Μια μικρή περιοχή στον νότιο Καύκασο, μεταξύ των ποταμών Αράξη και Κύρου, έκτασης 4.400 τετραγωνικών χιλιομέτρων έχει γίνει η αφορμή για περιστατικά πείνας, αποκλεισμών, προσφυγιάς, διενέξεων μέχρι και πολέμων. Το Ναγκόρνο-Καραμπάχ είναι η αποκαλούμενη «μερίδα του λέοντος», ειδικά τα τελευταία χρόνια, μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν. Οι δύο λαοί παλεύουν με επιμονή για τον έλεγχο της περιοχής, σε σημείο που ακόμα και στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2023 προκλήθηκαν νέες συγκρούσεις σε αυτές τις «ξεχασμένες κορυφογραμμές». Το παραπάνω γεγονός δίνει για άλλη μια φορά την αφορμή, καθώς και την υποχρέωση, στους αναλυτές, στους επιστήμονες και στους πολιτικούς να «βγάλουν αυτό το κεφάλαιο από το αρχείο» και να ερευνήσουν σε βάθος το πρόβλημα. Για ποιον λόγο, λοιπόν, η ιστορία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και αυτό το ανεκπλήρωτο όνειρο του αρμενικού λαού πρέπει, όχι μόνο να μην λησμονείται, αλλά και να εξετάζεται από τους διεθνείς δρώντες, με στόχο την αποτροπή παρόμοιων καταστάσεων;

Μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν συνεχώς  βρίσκονταν υπό τον έλεγχο αυτοκρατοριών και μεγαλύτερων δυνάμεων. Από τον 15ο αιώνα, αυτοκρατορίες όπως η Οθωμανική, η Περσική και η Ρωσική διοικούσαν εναλλάξ την περιοχή του Καυκάσου. Με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν λαμβάνουν μια βραχύχρονη ανεξαρτησία, προτού ανακτηθούν από την 11η στρατιά της νέας μορφής της Ρωσίας, με την ονομασία «Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών». Για αρκετές δεκαετίες, η διαμάχη για τον έλεγχο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ εξαλείφθηκε, καθώς τυπικά οι αποφάσεις για την περιοχή λαμβάνονταν από την Μόσχα. Ωστόσο, επανεμφανίστηκε το Φεβρουάριο του 1988, τρία χρόνια πριν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, και κορυφώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με σημείο αναφοράς τον αποκαλούμενο «Μαύρο Γενάρη».

Με την κατάρρευση των χωρών του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού», την ανεξαρτησία των Σοβιετικών Δημοκρατιών και την μεγιστοποίηση της σημασίας των εθνικών τους συνόρων, τόσο η Αρμενία όσο και το Αζερμπαϊτζάν διεκδίκησαν το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Από την μία πλευρά, οι αξιωματούχοι στη Γιερεβάν επέμεναν πως η κυβέρνηση του Μπακού, η οποία και έλεγχε εκείνη την εποχή το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, θα έπρεπε να σεβαστεί την αυτοδιάθεση των χιλιάδων Αρμενίων της περιοχής, οι οποίοι μάλιστα μέσω της εθνοσυνέλευσης τους είχαν αποφασίσει σε δημοψήφισμα την ένωση τους με την Αρμενία. Από την άλλη πλευρά, οι Αζέροι, σκεπτόμενοι τα συμφέροντα τους, την σημασία των εδαφών αυτών, την μειονότητα του λαού τους καθώς και το γεωπολιτικό κύρος, στο οποίο επιθυμούσαν να επενδύσουν, υποστήριζαν την διατήρηση των συνόρων όπως είχαν. Αυτό οδήγησε στην πρώτη μεγάλη σύγκρουση πάνω σε πρώην Σοβιετικό έδαφος, τυπικά από τα τέλη του 1992 μέχρι και τον Μάιο του 1994, η οποία και έληξε με κατάπαυση πυρός που ήταν προς όφελος των συμφερόντων της Αρμενίας, καθώς de facto, οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ είχαν κερδίσει την ανεξαρτησία τους, υπό την δημιουργία της νέας Δημοκρατίας του Αρτσάχ. Παρ’ όλα αυτά, το παραπάνω αποτέλεσμα ανατράπηκε στην εποχή μας, με πολέμους που σημειώθηκαν τον Σεπτέμβρη του 2020 και τον Σεπτέμβρη του 2023. Σε αυτές τις συγκρούσεις το Αζερμπαϊτζάν υπερίσχυσε των δυνάμεων της αποκαλούμενης «Δημοκρατίας του Αρτσάχ» και των Αρμενίων συμμάχων της.

