Το 2024, εξελίσσεται σε ένα έτος διεξαγωγής σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, οι οποίες αναμένονται να καθορίσουν τις διεθνείς εξελίξεις. Αναφορικά στη διετή πλέον διένεξη Ρωσίας– Ουκρανίας, διεθνολογική έμφαση οφείλεται να δοθεί στο πόρισμα στις Προεδρικές Εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών τον φετινό Νοέμβριο, καθώς μια πιθανή νίκη του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου Ντόναλντ Τράμπ, ενδέχεται να επηρεάσει την αδιάκοπη υποστήριξη των Η.Π.Α προς το Ουκρανικό κράτος μεταβάλλοντας έτσι τις ισορροπίες.

Εστιάζοντας όμως στην άνοιξη του 2024, μια αξιοσημείωτη εξέλιξη αναμένεται να λάβει μέρος και δεν είναι άλλη από τις Προεδρικές Εκλογές που επρόκειτο να πραγματοποιηθούν την 15η με 17η Μαρτίου στη Ρωσία. Σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Κρεμλίνο προς τιμήν βετεράνων πολέμου οι οποίοι βραβεύτηκαν με το υψηλότερο στρατιωτικό αξίωμα του Ρωσικού κράτους την 8η Δεκεμβρίου του απερχόμενου έτους, ο νυν Πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν ανακοίνωσε την απόφαση του να αναμετρηθεί στις επερχόμενες εκλογές διεκδικώντας την πέμπτη συνεχόμενη προεδρική θητεία του, γεγονός που δεν εκπλήσσει την παγκόσμια κοινότητα ούτε στο ελάχιστο: «Οι καιροί είναι τέτοιοι που χρειάζεται να πάρω μια απόφαση. Θα κατέβω ως υποψήφιος» όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στις 8 Δεκεμβρίου.

Το παρελθόν του Ρώσου ηγέτη, αποτελεί άξιο αναφοράς: Ο πλέον εγκληματίας πολέμου όπως έχει χαρακτηριστεί από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης λόγω διάπραξης εγκλημάτων πολέμου εις βάρος του ουκρανικού λαού, ξεκίνησε την καριέρα του ως λειτουργός πληροφοριών στην Επιτροπή Κρατικής Ασφάλειας της πρώην Σοβιετικής Ένωσης (κοινώς γνωστή στα ελληνικά ως Κα Γκε Μπε ή KGB). Εν συνεχεία αναδείχθηκε των Προεδρικών Εκλογών την αυγή του 2000, διαδέχοντας τον μέχρι τότε Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Μπόρις Γιέλτσιν. Έκτοτε, βρίσκεται στην κεφαλή της Ρωσικής ηγεσίας επί 24 ολόκληρα χρόνια –με τη μόνη ίσως εξαίρεση να αποτελεί η περίοδος 2008-2012 όπου διετέλεσε πρωθυπουργός της χώρας με τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ να εκτελεί χρέη Προέδρου-. Πρόκειται για τον μόνο ηγέτη που έχει προεδρεύσει για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα στη χώρα από τον καιρό του Ιωσήφ Στάλιν, ξεπερνώντας ακόμα και την 18χρονη προεδρική θητεία του Λέονιντ Μπρέζνιεφ.

