Το πρώτο μέρος της εν λόγω θεματικής ασχολήθηκε με μία σχετικά ακροθιγή ιστορική αναδρομή της πολιτικο-κοινωνικής διαδρομής που έχουν διανύσει μέχρι στιγμής τα πέντε κράτη του πυρήνα της ζώνης του Sahel, δηλαδή ο Νίγηρας, η Μαυριτανία, η Μπουρκίνα Φάσο, το Τσαντ και το Μάλι, με στόχο την γενική κατατόπιση των αναγνωστών, ούτως ώστε στο παρόν άρθρο να δοθεί έμφαση στην επιρροή που άσκησαν και ασκούν τα ξένα συμφέροντα και οι πολλαπλές παρεμβάσεις, δυτικές και μη, νεοαποικιοκρατικές ή όχι. Έπειτα, θα εξεταστεί η ορθότητα του ομολογουμένως εύλογου ερωτήματος που έχει εγερθεί αναφορικά με το εάν αυτό που ο Γάλλος Πρόεδρος Emmanuel Macron ονόμασε “coup epidemic” και ό,τι εκείνο συνεπάγεται για τη κατάσταση της δημοκρατίας τα τελευταία χρόνια στο Sahel, δύναται να ενταχθεί στο πλαίσιο μιας ευρύτερης παγκόσμιας ρευστότητας που παρατηρείται σε ένα διεθνές σύστημα, το οποίο τείνει πια να εμφανίζει χαρακτηριστικά πολυπολικότητας, με αρκετά νέα αναδυόμενα κέντρα.

Η νεοαποικιοκρατική “Françafrique”

Καταρχήν, πρέπει να τονιστεί ξανά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των συνολικών χωρών της ζώνης, πλην της Νιγηρίας και της Γκάμπια που ανήκαν στη Βρετανική Αυτοκρατορία, αποτελούν πρώην αποικίες της Γαλλίας, οι οποίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους χάρη στην διαδικασία της αποαποικιοποίησης το 1960 – εκτός της Γουινέας που ανεξαρτητοποιήθηκε δύο χρόνια νωρίτερα. Ο όρος “Françafrique”, δηλωτικός στην απλούστερη διεθνολογική του έννοια της σφαίρας επιρροής της Γαλλίας στην Αφρική, δεν χρησιμοποιείται τυχαία καθώς η Γαλλία πράγματι φρόντισε με το πέρας της αποαποικιοποίησης να διατηρήσει ένα ισχυρό πολιτικό και επιχειρηματικό δίκτυο στις ανεξαρτητοποιημένες χώρες. Σχετικά, λοιπόν, με το επιχείρημα περί νεοαποικιοκρατικής δράσης και  γαλλικού οικονομικού ιμπεριαλισμού, πολλά έχει να πει η ζώνη του φράγκου της CFA (African Financial Community), η οποία συνδέεται με τις δύο νομισματοοικονομικές ζώνες: την West African Economic and Monetary Union (WAEMU), που περιλαμβάνει την Μπουρκίνα Φάσο, την Ακτή Ελεφαντοστού, το Μάλι, τον Νίγηρα, τη Σενεγάλη, το Τόγκο, τη Γουινέα Μπισάου και το Μπενίν, και την Central African Economic and Monetary Union (CAEMC), που περιλαμβάνει το Καμερούν, τη Γκαμπόν, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και την Ισημερινή Γουινέα. Το φράγκο που χρησιμοποιείται στη Δυτική (XOF) και αντίστοιχα στη Κεντρική Αφρική (XAF), ήταν συνδεδεμένο σε σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία με το γαλλικό φράγκο και πλέον με το ευρώ (1 EUR=655,96 CFA).

Αφήνοντας ένα σύντομο σχόλιο για την ακαταλληλότητα της χρήσης αυτών των νομισμάτων, αρκεί να τονιστεί πως η σταθερότητα της συναλλαγματικής ισοτιμίας απορρέει ουσιαστικά από το γεγονός ότι η στρατηγική που επιβάλλεται στους αφρικανούς “εταίρους” αντανακλά τη νομισματική πολιτική που ακολουθείται στην ευρωζώνη. Περιττό βέβαια θα ήταν να υπογραμμίσουμε ότι η ιστορική, γεωγραφική, δημογραφική και κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα στην Αφρική απέχει παρασάγγας από εκείνη της Ευρώπης, μια Ευρώπη που μολονότι έχει από καιρό απωλέσει την ηγεμονική της θέση στο διεθνές σύστημα,  εξακολουθεί να επιβάλλει τη βούληση της στην περιφέρεια προκειμένου να διατηρεί μέσω της εκάστοτε νομισματικής πολιτικής το status quo που της αποφέρει τα μέγιστα οικονομικά οφέλη και εξυπηρετεί τα γεωπολιτικά της συμφέροντα.

