Στην ιστορία της η ανθρωπότητα έχει περάσει από δεκάδες χιλιάδες πολέμους για λόγους οικονομικούς, ιμπεριαλιστικούς, ιδεολογικούς, επαναστατικούς ή θρησκευτικούς. Ποτέ όμως κάποιος ηγέτης δεν ισχυρίστηκε ότι ο πόλεμος, που ο ίδιος ξεκίνησε, είναι από τη φύση του άδικος. Αποτέλεσμα αυτού είναι από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα οι θεωρητικοί, οι φιλόσοφοι και οι ειδικοί να εξετάζουν με διαφορετικές προσεγγίσεις τους πολέμους και τις συρράξεις μεταξύ κρατών και άλλων πολιτικών οντοτήτων, με στόχο να τους κρίνουν και να τους ξεχωρίσουν σε κατηγορίες δίκαιων και άδικων συγκρούσεων. Μερικές από αυτές τις προσεγγίσεις είναι αυτή του «Ρεαλισμού» -η οποία παραμένει ίσως η πιο κυρίαρχη θεωρία στα πλαίσια των διεθνών σχέσεων και των war studies-, αυτή του «Ειρηνισμού», του «Κανονιστικού Φιλελευθερισμού» και η θεωρία του «Δίκαιου Πολέμου». Το συγκεκριμένο άρθρο έχει ως στόχο να παρουσιάσει την ιστορία και τις βασικές αρχές της θεωρίας του «Δίκαιου Πολέμου», καθώς ξεχωρίζει σημαντικά από τις υπόλοιπες, με τον τρόπο που έχει συσταθεί.

Όπως τα περισσότερα ρεύματα στο συγκεκριμένο ζήτημα, έτσι και ο Δίκαιος Πόλεμος βρίσκει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Πιο συγκεκριμένα, ένας αξιοσημείωτος αριθμός θεωρητικών του παρελθόντος φαίνεται να φιλοσοφεί για το δίκαιο του πολέμου. Ωστόσο, οι πιο βάσιμες πηγές που κατέχουμε είναι από την αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Ρώμη. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Η διεθνής κοινωνία και οι θεωρίες των διεθνών σχέσεων», φιλόσοφοι οι οποίοι μπορούν να καταλογιστούν ως αυτοί που «έθεσαν τα θεμέλια» για την δημιουργία αυτής της σχολής σκέψης είναι ο Αριστοτέλης και ο Κικέρωνας (Ηρακλείδης, 2009). Μάλιστα, με μια προσεκτική ματιά, μπορούμε να βρούμε στοιχεία του «δικαιολογημένου πολέμου» και στο έργο του «πατέρα της Ρεαλιστικής Προσέγγισης», Θουκυδίδη. Ωστόσο, η πιο οργανωμένη ανάπτυξη των θέσεων αυτής της προσέγγισης ήρθε στον Μεσαίωνα με τα έργα του Αγίου Αυγουστίνου και του Θωμά Ακινάτη, οι οποίοι όντας άνθρωποι της εκκλησίας και της πίστης που δέχτηκαν ότι οι πόλεμοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αναζήτησαν, έχοντας επηρεαστεί από τον χριστιανικό τρόπο ζωής τους, τα χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να έχει μια σύγκρουση για να έχει δίκαιο χαρακτήρα, αλλά και να περιορίζεται το άδικο και η βία στον μεγαλύτερο βαθμό οπού είναι εφικτό. Στην εποχή μας, ένας από τους πιο γνωστούς εκπροσώπους της θεωρίας αυτής είναι ο πολιτικός θεωρητικός Michael Walzer, ο οποίος μέσω των βιβλίων του, και κυριότερα μέσω του έργου του «Δίκαιοι και Άδικοι Πόλεμοι», κάνει μια προσπάθεια να αναλύσει την θεωρία του Δίκαιου Πολέμου και να την μετατρέψει εν μέρει, ώστε να ταιριάζει στην νέα εποχή της τεχνολογικής εξέλιξης και της «εκκοσμίκευσης» των κρατών.

