Ιδεολογικές αντιπαραθέσεις στο παρασκήνιο, εκατέρωθεν ιδεοληψίες, στερεοτυπικές αντιλήψεις, ετεροχρονισμένες αντιδράσεις, αποκομμένες διαβουλεύσεις, “τσιτάτα” και εργαλεία πολιτικής δράσης περασμένων εποχών, δαιμονοποίηση, υποκρισίες και υπερβολές. Πολιτική σύγκρουση on a greek way. Παρόλα αυτά σύγκρουση, η ουσία της πολιτικής ως πράξη. Με συγκεκριμένα διακυβεύματα προς διεκδίκηση, άλλοτε φανερά κι άλλοτε από την πίσω πόρτα, με συγκεκριμένες ιδεολογικές και πολιτικές αφετηρίες. Μακριά στο παρόν πόνημα από αναλύσεις και “επιμορφώσεις” περί μη κρατικών πανεπιστημίων, περί (αντί)συνταγματικότητας και άρθρου 16, περί σύγκρισης πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων της επικείμενης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, η ουσία πίσω από την μεταρρύθμιση – τομή υποκρύπτει, ακούσια ή εκούσια ότι ο όλος “θόρυβος” δεν αφορά τα μη κρατικά πανεπιστήμια καθαυτά. Τα μη κρατικά πανεπιστήμια (ιδιωτικά επί της ουσίας) αποτελούν για τους μεν υποστηρικτές το φετίχ αλλά κυρίως το πολιτικό εργαλείο πολιορκίας της απέναντι όχθης (θα εξηγήσουμε παρακάτω), για τους μεν επικριτές, είναι το “σκιάχτρο” που φτιάχτηκε να αναπαραστήσει τον “εχθρό”. Όμως ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι άλλος και ακόμα παρών και για τις δύο πλευρές.
Η ηγεμονία του 41% και η στρατηγική του “112”
Από την εποχή του “114” στις αρχές της δεκαετίας του 60’, τις διαδηλώσεις για το Κυπριακό νωρίτερα και φυσικά τα “Ιουλιανά”, στην αναγεννησιακή εποχή του ελληνικού φοιτητικού κινήματος, η ελληνική συντηρητική παράταξη, έμαθε να ζει με την ιδέα πως το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι ο μόνος θεσμός/χώρος της δημόσιας σφαίρας, που δεν μπόρεσε ποτέ να ηγεμονεύσει ή να ελέγξει ιδεολογικά. Αυτή η φετιχοποίηση του δημόσιου πανεπιστημίου από την ελληνική Δεξιά υπήρξε αδιάλειπτη σε όλη την μεταπολιτευτική περίοδο και σήμερα πιθανόν βρίσκεται ένα ιδανικό “παράθυρο” ευκαιρίας για την άλωση του άβατου του προοδευτικού κόσμου στην χώρα, όπως είθισται να είναι ο ελληνικός ακαδημαϊκός χώρος.
Μέσω της εμπορευματοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά και την ταυτόχρονη υποβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου, επιτελείται εδώ και αρκετά χρόνια μια συνολική και συντονισμένη υπονόμευση όχι μόνο της ποιότητας των παρεχόμενων σπουδών και υπηρεσιών των ελληνικών πανεπιστημίων αλλά και της θέσης και της αξίας του στον κοινωνικό σχηματισμό και την συλλογική συνείδηση.
Η συγκυρία μοιάζει ιδανική για την ολοκλήρωση μιας διαδικασίας της άρχουσας τάξης της ντόπιας ολιγαρχίας μαζί με τους πολιτικούς ταγούς της, να απαλλαγεί από το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο όχι μόνο ως “έξοδο” της ελληνικής οικονομίας, αλλά και ως πετράδι της ελληνικής προοδευτικής διανόησης και “όχημα” των μη προνομιούχων. Επιτελείται συνειδητά ή ασυνείδητα να συναφθεί ένα νέο “κοινωνικό συμβόλαιο” μεταξύ της άρχουσας ελίτ και των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, όπου η παιδεία και η εκπαίδευση αποκτούν συγκεκριμένη χρηματική αξία και αποκόπτονται από την “υποχρέωση” να επιστρέφονται στην κοινωνία αλλά αντιθέτως καταλήγουν “assets” στο βιογραφικό.
Σε μια συγκυρία λοιπόν, αλλεπάλληλων και επικαλυπτόμενων κρίσεων, η παρούσα κυβέρνηση επιλέγει να θίξει το ταμπού της ελληνικής μεταπολίτευσης περί ιδιωτικοποίησης της ανωτάτης εκπαίδευσης. Γιατί στο τέλος της ημέρας, περί αυτού (θα) πρόκειται παρά τις τωρινές υπεκφυγές και διασφαλίσεις του κυβερνητικού μπλοκ.