Η αφαίμαξη του Νίγηρα

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η “αφαίμαξη” του Νίγηρα από το 1968 χάρη στην εταιρεία Orano, η οποία κατά 45% ανήκει στο γαλλικό κράτος και εξορύσσει ουράνιο από ένα ορυχείο πλέον στο κοίτασμα Arlit – αφού το δεύτερο ορυχείο της εταιρείας COMINAK έκλεισε πέρυσι λόγω εξάντλησης των αποθεμάτων και το τρίτο, εν ονόματι Imouraren, παραμένει σε αναμονή μέχρι να διεξαχθεί η μελέτη σκοπιμότητας της εξορυκτικής μεθόδου. Το ορυχείο αντιπροσωπεύει περίπου το 5% της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής ουρανίου, που συμβάλλει στην παραγωγή της πυρηνικής ενέργειας της Γαλλίας, η οποία με τη σειρά της παρέχει ένα μεγάλο ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειάς της, αλλά και άλλων κρατών της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και η Γερμανία. Η παραχώρηση του δικαιώματος εξόρυξης στην Orano έχει ως αντάλλαγμα κυρίως την δανειοδότηση του Νίγηρα, μολονότι δεν αντισταθμίζει την ανυπολόγιστη οικολογική καταστροφή που προκαλεί, αφού κατά κοινή ομολογία ευθύνεται για την εξάντληση των υδάτινων πόρων και την δημιουργία εκατομμυρίων τόνων ραδιενεργών αποβλήτων. Σημειωτέον ότι τον Σεπτέμβριο η Orano διέκοψε την διαδικασία επεξεργασίας ουρανίου, καθώς οι διεθνείς κυρώσεις που επιβάλλονται στη δικτατορία από τον ECOWAS, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ, τον Καναδά τη Γαλλία, την Ολλανδία και την Παγκόσμια Τράπεζα, παρεμποδίζουν την παροχή logistics.

Η εκδίωξη της Γαλλίας

Όσον αφορά τη στρατιωτική παρουσία της στη περιοχή, η Γαλλία αναγκάστηκε να αποσύρει και τις τελευταίες στρατιωτικές της δυνάμεις στις 15 Αυγούστου. Αναγκάστηκε, γιατί εδώ και κάποια χρόνια γινόταν όλο και περισσότερο ανεπιθύμητη, με αποτέλεσμα να εκδιώκεται από τους ίδιους τους λαούς και τις κυβερνήσεις. Κύριο αίτιο του έντονου αυτού αντιγαλλικού αισθήματος εν μέρει είναι η πεποίθηση ότι οι αποικιοκρατικές πρακτικές και ο πατερναλισμός στην πραγματικότητα δεν έπαυσαν ποτέ∙ μία πεποίθηση που έχει γίνει παραπάνω από εμφανής με μαζικές διαδηλώσεις έξω από πρεσβείες και γαλλικές επιχειρήσεις, με την απομάκρυνση Γάλλων διπλωματών, ακόμα και με επιθέσεις έναντι Γάλλων αξιωματικών των διαφόρων αποστολών. Κατά το άλλο ήμισυ, ευθύνεται η αποτυχία της επιχείρησης Barkhane να αναχαιτίσει την εξάπλωση των ενόπλων ισλαμιστικών ομάδων στο πυρήνα του Sahel και δη να εμποδίσει την εξέγερση του 2012 στο Μάλι, η οποία προκάλεσε ένα τεράστιο “spillover” στην ευρύτερη περιοχή και αποσταθεροποίηση που απεδείχθη εξαιρετικά μακροχρόνια και συνεχίζεται προφανώς μέχρι σήμερα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2021 στο Μάλι η δικτατορία αναρριχήθηκε αξιοποιώντας αυτήν ακριβώς την οργή, κατηγορώντας την Γαλλία παράλληλα για αρωγή των δράσεων πρώην εξεγερμένων στον Βορρά οι οποίοι φαίνεται να είναι τζιχαντιστές, αλλά και για υποκίνηση των κυρώσεων που επέβαλε τον Ιούλιο ο ECOWAS στους ηγέτες της με στόχο την παράδοση της εξουσίας.