Το ερώτημα όμως που δημιουργείται σε αυτό το σημείο είναι το πώς ο Πούτιν μπόρεσε να κυβερνά τη Ρωσία για 24 ολόκληρα χρόνια: Σύμφωνα με πληροφορίες, το ρωσικό σύνταγμα του 1993 το οποίο βασιζόταν εν μέρει  στο γαλλικό σύνταγμα του 1958 και δημιούργησε ελπίδες στη Δύση πως θα αποτελέσει το εφαλτήριο για την εδραίωση της δημοκρατίας στη μετασοβιετική Ρωσία, προέβλεπε το δικαίωμα ενός πολιτικού να υπηρετήσει ως πρόεδρος για δύο μόνο συνεχόμενες θητείες διάρκειας τεσσάρων χρόνων. Ωστόσο μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν το 2008, αύξησαν το όριο της προεδρικής θητείας από τέσσερα σε έξι χρόνια, ενώ μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν το 2020, επέτρεψαν στον Πούτιν το δικαίωμα να διεκδικήσει άλλες δύο συνεχόμενες θητείες ύστερα του 2024. Στατιστικώς δικαίωμα ψήφου στη Ρωσική επικράτεια διαθέτουν σχεδόν 110 εκατομμύρια άνθρωποι, αν και στις κάλπες εμφανίζονται κυρίως τα 70 με 80 εκατομμύρια με το ποσοστό συμμετοχής στις προεδρικές εκλογές του 2018 να ανέρχεται στο 67,5%. Σύμφωνα με τελευταία ευρήματα της ανεξάρτητης μη κυβερνητικής ρωσικής εταιρείας δημοσκοπήσεων Levada Center, έως και τον Νοέμβριο του 2023 ο Ρώσος Πρόεδρος απολαμβάνει ποσοστό δημοτικότητας περίπου του 85%. Σε γενικές γραμμές το ποσοστό δημοφιλίας του από την απαρχή της προεδρίας του το 2000 έως σήμερα, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο 60 με 90%. Αναλυτικότερα, κέρδισε την προεδρική κούρσα του 2000 με 53% των ψήφων, ενώ στις εκλογές του 2004 αναδείχθηκε με 71,3%. Αναφορικά με τις προεδρικές εκλογές του 2012, ο Πούτιν συγκέντρωσε το 63.6% των ψήφων ενώ στις τελευταίες εκλογές του 2018 ο Ρώσος ηγέτης αναδείχθηκε με 76,7%.

Σε διάστημα δύο ετών διεξαγωγής του ρωσοουκρανικού πολέμου, εκτιμάται πως σχεδόν 315.000 ρώσοι και 70.000 ουκρανοί στρατιώτες έχουν χάσει τη ζωή τους στα πεδία των μαχών, ενώ περισσότεροι από 10.000 Ουκρανοί πολίτες έχουν φύγει από τη ζωή. Φυσικά όσον αφορά τη μεγαλύτερη αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας από τον καιρό της Κρίσης των Πυραύλων στη Κούβα το 1962, ο Ρώσος πρόεδρος καταφεύγει στο χαρακτηρισμό της ρωσοουκρανικής διένεξης ως «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης», με το Κρεμλίνο να μπλοκάρει ρωσικές ιστοσελίδες οι οποίες χρησιμοποιούν τους όρους «πόλεμος» και «εισβολή» για να χαρακτηρίσουν την κατάσταση στην Ουκρανία. Ο απολυταρχισμός του Ρώσου ηγέτη, αποτελεί εδώ και χρόνια ξακουστός και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις: συστηματικά φαινόμενα διαφθοράς και παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, περιστατικά εκφοβισμού φυλάκισης ή ακόμα και εξολόθρευσης πολιτικών αντιπάλων, και πλήρης έλεγχος των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Συνυπολογίζοντας τις προαναφερόμενες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τη διεκδίκηση του προεδρικού θώκου, κεντρικός στόχος του Πούτιν αποτελεί ο συνολικός έλεγχος του κράτους -κάτι το οποίο έχει επιτυχημένα κατορθώσει τα τελευταία 24 χρόνια-.