Οι αρχές της θεωρίας του «Δίκαιου Πολέμου» περιβάλλονται από έναν γενικό κανόνα σχετικά με την ηθική, καθώς και ορισμένα κριτήρια που πρέπει να επαληθεύονται. Πιο αναλυτικά, ο «Δίκαιος Πόλεμος» υποστηρίζει πως υπάρχουν καθολικοί κανόνες ηθικής. Κανόνες οι οποίοι είναι κοινοί για την ανθρωπότητα και μπορούν να εφαρμοστούν και για τις κρατικές οντότητες. Συνεπώς, η θεωρία στηρίζει πως η αποκαλούμενη «κοινή ηθική» και το δίκαιο είναι έννοιες συμβατές με τη κυριαρχία των κρατών. Αφού, λοιπόν, τα διαφορετικά κράτη έχουν κοινή ιδέα για τους κανόνες που θεωρούνται ως ηθικοί και δίκαιοι, ο «Δίκαιος Πόλεμος» έρχεται για να παρουσιάσει μια σειρά από κριτήρια, ως ένα «μανιφέστο» για τους τρόπους που μπορούν τα κράτη να ρυθμίζουν την πολεμική βία, να την περιορίζουν αλλά και για τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι συγκρούσεις, ώστε να υπηρετούν την δικαιοσύνη. Αυτά τα κριτήρια διαχωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: Τα κριτήρια για να οδηγηθεί κάποιος σε πόλεμο (Jus Αd Βellum), τα κριτήρια για την δίκαιη διεξαγωγή του ίδιου του πολέμου (Jus In Bello) και τα κριτήρια δικαιοσύνης μετά την λήξη ενός πολέμου (Jus Post Bellum).

Τα κριτήρια του Jus Ad Bellum, όπως προαναφέρθηκε, λειτουργούν εξετάζοντας τις συνθήκες υπό τις οποίες ξεκινάει ή μπορεί να ξεκινήσει ένας πόλεμος. Πρώτη παράμετρος είναι να γίνεται για έναν «δίκαιο σκοπό», όπως για παράδειγμα μια στρατιωτική παρέμβαση που έχει στόχο τη προστασία των αδύναμων ή άλλων μειονοτήτων από τακτικές καταπίεσης και γενοκτονίας που χρησιμοποιεί κάποιο καθεστώς. Δεύτερο κριτήριο είναι ο πόλεμος να κηρύττεται από μια επίσημη αρχή, με βάση τις επίσημες διαδικασίες που επιβάλλεται να ακολουθηθούν. Παραδείγματος χάριν, οι αυθαίρετες επιθέσεις τρομοκρατικών ομάδων κατά κρατών, οι οποίες ομάδες δεν έχουν μια κρατική σύσταση, παραβιάζουν το συγκεκριμένο κριτήριο. Τρίτον, η θεωρία στηρίζει πως οι πιθανότητες επιτυχίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν και είναι μια βασική παράμετρος για να θεωρηθεί ένας πόλεμος δίκαιος. Δηλαδή, θεωρείται άδικο μια πολιτική οντότητα να ξεκινήσει μια σύγκρουση, στην οποία γνωρίζει ότι θα ηττηθεί. Ο λόγος για το παραπάνω είναι πως παραμένει αθέμιτη η εντελώς ανώφελη απώλεια ανθρώπινων ζωών για έναν «χαμένο σκοπό». Τελευταίο κριτήριο, και ίσως το σημαντικότερο, είναι ο πόλεμος να παραμένει ως η έσχατη λύση σε μια αντιπαράθεση για την υπεράσπιση της δικαιοσύνης. Πιο αναλυτικά, επιβάλλεται σε αυτόν ο οποίος έχει το δίκαιο με το μέρος του να χρησιμοποιήσει πρώτα όλα τα μέσα της διπλωματίας, του διαλόγου, των κυρώσεων ακόμα και των προειδοποιήσεων που κατέχει στη διάθεσή του. Με βάση το παραπάνω, η θεωρία στηρίζει ότι ένας πόλεμος μπορεί να αποφευχθεί εάν χρησιμοποιηθούν άλλα μέσα πριν την τελευταία εναλλακτική του πολέμου.