Είναι βασικό να αναφερθεί, μάλιστα, πως η κύρια διαφορά μεταξύ του πολέμου του 1994 και των δύο τελευταίων διενέξεων είναι η εξής: Ποιος κρατικός δρών είχε την δύναμη να επιβάλλει τους όρους του στην μετέπειτα διπλωματική διαδικασία; Πιο συγκεκριμένα, σε αντίθεση με την διαμάχη της δεκαετίας του 1990, το Αρτσάχ και -ανεπίσημα- οι σύμμαχοι τους στη Γιερεβάν δεν είχαν καμία ουσιαστική δύναμη διαπραγμάτευσης στις συγκρούσεις του 2020 και 2023, καθώς στην τελευταία παραδόθηκαν αμαχητί. Ακόμα, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι οι όροι που παρουσιάστηκαν στο Αρτσάχ από το Αζερμπαϊτζάν το 2023 ήταν επακόλουθοι της εύθραυστης ειρήνης που είχε διαμορφωθεί τρία χρόνια πριν, με την συμβολή της Ρωσίας.

Μια επιπρόσθετη βασική διαφορά στην σύγκρουση του περασμένου Σεπτέμβρη ήταν το γεγονός ότι η Ρωσία είχε στραμμένο το ενδιαφέρον της στην αποκαλούμενη «ειδική επιχείρηση» κατά της Ουκρανίας και εάν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι είχε τοποθετήσει μερικές ειρηνευτικές δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή και τον διάδρομο Λατσίν, δεν μπορούσε να πάρει τον ρόλο του «ισορροπιστή» μεταξύ των δύο χωρών. Επιπλέον, κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ένας ακόμα λόγος για τον οποίο η Ρωσία δεν βοήθησε την σύμμαχο της, την Αρμενία και τα συμφέροντα της ήταν το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Γιερεβάν τους τελευταίους μήνες είχε κάνει επαφές για να έρθει πιο κοντά στην Δύση -διπλωματικά- με σημείο αναφοράς την κοινή στρατιωτική άσκηση με τις ΗΠΑ, στις 11 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Συνεπώς, με τον τελευταίο πόλεμο, ο οποίος ανέδειξε ως απόλυτους νικητές την κυβέρνηση του Μπακού, παρουσιάστηκαν οι σκληροί όροι για την πλήρη ενσωμάτωση των Αζερικών συμφερόντων στην περιοχή.

Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να τονίσουμε πως μήνες πριν την εισβολή, τον Δεκέμβριο του 2022, το Αζερμπαϊτζάν είχε -σε αντίθεση με όσα προστατεύει το διεθνές δίκαιο- αποκλείσει το Αρτσάχ διπλωματικά, καθώς κατέλαβε τον διάδρομο Λατσίν, ο οποίος ήταν και ο μοναδικός δρόμος επικοινωνίας τον αυτονομιστών Αρμενίων με τον έξω κόσμο και την ίδια την Αρμενία. Αποτέλεσμα ήταν οι Αρμένιοι του Αρτσάχ να δεχτούν ένα είδος «ψυχολογικού πολέμου» καθώς άμεσο αποτέλεσμα ήταν η στέρηση βασικών αγαθών. Η κατάσταση έγινε χειρότερη το καλοκαίρι του 2023, όταν και ξεκίνησαν μεγάλες προσφυγικές ροές από την περιοχή. Η διεθνής κοινότητα πίεσε το Μπακού να δεχτεί φορτηγά με ανθρωπιστική βοήθεια για τους κατοίκους της περιοχής, χωρίς ωστόσο κάποιο αποτέλεσμα. Μερικές ώρες μετά την έναρξη της εισβολής του Αζερμπαϊτζάν στις 19 Σεπτεμβρίου του 2023, η Δημοκρατία του Αρτσάχ συμφωνεί να παραδοθεί χωρίς όρους στα στρατεύματα της κυβέρνησης του Μπακού. Οι Αζέροι παρουσιάζουν τα αιτήματά τους στην συνάντηση που έγινε με τους αξιωματούχους της αυτόνομης δημοκρατίας στην πόλη Γιεβλάχ, τα οποία ουσιαστικά ζητούν την πλήρη προσάρτηση των εδαφών του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και μπορούν να παρουσιαστούν περιληπτικά με το διάταγμα που υπέγραψε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας του Αρτσάχ, Σαμβέλ Σαχραμανιάν: «Διάλυση όλων των κρατικών ιδρυμάτων και των οργανισμών που υπάγονται στις υπηρεσίες τους μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2024».