Όμως οι ευθύνες δεν βαραίνουν μονάχα την παρούσα ή όποια άλλη κυβερνητική εξουσία θέλησε ή επιχείρησε να άρει από τα δημόσια χέρια το πανεπιστήμιο, αλλά και το ετεροχρονισμένο και εν υπνώσει φοιτητικό κίνημα καθώς και ένα σημαντικό μέρος της κοινότητας των πανεπιστημιακών καθηγητών που για διάφορους λόγους άφησαν να “θωπευθεί” το αυτοδιοίκητο των ιδρυμάτων και να ροκανιστεί ολίγον κατ’ ολίγον ο προϋπολογισμός τους.
Στο παρόν, η expert στην επικοινωνιακή διαχείριση κυβέρνηση της Ν.Δ., επιτυγχάνει με πολύ μικρές απώλειες να ξεπεράσει τον σκόπελο των αναμενόμενων αντιδράσεων που θα προκαλούσε, όπως και συμβαίνει, το Ν/Σ για την ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων στην χώρα. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Μα μέσα από την γνωστή μετακίνηση της ατζέντας ή καλύτερα, στην αλλαγή της “μαρκίζας” για το ίδιο θέμα.
Το μείζον δεν είναι να επιτραπούν νόμιμα να λειτουργήσουν μη κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, αλλά η ενίσχυση και υποστήριξη των δημόσιων δωρεάν πανεπιστημίων και οι εγγυήσεις πως ο υποτιθέμενος ανταγωνισμός με μη κρατικά ιδρύματα δεν θα αποτελούσε ένα σκοτεινό δωμάτιο που καταλήγει στην πλήρη απαξίωση των πρώτων.
Αυτό ακριβώς το μείζον “προσπερνούν” στον δημόσιο διάλογο οι ενάντιοι το κυβερνητικό σχέδιο. Αυτό ακριβώς ήθελαν να επιτύχουν ή μάλλον να αποφύγουν τα στελέχη της κυβέρνησης. Να μην μεταφερθεί δηλαδή η συζήτηση στο παρόν και στο μέλλον των δημόσιων ιδρυμάτων εκπαίδευσης.
Το φοιτητικό κίνημα, αντιδρά δυναμικά αν και ετεροχρονισμένα, αλλά προς λάθος διακύβευμα. Ένα ισχυρό και σύγχρονο δημόσιο πανεπιστήμιο δεν έχει να φοβηθεί τον ανταγωνισμό και τον πλουραλισμό από κανένα μη κρατικά χρηματοδοτούμενο (αυτό θα το δούμε!) πανεπιστημιακό ίδρυμα. Εκεί χρειαζόταν να στραφούν οι προβολείς της δημοσιότητας και να διεξαχθεί η διεκδίκηση και αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και όχι στις ορέξεις της ντόπιας ολιγαρχίας που διέκρινε μια ωραία ευκαιρία για..business as usual.
Η κυβέρνηση “έριξε άδεια για να πιάσει γεμάτα” πριν ανακοινώσει τις λεπτομέρειες της προτεινόμενης μεταρρύθμισης και το “σαν έτοιμο από καιρό στις επάλξεις” φοιτητικό κίνημα δεν είδε την παγίδα. Η κυβερνητική προπαγάνδα δαιμονοποίησε εύκολα τις πρώτες δυναμικές αντιδράσεις αφήνοντας εκτός κάδρου τα επίδικα τις μεταρρύθμισης, μιλώντας για γνωστά φαινόμενα “μπαχαλοποίησης” των πανεπιστημίων και “εκτσογλανισμού” του φοιτητικού κινήματος.
Μετακινεί την ατζέντα στις αντιδράσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας, αποσιωπεί τις φωνές των πανεπιστημιακών ενώ (υπερ)προβάλλει σκωπτικά τις φοιτητικές κινητοποιήσεις δείχνοντας να μην κατανοεί τα αιτήματα που είναι πέρα από τα μη κρατικά πανεπιστήμια καθαυτά.
Οι φοιτητική κοινότητα αντέδρασε δυναμικά αλλά προκαταβολικά πριν δοθεί στη δημοσιότητα το Ν/Σ, γιατί ακριβώς το κλίμα δυσαρέσκειας ή θυμού είναι πέρα από το διακύβευμα της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων.
Νερό στον μύλο της κυβέρνησης η χρόνια και σταδιακή συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Κινητοποιήσεις και πολιτικές δράσεις της πρώιμης μεταπολίτευσης, παρωχημένα εργαλεία αντίδρασης, αποκομμένη από τα αιτήματα των άλλων κοινωνικών ομάδων, χωρίς ουσιαστική και ποιοτική αλληλεπίδραση μιας συνεκτικής ατζέντας με εμπροσθοφυλακή την σπουδάζουσα νεολαία. Μια χορογραφία που δεν έχει τίποτα και κανέναν να συγ-κινήσει. Έτσι θα μπορούσαμε γλαφυρά να περιγράψουμε τις τωρινές φοιτητικές κινητοποιήσεις. Με μια λέξη, retro ή out of season.