Από την άλλη πλευρά, τα κριτήρια του Jus In Bello περιγράφουν τις δίκαιες πράξεις εντός ενός πολέμου. Συγκεκριμένα, αυτά είναι η αναλογικότητα κατά τη διάρκεια της σύρραξης, δηλαδή τα μαχόμενα μέρη να μην χρησιμοποιούν περισσότερη από τη βία που θεωρείται άκρως απαραίτητη, και η αποφυγή διεξαγωγής πράξεων οι οποίες θεωρούνται από την φύση τους άδικες, όπως οι δολοφονίες στρατιωτών που παραδίνονται ή αμάχων άνευ διακρίσεως, η κακομεταχείριση των κρατούμενων πολέμου, η χρήση μεθόδων οι οποίες λογίζονται ως βάρβαρες, όπως παράδειγμα οι βιασμοί, οι γενοκτονίες και οι επιθέσεις με χημικά και βιολογικά όπλα. Τέλος, το Jus In Bello τονίζει ότι τα θετικά του πολέμου πρέπει να υπερτερούν των αρνητικών.

Στη συνέχεια, η τρίτη κατηγορία του Jus Post Bellum δεν έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο επίπεδο, καθώς η συζήτηση για τα κριτήρια σχετικά με το τι μπορεί να θεωρηθεί «δίκαιο» μετά το τέλος ενός πολέμου ξεκίνησε μόλις στις αρχές του 21ου αιώνα. Ένας από τους πιο γνωστούς υποστηρικτές για την εισαγωγή και αυτών των κριτηρίων στη θεωρία του «Δίκαιου Πολέμου» είναι ο Gary J. Bass, ο οποίος έχει υποστηρίξει πως «το επακόλουθο ενός πολέμου είναι υψίστης σημασίας για την δικαιοσύνη της ίδιας της σύγκρουσης» (Bass, 2004). Τα κριτήρια αυτής της κατηγορίας δεν μπορούμε να τα παρουσιάσουμε αριθμητικά, καθώς είναι ακόμα μια κατηγορία η οποία συνεχώς εξετάζεται, συζητιέται και διορθώνεται. Ωστόσο, η γενικότερη σκέψη περιστρέφεται γύρω από τις υποχρεώσεις που έχουν τα μαχόμενα μέρη μετά την λήξη της σύγκρουσης, οι οποίες επικεντρώνονται στην επαναφορά της δικαιοσύνης εν καιρώ ειρήνης. Συνεπώς, αυτό σημαίνει την επιστροφή αιχμαλώτων, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τον δίκαιο καταλογισμό ευθυνών, την επανεγκατάσταση των εκτοπισμένων, τον ορισμό των αποζημιώσεων και τέλος την επαναφορά του αισθήματος της ασφάλειας και, γενικότερα, την εφαρμογή μιας δίκαιη συνθήκης για την ειρήνη.

Παίρνοντας την βάση των παραπάνω κριτηρίων, μπορεί ο καθένας να εξετάσει ιστορικά παραδείγματα πολέμων και να εφαρμόσει την θεωρία για να καταλήξει σε συμπεράσματα και να ξεχωρίσει τους πολέμους μεταξύ δίκαιων και άδικων. Έχοντας ως παράδειγμα, τον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου την περίοδο 1990-1991, παρατηρούμε ότι τα περισσότερα κριτήρια επαληθεύονται, όσον αφορά την εισβολή των Αμερικανών και των συμμάχων τους στο Ιράκ και στο -υπό ιρακινή κατοχή- Κουβέιτ. Από την στιγμή που η προτεραιότητα η οποία βρισκόταν στην «ατζέντα» των επιτιθέμενων ήταν η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας του Κουβέιτ, ενώ παράλληλα έγινε χρήση όλων των εναλλακτικών μεθόδων διπλωματίας από τον ΟΗΕ για την αποφυγή του πολέμου, ο Πρώτος Πόλεμος του Κόλπου μπορεί να θεωρηθεί ως ένας δίκαιος πόλεμος.

