσμα του τρόπου προσέγγισης διαφόρων καταστάσεων, το οποίο αφορά τόσο τη βαρύτητα που δίνεται σε κάθε περίπτωση στην ανθρώπινη ζωή, βάσει παγιωμένων – μη κοινώς αποδεκτών απόψεων – αλλά και την ευκαιρία, ευχέρεια και δύναμη να δικαιωθούν. Χρειάζονται δηλαδή ευκαιρίες και προσπάθεια για να διαμοιραστούν οι ευθύνες δυστυχημάτων, όταν μάλιστα αυτά συμβαίνουν σε πλαίσια όπου έχουν ήδη καθοριστεί αρμόδιοι για κάθε φορέα; Αλλά από την άλλη, απαιτείται η ομαλή λειτουργία και η αντικατάσταση των ατυχημάτων από δυστυχήματα, προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε τον εκφυλισμό της δημοκρατίας, την ανάγκη αλλαγής, αλλά και τη σύγχρονη τραγικότητα του “κράτους δικαίου;”.
Τα δύο αυτά γεγονότα αφορούν το λησμονημένο για τον ελληνικό λαό ναυάγιο της Πύλου και την πασίγνωστη τραγωδία στα Τέμπη. Κοινός τους γνώμονας αποτελεί η αναζήτηση δικαιοσύνης και η προσπάθεια εύρεσης απαντήσεων από ελληνικούς και όχι μόνο φορείς, από τη στιγμή βέβαια που παρατηρήθηκαν και στις δύο περιπτώσεις, απόπειρες απόκρυψης αποδεικτικών στοιχείων ενοχής. Στη περίπτωση του ναυαγίου, η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εκτελούν το έργο τους, υποβασταζόμενοι από τους συγγενείς των θυμάτων και τους επιζώντες του δυστυχήματος, ενώ στη περίπτωση των Τεμπών, το ζήτημα έχει λάβει έκταση και έχει τεθεί υπό εξέταση στην Κομισιόν, υποκινούμενο και πάλι από άτομα που κατέχουν ακριβώς την ίδια θέση επί της κατάστασης. Η δικαίωση φυσικά και στα δύο πολύνεκρα συμβάντα αποτελεί ζήτημα ανθρώπινο και όχι φυλετικό. Θύματα του θαλάσσιου δυστυχήματος αποτελούν Αιγύπτιοι, Σύριοι, Πακιστανοί, Αφγανοί και Παλαιστίνιοι, γεγονός που θα μπορούσε να αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα ενασχόλησης του ελληνικού λαού με το συγκεκριμένο θέμα. Εφαλτήριο σ’ αυτή την περίπτωση αποτελεί η ταύτιση μεμονωμένων παραδειγμάτων παθογένειας από ανθρώπους που προέρχονται από τις προαναφερθείσες περιοχές, εντός ελληνικών συνόρων, με ολόκληρους τους λαούς τους. Η απαξίωση λοιπόν της ζωής των εν λόγω ατόμων και η πεποίθηση – έστω και ασυνείδητα – της ύπαρξης διακρίσεων καθιστά το ζήτημα δευτερεύον εντός των συνόρων μας, παρόλο που εξετάζεται η ευθύνη της χώρας μας σε όλο αυτό. Οι ρατσιστικές πεποιθήσεις δηλαδή και ειδικότερα, η προσπάθεια των ισχυρότερων, υιοθέτησης τους από το ‘’πλήθος’’ αποπροσανατολίζουν από τον πραγματικό διαμοιρασμό των ευθυνών.