Διαβάστε επίσης:

Ο ρωσικός οπορτουνισμός

Κάτι που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι στις αρχές του 2020 οι χιλιάδες διαδηλωτές στο Μάλι που ξεχύθηκαν στους δρόμους τάχθηκαν φανερά αφενός κατά των γαλλικών δυνάμεων και αφετέρου φρόντισαν τα διάφορα πανό και πλακάτ που έφεραν να υποστηρίζουν τη συνεργασία με τη Ρωσία. Στη Μπουρκίνα Φάσο αντίστοιχα, πέρσι τον Ιανουάριο κατά τη διάρκεια του πρώτου coup d’état, ράφτες έσκιζαν γαλλικές σημαίες και ξανά κολλούσαν τα κομμάτια τους οριζόντια, φτιάχνοντας έτσι τη ρωσική σημαία. Πίσω από αυτή τη “συμπάθεια” προς τη Ρωσία δεν θα μπορούσε να μην κρύβεται η Ομάδα Wagner. Η ρωσική ηγεσία, εκμεταλλευόμενη τα “στραβοπατήματα” της Δύσης και το γενικό αντιευρωπαϊκό αίσθημα που επικρατεί στην ήπειρο, εμπλέκεται δυναμικά όπου της παρουσιάζεται η ευκαιρία. Συγκεκριμένα στο Μάλι, την επαύριο του πραξικοπήματος του 2021 έσπευσε να στείλει 400 κλιμάκια μισθοφόρων της Wagner κατόπιν συμφωνίας προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις διάφορες τζιχαντιστικές οργανώσεις, ενώ περί τα μέσα του 2022 έστειλε στρατιωτικά τζετ και ελικόπτερα. Εναργές παράδειγμα του ρωσικού οπορτουνισμού αποτελεί επίσης η άμεση αποστολή όπλων και εκπαιδευτών μέσω της Wagner στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία το 2017 έπειτα από συμφωνημένη διακοπή του επιβεβλημένου από το Συμβούλιο Ασφαλείας εμπάργκο όπλων και την απόσυρση των γαλλικών στρατευμάτων από τη χώρα. Η συνδρομή της Wagner μπορεί παραδόξως να ενδυνάμωσε τις κυβερνητικές δυνάμεις και εμπόδισε επαναστατικές ομάδες από το να διευρύνουν τον έλεγχό τους, όμως αναφορές των Ηνωμένων Εθνών κάνουν συχνά λόγο για παράνομες εκτελέσεις εκατοντάδων αμάχων και δη νομάδων Fulani και κτηνωδίες από μισθοφόρους σε συνεργασία με τις Ένοπλες Δυνάμεις του Μάλι.

Αμερικανική σκιά

Η ζώνη του Σαχέλ δεν θα μπορούσε να εξαιρείται από τα σχέδια των ΗΠΑ, κυρίως λόγω του πολέμου κατά της τρομοκρατίας τον οποίο κήρυξαν πριν 22 χρόνια, καθώς οργανώσεις που δραστηριοποιούνται όπως το JNIM (“Jama’at Nusrat al-Islam wal-Muslimin”), που όπως αναφέραμε στο προηγούμενο μέρος προέκυψε το 2017 από την συγχώνευση του σαχαριανού τμήματος της Al Qaeda in the Islamic Maghreb (AQIM) με το Macina Liberation Front, το Ansar Dine και το Al-Mourabitoun θεωρείται ο άμεσος συνεργάτης και σκέλος της Al-Qaeda στο Σαχέλ. Παράλληλα, το Islamic State’s West Africa Province, αλλά και το παρακλάδι του Islamic State in the Greater Sahara (IS-GS) έχουν χαρακτηριστεί επίσης ως σαφείς κίνδυνοι για τους Αμερικανούς πολίτες, τα αμερικανικά συμφέροντα και τους διεθνείς και Αφρικανούς συνεργάτες στην περιοχή. Για αυτόν τον λόγο, η παρέμβασή τους εξαντλούνταν τρόπον τινά στην αρωγή των γαλλικών, και όχι μόνο, αντιτρομοκρατικών αποστολών και επιχειρήσεων, όσο ήταν ακόμα ενεργές. Για παράδειγμα, το 2017 βοήθησαν με την παροχή πληροφοριών στην εκτέλεση του επικεφαλής του IS-GS, Adnan Abu Walid al-Sahraoui. Βέβαια, έχει καταγραφεί η παρουσία Αμερικανών στρατιωτών στο Σαχέλ, οι οποίοι ανέρχονταν κατά προσέγγιση στους 831 τον Δεκέμβρη του 2021, ενώ σε περίπτωση που καταστεί ανάγκη, οι υποδομές για να υποστηριχθούν επιχειρησιακές δράσεις με οπλισμένα drones σχεδιασμένα για ISR (“intelligence, surveillance, reconnaissance”) υπάρχουν χάρη στην αεροπορική βάση που βρίσκεται στο Agadez του Νίγηρα.