Από την άλλη πλευρά, παίρνοντας ένα παράδειγμα της αρχαιότητας, και συγκεκριμένα την εισβολή των Αθηναίων στην Μήλο το 416 π.Χ., αυτή θα χαρακτηριζόταν, χωρίς καμία αμφιβολία, ως μια άδικη σύρραξη, καθώς παραβιάζεται και το «δίκαιο για την διεξαγωγή της εισβολής» αλλά και το «δίκαιο κατά την διάρκεια του πολέμου». Η αιτιολογία για το συμπέρασμα αυτό είναι ότι οι Αθηναίοι είχαν μονάχα το «δίκαιο της ισχύς τους» με το μέρος τους, όπως άλλωστε υποστήριζαν και οι ίδιοι. Τα κριτήρια του Jus Ad Bellum δεν πληρούνται καθώς ο λόγος της εισβολής δεν αφορούσε κάποια δικαιοσύνη, παρά μόνο τα στρατηγικά συμφέροντα της Αθήνας. Επιπλέον, η αναλογικότητα του Jus In Bello δεν τηρήθηκε, καθώς η σφαγή των Μηλίων ήταν βία η οποία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Συνεπώς, χωρίς την επαλήθευση των κριτηρίων, ο πόλεμος αυτός παραβίαζε την κοινή ηθική και τις αρχές της δικαιοσύνης.

Συμπερασματικά, ο «Δίκαιος Πόλεμος» είναι μια θεωρία η οποία, εξετάζοντας πολεμικές συγκρούσεις, έρχεται να βρει μια μέση λύση ανάμεσα στα δύο άκρα του Ειρηνισμού και του Ρεαλισμού. Δέχεται την ύπαρξη των πολέμων, αλλά παρουσιάζει τρόπους αποφυγής και ρύθμισης της πολεμικής βίας. Με γνώμονα τα κριτήρια δικαιοσύνης που αναφέρθηκαν προηγουμένως, αλλά και την προσήλωση της θεωρίας στην ιδέα ότι υπάρχει κοινή ηθική και καθολικοί κανόνες δικαιοσύνης, ο «Δίκαιος Πόλεμος» ξεχωρίζει τις δίκαιες από τους άδικες συγκρούσεις και δίνει στα κράτη οδηγίες για την ρύθμιση των δράσεων τους σε αυτό το ζήτημα. Γι’ αυτό και οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας επιχειρηματολογούν πως αυτή η προσέγγιση περιορίζει πιο αποτελεσματικά την βία, σε σύγκριση με όλες τις υπόλοιπες.

Συντάκτης: Νίκος Χριστοδούλου

Πηγές: 

  • Bass, G. J. (2004, Autumn). Jus Post Bellum. Philosophy & Public Affairs, 32(4), σσ. 384-412.
  • Ηρακλείδης, Α. (2009). Η διεθνής κοινωνία και οι θεωρίες των διεθνών σχέσεων. ΣΙΔΕΡΗΣ Ι.
  • Brooks, T. (October 2012). Studies in Moral philosophy: Just War Theory. Brill.
  • Walzer, M. (2015). Just and unjust wars: A moral argument with historical illustrations. 5th edition. New York: Basic Books.
  • Childress, J. F. (1978). Just-War Theories: The Bases, Interrelations, Priorities, and Functions of Their Criteria. Theological Studies, 39(3), 427-445. https://doi.org/10.1177/004056397803900302
  • Kreveld, M. v. (2011). Η μεταμόρφωση του πολέμου. Θεσσαλονίκη: Τουρίκη.
  • Johnson, J. T. (1981). Just War Tradition and the Restraint of War: A Moral and Historical Inquiry. Princeton Legacy Library.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.