Οι αβάσιμες ταυτίσεις ατόμων με ολόκληρες κοινωνικές ομάδες, φέρνουν στην επιφάνεια κινήματα και οδηγούν στην υιοθέτηση ακραίων πεποιθήσεων, οι οποίες πολλές φορές αποτελούν γόνιμο έδαφος για την ασυδοσία, τη μορφή αυτή της μη περιορισμένης ελευθερίας, η οποία εισβάλλει στην ελευθερία του γενικώς διαφορετικού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της ανάπτυξης του “εξτρεμιστικού φεμινισμού” και της νοοτροπίας του “αντιανδρισμού”, εξαιτίας της σωρείας γυναικοκτονιών που παρατηρούνται το τελευταίο διάστημα. Η γενίκευση του ανδρικού πληθυσμού ως βίαιου, χειριστικού και “μισογυνίστικου” μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια επιπόλαιη αντίδραση, ως ένα βιαστικό συμπέρασμα εξαιτίας των αρνητικών συναισθημάτων που δημιουργούνται από τα παραδείγματα λανθασμένης συμπεριφοράς ανδρών έναντι γυναικών, η οποία όπως προαναφέρθηκε οδηγεί πολλές φορές στο θάνατο. Ωστόσο, η καλλιέργεια της κριτικής μας σκέψης και η προσέγγιση των προβλημάτων που εμφανίζονται μη ολιστικά, θα δώσει χώρο σε δίκαιους χαρακτηρισμούς και σε ορθότερους τρόπους διαχείρισης κρίσεων.
Σύμμαχο της εν λόγω γενίκευσης και συνεκδοχικά της αβάσιμης ταύτισης αποτελεί η πρόληψη, η πρώιμη ενημέρωση και η αναγνώριση της αξίας εξέτασης του συνόλου, χωρίς βέβαια να παραλείπεται η εξέταση μεμονωμένων γεγονότων. Η ρίψη της βαρύτητας στη συμπεριφορά του συνόλου και ο μη επηρεασμός από την προσπάθεια καθοδήγησης συμφερόντων ισχυρών ομάδων αδιαμφισβήτητα θα αποτελέσει αρωγό διαμόρφωσης μιας ισότιμης αντιμετώπισης καταστάσεων και φωτεινό παράδειγμα προσπάθειας στήριξης του “κράτους δικαίου”. Η διαμόρφωση σταθερής προσωπικής ταυτότητας και η ‘’δίψα’’ αναζήτησης της αλήθειας αποτελεί πρόκληση αλλά και αναγκαία προϋπόθεση ύπαρξης δικαιοσύνης.
Έτσι λοιπόν, μέσω των συνταρακτικών γεγονότων που αντικρίζουμε καθημερινά γύρω μας αποκτάμε προσδοκίες, αλλά και οδηγούμαστε στη ματαίωσή τους σε περίπτωση που η κατάσταση που βιώνουμε οδηγεί σε αδιέξοδο. Η προβολή τους καθίσταται εφικτή μέσω της θέσπισης νέων κάθε φορά ορίων, όσον αφορά τον τρόπο και την ταχύτητα αντίδρασης. Η ύπαρξη εμπειρίας στην αντιμετώπιση ενός θέματος είναι εχθρός της ελαστικότητας του λαού έναντι στην προσέγγιση ενός παρόμοιου ζητήματος. Οι προσδοκίες των πολιτών πλέον διαφαίνονται από διάφορα σημεία ανάπτυξης ιδεών. Από μια ανάρτηση σε ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης μέχρι μια ομιλία από κάποιο πρόσωπο που αποτελεί άτομο επιρροής για πρόσωπα της εξουσίας ή ένα ψήφισμα, έστω και διαδικτυακό, έτσι ώστε να αναδειχθεί η στήριξη του λαού και η ανάγκη που διαθέτει για δικαίωση και αλήθεια. Στοίχημα αποτελεί η ανατροπή της φράσης ‘’οι πολλές ελπίδες είναι για τους απαισιόδοξους’’ , με την ευχή να διαμορφώσουμε έναν τόπο όπου οι ελπίδες θα είναι για όλους ή ακόμα καλύτερα οι ελπίδες θα είναι παροδικές, διότι οι προσδοκίες δεν θα είναι τίποτα παραπάνω από την πραγματικότητα του εγγύς μέλλοντος.
Συντάκτης: Αλεξάνδρα Μπεκίρη