Η δυναμική σινική παρουσία

Στην Αφρική για άλλη μια φορά διεξάγεται μία Ψυχροπολεμικού τύπου διπλωματία. Με άλλα λόγια, οι υπερδυνάμεις ανταγωνίζονται για την υποστήριξη μόνο των σημαντικών χωρών. Η Αφρική υπέφερε πολύ από την αποικιοκρατία και τον δυτικό ιμπεριαλισμό, για αυτό και τώρα η Κίνα επιδιώκει να παρουσιάζεται ως μια υπεύθυνη παγκόσμια υπερδύναμη και μία σοβαρή εναλλακτική. Η ανάμειξη της Κίνας στα ζητήματα ασφαλείας του Σαχέλ βασικά υποκινείται από τα οικονομικά της συμφέροντα, εννοώντας την ανάγκη προστασίας των εμπορικών της εγχειρημάτων, των επενδύσεων, ιδίως στην βιομηχανία πετρελαίου του Τσαντ και του Νίγηρα, μα και τον ολοένα αυξανόμενο αριθμό Κινέζων εργατών. Με την Κινεζική Εθνική Πετρελαϊκή Εταιρεία στο Τσαντ να ελέγχει την παραγωγή πετρελαίου της χώρας εδώ και 20 χρόνια,  το αργό πετρέλαιο είναι το κύριο εξαγωγικό προϊόν για το Τσαντ και αυτό οδηγεί στο να είναι η Κίνα ο κορυφαίος εξαγωγικός προορισμός. Το 2021 η China Petroleum Pipeline Engineering Co. Ltd. ξεκίνησε την κατασκευή ενός διακρατικού αγωγού αργού πετρελαίου μήκους 1.950 χιλιομέτρων που συνδέει την πετρελαιοπηγή Agadem Rift Basin στον Νίγηρα με τον τερματικό σταθμό πετρελαίου στο λιμάνι Sèmè-Kraké στο Μπενίν. Το έργο Niger-Benin Export Pipeline αναμένεται να είναι έτοιμο έως το 2024, ενώ ο αγωγός αναμένεται να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου του Νίγηρα από 20.000 βαρέλια την ημέρα έως και 120.000 βαρέλια ημερησίως. Στην πραγματικότητα, βέβαια, η Κίνα άρχισε να αποκτά λόγο στα του Σαχέλ όταν το 2013 έστειλε στο Μάλι έναν διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό διμοιριών, οι οποίες μάλιστα συνέδραμαν και τις τοπικές δυνάμεις της αποστολής του ΟΗΕ. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, η Κίνα δεν διαθέτει στρατιωτική εμπειρία στην Αφρική και προκειμένου να αποκτήσει γνώση επί τόπου, επικεντρώνεται στις ειρηνευτικές αποστολές.

Το “coup epidemic” και το “coup trap”

Τι εννοούσε ο Γάλλος πρόεδρος Macron όταν έλεγε ότι στη γαλλόφωνη Αφρική εξαπλώνεται μία επιδημία πραξικοπημάτων; Τα τελευταία τρία χρόνια παρατηρείται τόσο στη ζώνη του Σαχέλ όσο και στην υπόλοιπη Αφρική μία αναζωπύρωση των στρατιωτικών και συνταγματικών πραξικοπημάτων, σε τέτοιο βαθμό που να χαρακτηρίζεται από πολλούς ως domino effect. Όπως εξηγήθηκε και στο προηγούμενο άρθρο, το Μάλι βίωσε δύο στρατιωτικά πραξικοπήματα τη διετία 2020-2021, η Μπουρκίνα Φάσο δύο διαδοχικά πέρσι και πριν τέσσερις μήνες ο Tchiani στον Νίγηρα ανέτρεψε τον Πρόεδρο Bazoum. Στη Γουινέα Κόνακρι ο συνταγματάρχης Mamady Doumbouya ανέτρεψε τον Πρόεδρο Alpha Condé έπειτα από έντεκα αυταρχικά χρόνια εξουσίας. Στις 30 Αυγούστου έλαβε χώρα το πιο πρόσφατο coup, στη Γκαμπόν, όπου αξιωματικοί έθεσαν σε κατ’ οίκον περιορισμό τον νεοεκλεγέντα για τρίτη φορά Πρόεδρο Ali Bongo, συνέλαβαν τον γιο του Noureddin για εσχάτη προδοσία και διόρισαν τον στρατηγό Brice Clotaire Oligui Nguema ως προσωρινό Πρόεδρο. Συνταγματικό πραξικόπημα θεωρείται εκείνο που συνέβη στο Τσαντ το 2021, καθώς με τον θάνατο του Idriss Déby την εξουσία ανέλαβε στρατιωτικό μεταβατικό συμβούλιο υπό την ηγεσία του γιού του Mahamat, το οποίο κυβέρνησε για δεκαοκτώ μήνες μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων Προέδρου από τον Mahamat Déby.

