Προσπαθείς να δημιουργήσεις κάτι, πιάνεσαι από καταστάσεις, αλλά δεν μπορείς να σκεφτείς “τίποτα” που να σε γεμίζει. Δεν ξέρεις αν θες κάτι ιδιαίτερο ή αν προτιμάς το πιο απλοϊκό. Αυτό που ξέρεις είναι ότι δεν θες κάτι ενδιάμεσο. Πολλές φορές αδυνατούμε να συμβιβαστούμε με τη φαινομενική τελειότητα της μετριότητας και την ευκολία της ποικιλίας, αλλά ίσως θα μπορούσαμε να συμβιβαστούμε με το οικείο, χωρίς να είναι απίθανο να έχει κάποια από αυτά τα χαρακτηριστικά. Οικείο: μια λέξη που προσδιορίζει το σπίτι μας και μπορεί να προκαλέσει αυτό το “τίποτα”, το οποίο έχει δύο άκρα, αλλά ταυτόχρονα δεν περιορίζεται. Άλλωστε τα σπίτια μας είναι οι άνθρωποι και μάλλον είναι δυνατό το οικείο να σε κάνει να αισθανθείς ξένος ακόμα και με τον ίδιο σου τον εαυτό.
Ακόμα και μία απλή αναφορά στην έννοια του “κενού” προκαλεί την αίσθηση απομάκρυνσης από τη ζώνη άνεσής μας, η οποία με τη σειρά της, τουλάχιστον αρχικά, επιφέρει αρνητικά συναισθήματα. Και εδώ ταιριάζει ένα γνωστό σκίτσο αγνώστου καλλιτέχνη: Ήταν αυτός. Στεκόταν στο δωμάτιό του χωρίσ να έχει παράθυρα, αλλά παρόλο που ήταν ξεκλείδωτη η πόρτα, δεν έβγαινε, γιατί από τη χαραμάδα μπορούσε να δει το ασυνήθιστο, τρομακτικό για τον ίδιο φως. Η απόφαση του να κάνει το επόμενο βήμα υπήρξε χρονοβόρα και δύσκολη. Ωστόσο, η ίδια η συνειδητοποίηση της υπερίσχυσης των θετικών έναντι των αρνητικών χαρακτηριστικών στον έξω κόσμο, άξιζε τον κόπο της προετοιμασίας.
Ρεαλιστικά, η έξοδος από τη ζώνη άνεσής μας πιθανότατα να ισοδυναμεί με την αλλαγή των σκέψεών μας, η οποία συνεπάγεται την αρχή μιας καινούριας ζωής. Μιας ζωής που θα συμπεριλαμβάνει νέες συναναστροφές, ευκαιρίες που ελλοχεύουν ρίσκο, αλλά και γεγονότα που δεν έγιναν όπως τα θέλαμε εξ αρχής, αλλά εν τέλει επωφεληθήκαμε από αυτά. Κατανοούμε ότι ίσως από την πρώτη στιγμή είχαμε φανταστεί έναν κόσμο που δεν θα μας έκανε ό,τι δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς σε αυτόν, αλλά δυστυχώς δεν ζούμε σε τέτοιο περιβάλλον. Θεωρητικά ανεξήγητα συμβάντα λαμβάνουν χώρα, αλλά στη συνέχεια αποδεικνύεται ότι έχουν πιο βάσιμη εξήγηση από αυτά που είχαμε προβλέψει και προγραμματίσει.
Στη ζωή πολλές φορές λέμε ότι κάποια γεγονότα συμβαίνουν για το “τίποτα”, χωρίς να υπάρχει κάποιος λόγος. Πλέον σκέφτομαι όμως ότι επειδή ακριβώς κάποια πράγματα δεν έχουν νόημα, δίνουν νόημα στη ζωή μας. Για να μην έχουν νόημα πάει να πει ότι δεν μπορούμε να συλλάβουμε την αιτία εμφάνισης τους στη ροή των γεγονότων και αυτά τα αναπάντητα γιατί, είναι ακριβώς αυτά που σου υπενθυμίζουν ότι ζεις, ότι νιώθεις και δεν αποκλείεται να αδικείσαι. Αναπάντητα, επειδή μπορεί απλά να μην έχουν απάντηση ή να μην είχαμε το θάρρος να τη διεκδικήσουμε. Πιθανό να μην αισθανόμασταν ευπρόσδεκτοι, να ξέραμε ότι η απάντηση θα ήταν επιπόλαιη και πλαστή ή ακόμα χειρότερα να καταλαβαίναμε ότι η ανάγκη μας για την αναζήτησή της θα μεταφραζόταν ως αδυναμία. Αρκεί βέβαια που ξέραμε μέσα μας την αλήθεια και ας μην είχαμε τη δύναμη να την παραδεχτούμε ή να την επιβεβαιώσουμε.