Σχετικά με όσα προαναφέρθηκαν, πραγματικά θύματα παραμένουν οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και το όνειρο τους για ένωση με την πατρίδα τους. Οργανισμοί όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, ενώ δηλώνουν ότι οι πρόσφυγες έχουν φτάσει τις εκατοντάδες χιλιάδες, καταδικάζουν την εισβολή και την στέρηση των βασικών δικαιωμάτων που δέχονται οι Αρμένιοι, δεν πράττουν και «χαμένοι στην γραφειοκρατία τους», ζητούν μονάχα για την επιβολή κυρώσεων στο Αζερμπαϊτζάν. Ακόμα και το γεγονός ότι ευρωβουλευτές ζήτησαν επανεξέταση των σχέσεων της Ένωσης με το Αζερμπαϊτζάν, αυτό δεν έδειξε να ευαισθητοποιεί τους τελευταίους. Τέλος, οι ηγέτες της Ευρώπης και της Αμερικής, από την στιγμή που δεν έχουν κάποιο άμεσο συμφέρον στην περιοχή, προτιμούν να αφοσιωθούν στον διαρκή πόλεμο που συμβαίνει στην Ουκρανία, καθώς και τις εχθροπραξίες που αναζωπύρωσαν στην Λωρίδα της Γάζας.

Συνεπώς, οι αρμενικές μειονότητες έχουν αφεθεί ως επί τω πλείστων στην μοίρα τους. Όσοι δεν έχασαν την ζωή τους, χάνουν τα σπίτια τους. Η Πρόεδρος της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον νότιο Καύκασο, Μαρίνα Καλγιούραντ, ανέφερε σε ομιλία της μπροστά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι: «Το Αζερμπαϊτζάν, πλέον, ακολουθεί ξεκάθαρα τακτικές εθνοκάθαρσης». Το μέλλον της περιοχής φαίνεται, για άλλη μια φορά, ότι θα είναι αβέβαιο. Μια περιοχή με ιστορικά αρμενικό πληθυσμό περνάει -για άλλη μια φορά- στον απόλυτο έλεγχο ενός ξένου κράτους.

Συμπερασματικά, το φθινόπωρο του ’23 θα παραμείνει ένα κεφάλαιο στην αρμένικη ιστορία, γραμμένο με «μαύρο μελάνι», το οποίο δεν θα θυμίζει μονάχα το σκοτεινό παρελθόν με τις γενοκτονίες και τους διωγμούς του 1915 -επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας- αλλά θα επαναφέρει και τις μνήμες μίας χαμένης ιδέας, για ελευθερία, για μια ενωμένη Αρμενία και για την αυτοδιάθεση των εκατοντάδων χιλιάδων κατοίκων του Αρτσάχ. Για ένα ανεκπλήρωτο όνειρο μιας ανεξαρτησίας, η οποία παραδόθηκε με μερικές υπογραφές το απόγευμα της 21ης του Σεπτέμβρη.

Συντάκτης: Νίκος Χριστοδούλου

Πηγές:

  • Thomas de Waal, Black Garden-Armenia and Azerbaijan through Peace and War, New York University Press (Chapter I: February 1988 an Armenian Revolt, pages 10-52)
  • Britannica, The Editors of Encyclopedia Britannica, Nagorno-Karabakh
  • Britannica, The Editors of Encyclopedia Britannica, Republic of Armenia
  • Global Issues Online News, Blockade in Nagorno-Karabakh: When Bread and Sanitary Pads Become Luxury Items
  • Αρχεία Ομιλιών από το Γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.