Αρκετοί ερευνητές των πολιτικών φαινομένων κάνουν λόγο για “coup trap”, αναφερόμενοι στην συχνή διεξαγωγή πραξικοπημάτων τόσο κατά την περίοδο 2020-2023, όσο και γενικώς μετά την ανεξαρτητοποίηση των κρατών. Σύμφωνα με την εν λόγω θεώρηση, όσο πραξικοπήματα συμβαίνουν και αυτά ριζώνουν βαθιά στα πολιτικά συστήματα των κρατών αυτών, τόσο πιο έντονη είναι η τάση και η πιθανότητα να ξανά συμβούν, είτε αποδειχθούν πετυχημένα, είτε όχι.

Συμπεράσματα

Τι σημαίνουν, όμως, όλα αυτά για τη δημοκρατία εν γένει την Αφρική και πιο σημαντικά, για τη ζώνη του Σαχέλ; Τελικά απέτυχαν τα δημοκρατικά καθεστώτα να θέσουν γερά θεμέλια στις αφρικανικές κοινωνίες; Ευθύνεται η αδύναμη διαδικασία εκδημοκρατισμού των χωρών αυτών μετά την ανεξαρτητοποίησή τους από τις αποικιακές δυνάμεις; Μήπως τα αποικιακά κατάλοιπα υπήρξαν βαθύτερα και επιδραστικότερα από όσο θα νόμιζε κανείς; Από όσα εκθέσαμε και στα δύο άρθρα, είναι εμφανές ότι όλα αυτά που εκτέθηκαν ισχύουν. Σε κάθε περίπτωση, οι οξείες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, η πολιτική διαφθορά, οι πλούσιες μα αλληλοσυγκρουόμενες εθνικές, πολιτισμικές και θρησκευτικές κουλτούρες και ταυτότητες, σε συνδυασμό με τη μακρά ιστορία και εμπειρία πραξικοπημάτων που εγκλωβίζει τις χώρες στη λεγόμενη παγίδα των coups, έφεραν στην επιφάνεια την τριετία αυτή το “domino” των coups.

Μπορούμε να εντάξουμε αυτή καθεαυτή την “επιδημία” των πραξικοπημάτων στο πλαίσιο μιας ευρύτερης παγκόσμιας ρευστότητας που παρατηρείται σε ένα διεθνές πολυπολικό και πολυκεντρικό σύστημα; Εξαρτάται το standpoint, την οπτική γωνία από την οποία παρατηρεί κανείς το σκηνικό. Οι ποικίλες εξωτερικές παρεμβάσεις (οι νεοαποικιοκρατικές πρακτικές της Γαλλίας, οι πάντα παρούσες ΗΠΑ, ο οπορτουνισμός των Ρώσων, η δυναμική Κίνα) σαφώς διαδραμάτισαν και εξακολουθούν να διαδραματίζουν μείζονα ρόλο στη διαμόρφωση της κατάστασης ως έχει σήμερα. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε, όμως, ότι τα αίτια των πραξικοπημάτων είναι περισσότερο εσωτερικής φύσεως παρά διεθνούς – αν και πλέον δεν μπορούμε να προβούμε σε ασφαλή διαχωρισμό μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού όσον αφορά τα κρατικά θέματα. Εν τέλει, η άνοδος περιφερειακών δυνάμεων όπως της Κίνας και της Ινδίας στο διεθνές σύστημα δεν συνδέεται, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, με τα πραξικοπήματα και προς το παρόν δεν παρατηρούμε πουθενά αλλού παρόμοια “επιδημία” πραξικοπημάτων, παρά την υπαρκτή ρευστότητα (κλιμάκωση των εντάσεων, συγκρούσεις, ανακατατάξεις στην ισορροπία δυνάμεων) που έρχεται ως απότοκο ενός πολυπολικού και πολυκεντρικού κόσμου.

Συντάκτης: Σπυριδούλα Γιαννοπούλου

Πηγές:


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.