Απαιτείται πολύς χρόνος για την συνειδητοποίηση του “τίποτα” της απουσίας και “των πάντων” που τη διαδέχονται. Της απουσίας ανθρώπων, σκέψεων, συναισθημάτων και ιδεών που είχαμε χτίσει, αλλά δεν είχαμε υπολογίσει την αστάθειά τους, την ανισορροπία τρίτων ή τον αυθορμητισμό που πληρώσαμε αργότερα. Οι “εν ζωή θάνατοι” αποτελούν την απαρχή νέκρωσης ορισμένων συναισθημάτων και της αίσθησης του “κενού”. Εκεί ακριβώς ξεκινάει η ωρίμανση του “εγώ” και η προσωπική εξέλιξη, με την προϋπόθεση να δοθεί χώρος στον εαυτό μας για να αναπτυχθούμε και να συγχωρήσουμε τυχόν λανθασμένες επιλογές. Έτσι, οι “συμβολικές απώλειες” είναι συνώνυμες της δημιουργίας ενός “νέου εαυτού” και οι τυχαίες επανασυνδέσεις είναι γνωριμίες μεταξύ αγνώστων, που πιθανότατα έχουν κρατήσει ένα κομμάτι από τον μη εξελιγμένο εαυτό τους. Στην πραγματικότητα, δεν βρίσκουμε ποτέ το ίδιο άτομο, ούτε στο ίδιο άτομο, όσο γνώριμο και αν φαίνεται αυτό που έχουμε μπροστά μας.
Το “τίποτα” υπάρχει γιατί υπάρχει το “κάτι”. Δεν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η εν λόγω έννοια, είναι απλά αδιανόητο, εκτός της δικής μας σκέψης. Η περιγραφή του καθίσταται εφικτή μέσω της άρνησης, της αναίρεσης δηλαδή, των πιθανών σημασιών της. Είναι μια λέξη που φανερώνει την αδυναμία της γλώσσας να εκφράσει όλες τις αισθήσεις και αποτελεί το σύνορο μεταξύ της σκέψης και της έκφρασης. Ακόμα και από επιστημονική πλευρά, το “τίποτα” συμπεριλαμβάνει αμέτρητα πολυατομικά σωματίδια, χωρίς να γίνουν αντιληπτά ή ορατά με γυμνό οφθαλμό. Υπάρχουν όμως εκεί για να μας υπενθυμίζουν ότι υπάρχει εξέλιξη στο παρασκήνιο και έτσι σε αυτό το σημείο το “τίποτα” λαμβάνει την έννοια της ελπίδας και της πεποίθησης ότι η ροή μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο.
Και έρχεται εν τέλει η στιγμή που είχες φανταστεί και δεν είναι τίποτα άλλο από μία άλλη στιγμή που δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την προσδοκία σου. Η προσδοκία σου, δεν είναι “εχθρός” σου, απλά μπορεί να δημιουργήσει το “κενό” που εμπεριέχει τα “πάντα” και εφόσον εσύ θελήσεις, θα γίνει “σύμμαχός” σου. Άλλωστε, η ζωή θεωρώ πως είναι ένας φαύλος κύκλος εμφάνισης “κενών” και κάλυψής τους και ότι η ευτυχία αποτελεί την παραδοχή ύπαρξης αυτών των κενών και την προσπάθεια αναπλήρωσής τους. Δυστυχισμένος μάλλον είναι αυτός που δεν μπορεί να αποδεχθεί την έλλειψη ή δεν έχει την δυνατότητα να την εξαλείψει, σκορπώντας ευκαιρίες και αναζητώντας την παροδική χαρά.
Αυτό που απαιτείται να γίνει αντιληπτό είναι το ότι “η ζωή είναι μικρή” και όσο κλισέ ακούγεται αυτή η φράση, τόσο κλισέ συνεχίζει να είναι η πεποίθηση του αντιθέτου. Απλά, μην κοιτάς το “κενό”, αγκάλιασέ το για να προλάβει να σου μοιάσει.
Συντάκτης: Αλεξάνδρα Μπεκίρη