Η απόφαση του Πούτιν να συμμετάσχει στην εκλογική κούρσα ως ανεξάρτητος υποψήφιος παρόλο της υψηλής υποστήριξης που διαθέτει από τον πυρήνα του κόμματος του ονόματι «Ενωμένη Ρωσία», απεικονίζει την αυτοπεποίθηση του σχετικά με το πόρισμα των εκλογών και την ίδια του τη νίκη. Η ταυτότητα των αντιπάλων του στις φετινές εκλογές αποτελεί καίριας σημασίας: Η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή της Ρωσίας έως και την 9η Ιανουαρίου, ενέκρινε τον Λεονίντ Σλούτσκι του Ρωσικού Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, τον Νικολάι Χαριτόνοφ του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, και τον Βλαντισλάβ Νταβάγκοφ του Κόμματος του «Νέου Λαού» (New People) ως τους πολιτικούς που θα σταθούν απεναντίας του Πούτιν στις προεδρικές εκλογές του Μαρτίου. Η απόρριψη από την επιτροπή δύο υποψηφίων επικριτών του πολέμου στην Ουκρανία Μπόρις Ναντεζντίν και Εκατερίνα Ντάντσοβα με την δικαιολογία εύρεσης σφαλμάτων στις αιτήσεις τους, εξυπηρετεί άμεσα τις προσπάθειες Πούτιν ώστε ο πόλεμος στην Ουκρανία να παραμείνει απαρατήρητος στον λαό κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Συνεπώς, παρόλο της διαφοροποίησης των πολιτικών αντιπάλων του Πούτιν σε θέματα ιδεολογικού ενδιαφέροντος και εσωτερικών υποθέσεων, ο Ρώσος ηγέτης φαίνεται πως έχει διαλέξει καλά τους αντιπάλους του στην εκλογική κούρσα, καθώς κανείς εκ των τριών δεν αντιτίθεται του πολέμου στο Ουκρανικό κράτος -εξέλιξη η οποία θα δημιουργούσε ρωγμές στο ισχυρό καθεστώς του Πούτιν- οδηγούμενος έτσι ολοένα και περισσότερο σε μια σίγουρη νίκη.

Όπως προαναφέρθηκε, συχνή τακτική του Πούτιν αποτελεί η φυλάκιση δημοσίων προσώπων οι οποίοι τάσσονται ενάντια στο καθεστώς του, και επικρίνουν ανοιχτά το Κρεμλίνο για τις πράξεις του: Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο χρόνιος πολιτικός αντίπαλος του Πούτιν και επικριτής του Αλεξέι Ναβάλνι, ο οποίος έφυγε απρόσμενα από τη ζωή τον Φεβρουάριο στο σωφρονιστικό κέντρο «Πολικός Λύκος», στο οποίο κρατούνταν, υπομένοντας συχνά βασανιστήρια από τις ρωσικές αρχές. Η δολοφονία του από το επιτελείο του Πούτιν, αποτελεί δεδομένο στους δυτικούς δρώντες –παρά την οποιαδήποτε άρνηση του Κρεμλίνου στην ανάμειξη του αιφνιδιαστικού θανάτου του και απουσίας δηλώσεων από τον ίδιο τον Ρώσο πρόεδρο-. Φυσικά ο Ναβάλνι ως πολέμαρχος του Πούτιν, αντιτασσόταν και σθεναρά κατά του πολέμου στην Ουκρανία: Όπως είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο ιδρυτής του Ιδρύματος Κατά της Διαφθοράς τον περασμένο Δεκέμβριο: «Για τον Πούτιν οι εκλογές του 2024 αποτελούν ένα δημοψήφισμα έγκρισης των πράξεων του, έγκρισης του πολέμου. Για αυτό ας διακόψουμε τα σχέδια του ώστε κανένας να μην ενδιαφέρεται για τα στημένα αποτελέσματα της 17ης Μαρτίου, και όλη η Ρωσία να δει και να καταλάβει: ότι η επιθυμία της πλειοψηφίας είναι να φύγει ο Πούτιν». Πλέον όπως αποδεικνύουν και τα τεκταινόμενα, αποτελεί χρέος της Γιούλια Ναβάλναγια να συνεχίσει το έργο του συζύγου της ζητώντας από τους Υπουργούς Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον προηγούμενο μήνα, να μην αναγνωρίσουν τις εκλογές του Μαρτίου, απευθυνόμενη παραλλήλως και στους υποστηρικτές της να απελευθερώσουν τη Ρωσία από «ληστές με στολές, κλέφτες και δολοφόνους», τονίζοντας πως «Ένας πρόεδρος που δολοφόνησε τον κύριο πολιτικό του αντίπαλο δεν μπορεί εξ ορισμού να είναι νόμιμος».