Η Ν.Δ. καταφέρνει και σε αυτό το ζήτημα να ασκήσει την ηγεμονία του “41%” και να επιφέρει σοβαρό πλήγμα – αν όχι καθοριστικό – στο τελευταίο προπύργιο ελεγχόμενο από τον προοδευτικό χώρο.
Ταυτόχρονα, σε αντίθεση με τα “επαναστατικά γυμνάσια” που κατηγόρησε τους φοιτητές, η κυβέρνηση επιδίδεται σε “γυμνάσια” του δόγματος του “112”. Θέτει το θέμα των αντιδράσεων και των διαμαρτυριών ως μια έκτακτη ανάγκη – σαν μια φυσική καταστροφή – που χρήζει έκτακτων μέτρων διαχείρισης και αντιμετώπισης του κινδύνου. Ποιός είναι ο “κίνδυνος” στην προκειμένη περίπτωση; Μα φυσικά η εξεταστική περίοδος που δύναται να χαθεί σε πολλά από τα ιδρύματα που τελούν υπό κατάληψη στο πλαίσιο των φοιτητικών κινητοποιήσεων. Η κυβέρνηση μαζί με το εγχώριο μιντιακό κατεστημένο, δεν ενδιαφέρεται να διαφωτίσει και να διευκολύνει τον διάλογο μεταξύ των πλευρών, ούτε να αμβλύνει ή να καθησυχάσει τις ανησυχίες. Θέλει να δημιουργήσει τον “χρήσιμο” εχθρό που θα δώσει τον χρόνο και τις απαραίτητες δημόσιες αναπνοές ώστε να υπερψηφιστεί το νομοσχέδιο με τις λιγότερες δυνατές πολιτικές ζημίες. Ο βολικός αντίπαλός δεν είναι άλλο παρά το φοιτητικό κίνημα που βγήκε στους δρόμους να διαμαρτυρηθεί μεν, πέφτωντας στην παγίδα της “ατζέντας” δε.
Το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, βάλλεται μετωπικά και ήδη τραυματισμένο από τις χαμένες πρόσφατες μάχες της υποβάθμισης του, (προ)βλέπει, να εκπίπτει περαιτέρω στην συλλογική ελληνική συνείδηση του ρόλου που (πρέπει να) επιτελεί. Είναι ένα ακόμα κρίσιμο λιθαράκι σε έναν ευρύτερο μετασχηματισμό του ελληνικού κοινωνικού ιστού με “άγνωστες” κατευθύνσεις.
Γιατί το πανεπιστήμιο είναι πάνω απ’ όλα ζήτημα δημοκρατίας
To ελληνικό πανεπιστήμιο, εκτός από δημόσιο και δωρεάν πρέπει να παραμείνει πάνω απ’ όλα πανεπιστήμιο και όχι πρατήριο πτυχίων και ονείρων. Όπως και κάθε άλλο πανεπιστήμιο παντού στον κόσμο.
Σκεφτείτε μια χώρα, από τις ονομαζόμενες ανεπτυγμένες χωρίς καλά (και σχεδόν πάντα όχι ιδιωτικά) πανεπιστήμια. Μάλλον δεν θα βρείτε.
Ένα καλό πανεπιστήμιο έχει εξ ιδρύσεως, κυρίως στην νεωτερική και μεταβιομηχανική εποχή τρεις συγκεκριμένους ρόλους να επιτελέσει για την ανθρωπότητα και την κοινωνία εντός της οποίας ζει.
Ο ακαδημαϊκός του ρόλος είναι αφενός η μεταλαμπάδευση γνώσεων σε ευρύτερα στρώματα των κοινωνιών, αφετέρου η παραγωγή νέας γνώσης που θα επιστραφεί στην κοινωνία στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος.
Ο κοινωνικός του ρόλος επιτελείται στον εκδημοκρατισμό της γνώσης που άρει τα εμπόδια της εκπαίδευσης που ίσχυαν για αιώνες σε πλατιές λαϊκές μάζες, αποτελώντας το όχημα της κοινωνικής κινητικότητας. Ο εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη μιας κοινωνίας περνάει ακριβώς μέσα από αυτήν την ίσων ευκαιριών πρόσβαση στην απόκτηση αλλά και στην αναζήτηση γνώσεων.
Το πανεπιστήμιο συμβάλλει ενεργά στην αύξηση του βιοτικού και οικονομικού επιπέδου μιας κοινωνίας. Η παραγωγή γνώσης επιστρέφει στο κοινωνικό σύνολο και στην οικονομία ως “κεφάλαιο” προς εκμετάλλευση για την παραγωγή πλούτου. Η εξάλειψη του αναλφαβητισμού και η παραγωγή νέων και περισσότερων επιστημόνων συνδράμει καθοριστικά στην πολυδιάστατη ανάπτυξη ενός κράτους.
Σε τελική ανάλυση, το πανεπιστήμιο είναι απαραίτητο εφόσον είναι δημοκρατικό.
Συντάκτης: Γιάννης Μαρινάκης