Τα λεγόμενα Ναβάλνι περί έγκρισης του ρωσοουκρανικού πολέμου μέσω των εκλογών, επιβεβαιώνονται σαφώς και από τους αναλυτές: «Οι εκλογές αυτές αποσκοπούν στην νομιμοποίηση της απόφασης του Πούτιν να διεξάγει τον πόλεμο» όπως σημείωσε ο Αντρέι Κολέσνικοφ του Κέντρου Κάρνεγκι Ρωσία Ευρασία στη Μόσχα. Ένας από τους πρώην συμβούλους και νύν επικριτής του Πούτιν Μαράτ Γκέλμαν, συμπληρώνει: «Οι εκλογές διεξάγονται ώστε να απεικονίσουν στους Ρώσους ότι η ζωή κυλάει φυσιολογικά. Ο Πούτιν θέλει να προβάλει μια αύρα ηρεμίας. Το μήνυμα είναι ότι ενώ ο πόλεμος ήρθε για να μείνει αυτό δεν εμποδίζει τους Ρώσους από το να ζήσουν μια φυσιολογική χαρούμενη ζωή». «Για τον Πούτιν είναι σημαντικό να δείξει στις ελίτ ότι εκπροσωπεί τον λαό, και ότι  είναι μάταιο να ταχθεί κάποιος απέναντι του» υποστηρίζει τέλος ο πολιτικός σύμβουλος και πρώην συντάκτης ομιλιών του Πούτιν, Αμπάς Γκαλιάμοβ.

Τα πορίσματα των προηγούμενων εκλογικών αναμετρήσεων στη Ρωσία, αμφισβητούνται όσον αφορά την αληθοφάνεια τους λόγω ύπαρξης ορισμένων προβλημάτων κατά τη διάρκεια των εκλογικών διαδικασιών: Ύστερα στενής παρακολούθησης των προεδρικών εκλογών του 2018 από την Υπηρεσία Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODIHR) του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (OSCE), υπονομεύθηκαν σε σημαντικό βαθμό τα θεμελιώδη δικαιώματα της έκφρασης αλλά και της συγκρότησης συνελεύσεων και ενώσεων μεταξύ των πολιτικών κομμάτων καθώς και της δυνατότητας εγγραφής των υποψηφίων, γεγονός που οδήγησε στη μείωση ενδιαφέροντος για πολιτική εμπλοκή και επακολούθως στην έλλειψη γνησίου ανταγωνισμού στην εκλογική διαδικασία. Συνεχίζοντας, η έκθεση του OSCE ανέφερε προβλήματα σχετικά με το δικαίωμα στη μυστικότητα της ψήφου και στη διαφάνεια του υπολογισμού των ψήφων, ενώ η Ρωσική εταιρεία παρακολούθησης εκλογικών ψήφων ονόματι Golos, έχει δηλώσει περιστατικά εκβιασμών από τις ρωσικές αρχές –συμπεριλαμβανομένου τη φυλάκιση του ιδρυτή της εταιρείας-, ώστε να αποτραπεί ως επί το πλείστον η λαϊκή παρακολούθηση των φετινών εκλογών.

Από ότι προβλέπεται, η νίκη Πούτιν στις εκλογές του Μαρτίου είναι δεδομένη και το Ρωσικό κράτος δεν πρόκειται να ξεμπερδέψει γρήγορα από το απολυταρχικό καθεστώς του Ρώσου ηγέτη. Η ανάδειξη του Πούτιν ως προέδρου για πρώτη φορά, φανερώνει το εξής: πως θα παραμείνει στην εξουσία έως και το 2036, με αποτέλεσμα να ξεπεράσει την 29χρονη θητεία του Ιωσήφ Στάλιν, και να γίνει ο μακροβιότερος πλέον ηγέτης που γνώρισε ποτέ η Ρωσία.

Συντάκτης: Μαρία Ανδρίκου

Πηγές: 


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.