Η λεγόμενη ζώνη του Sahel αποτελεί πράγματι μία πολυπαθή περίπτωση ομάδας χωρών, οι οποίες μαστίζονται αμείωτα εδώ και δεκαετίες από ακραία ένδεια, από τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης και έχουν μακρά ιστορία εμπλοκής σε ένοπλες συρράξεις και πραξικοπήματα∙ γεγονός που τις καθιστά συνεχώς ευάλωτες σε κάθε είδους κίνδυνο και ανήμπορες να εφαρμόσουν επιτυχώς μακροχρόνια σχέδια ανάπτυξης. Η δραστηριοποίηση παραστρατιωτικών τρομοκρατικών οργανώσεων, στις οποίες συμμετέχουν εξτρεμιστές ισλαμιστικών φονταμενταλιστικών ιδεολογιών, συντηρεί και επιτείνει την εξαθλίωση που έρχεται ως απότοκο της πολιτικής αστάθειας και ως εκ τούτου, οι προσπάθειες για εξεύρεση ειρηνικών λύσεων αναχαιτίζονται. Δεν θα μπορούσε να λείπει – για πολλούς υπό τον μανδύα της νεοαποικιοκρατίας – η δυτική παρέμβαση , βέβαια, από αυτή την εξίσωση.

Για του λόγου το αληθές, sahel ή sahil στην αραβική γλώσσα σημαίνει ακτή. Στην πραγματικότητα, αναφερόμαστε σε μία νοητή λωρίδα μεταξύ της ερήμου Σαχάρας στον βορρά και των τροπικών εδαφών της σαβάννας στον νότο, που εκτείνεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό στα δυτικά μέχρι και την Ερυθρά Θάλασσα στα ανατολικά και περιλαμβάνει βασικά 10 χώρες σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη: το Καμερούν, τον Νίγηρα, τη Νιγηρία, το Τσαντ, τη Μαυριτανία, τη Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι, τη Γκάμπια, τη Γουινέα και τη Σενεγάλη. Η νοητή αυτή στεπική λωρίδα πρόκειται ουσιαστικά για μία αχανής έκταση που μετρά σχεδόν 1.000 χιλιόμετρα πλάτος και καλύπτει 3,053,200 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης εξαιρετικά αφιλόξενου κλίματος. Για τον λόγο αυτό, δεν θα ήταν υπερβολή εάν χαρακτηρίζαμε το Σαχέλ ως το Αφγανιστάν της αφρικανικής ηπείρου. Από την αποαποικιοποίηση και μετά έχει αποδειχθεί σχεδόν ακατόρθωτο να τεθεί υπό τον πλήρη έλεγχο μιας και μόνο δύναμης, με αποτέλεσμα η ισχύς και ο έλεγχος μεγάλων εκτάσεων να κατανέμεται στις διάφορες ένοπλες ομάδες, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να περιπλανώνται ανεξέλεγκτες διασχίζοντας ελεύθερα ακόμα και σύνορα χωρών.

Φυσικά δεν υπάρχει χώρα ή ευρύτερη γεωγραφική περιοχή στο διεθνές σύστημα που να μην κατέχει σημασία. Όμως, αυτό που δίνει προστιθέμενη αξία στην εν λόγω ζώνη είναι το γεγονός ότι βρίσκεται εν εξελίξει μία από τις σοβαρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις παγκοσμίως. Η επισιτιστική κρίση, οι δυσεύρετοι φυσικοί πόροι, η έλλειψη πρόσβασης σε βασικά αγαθά και είδη υγιεινής, ο αποκλεισμός από την εκπαίδευση και ο εξαναγκασμός ανηλίκων σε στρατολόγηση, το διαδεδομένο εμπόριο ανθρώπων, η ωμή βία κάθε είδους ενάντια κυρίως σε γυναίκες και παιδιά και η αναγκαστική μετατόπιση σχεδόν 4.100.000 ανθρώπων μόνο το έτος 2022 συνιστούν μερικές από τις βασικές πτυχές της περιρρέουσας αυτής κατάστασης. Σχεδόν όλα τα κράτη – πλην της Νιγηρίας και της Γκάμπια που ήταν εδάφη της Βρετανικής Αυτοκρατορίας – αποτελούν πρώην αποικίες της, οι οποίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους το 1960 (εκτός της Γουινέας που ανεξαρτητοποιήθηκε το 1958). Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι παρά την ομολογουμένως φθίνουσα στρατιωτική παρουσία της Γαλλίας στη περιοχή, το ενδιαφέρον δεν έχει αποσυρθεί. Από την ανεξαρτητοποίησή τους περί το 1960, λοιπόν, όλα τα κράτη ανεξαιρέτως έχουν διανύσει μία πολυτάραχη διαδρομή. Κρίνεται σκόπιμο, λοιπόν, σε αυτό το σημείο να κάνουμε μία ιστορική αναδρομή σχετικά  επικεντρώνοντας χώρες του πυρήνα του Σαχέλ, δηλαδή του Νίγηρα, της Μαυριτανίας, της Μπουρκίνα Φάσο, του Μάλι και του Τσαντ.

Νίγηρας

Ξεκινώντας από τον Νίγηρα, θα λέγαμε πως δεν έχει βιώσει ουσιαστική και μακρόχρονη δημοκρατική περίοδο από την εποχή της ανεξαρτητοποίησής του. Συνολικά έχουν οργανωθεί 5 επιτυχημένα πραξικοπήματα από ανώτερους αξιωματούχους των Ενόπλων Δυνάμεων ή μέλη της Προεδρικής Φρουράς και άλλα δεκάδες αποτυχημένα. Εκείνα που κατέχουν μείζονα σημασία είναι του 2010 και της 26ης Ιουλίου. Από το 2000, λοιπόν, έως και το 2010 Πρόεδρος είναι ο Mamadou Tandja, ο οποίος ανατρέπεται από το λεγόμενο Ανώτατο Συμβούλιο για την Επαναφορά της Δημοκρατίας (“Supreme Council for the Restoration of Democracy”), μία ομάδα υψηλά ιστάμενων στρατιωτικών κατευθυνόμενη από τον στρατηγό Salou Djibo, με σκοπό τον τερματισμό των αποπειρών του Tandja για παράταση της θητείας του. Από το 2011 μέχρι και το 2022 η δημοκρατία παραδόξως φαίνεται σταθεροποιημένη. Ο Issoufou Mahamadou βρίσκεται στο τιμόνι από το 2011 έως και το 2021 (επανεξελέγη το 2016) μέχρι να αναλάβει ο Bazoum Mohammed∙ σηματοδοτώντας, έτσι, την πρώτη δημοκρατική μετάβαση από τον έναν εκλεγμένο Πρόεδρο στον άλλον. Όπως γνωρίζουμε, ωστόσο, στις 26 Ιουλίου την εξουσία κατέλαβαν μέλη της προεδρικής φρουράς με αρχηγό τον Omar Tchiani, δημιουργώντας το Εθνικό Συμβούλιο για την Σωτηρία της Πατρίδας (“National Council for the Salvation of the Homeland”), αποκλείοντας το προεδρικό παλάτι με τον Bazoum μέσα, αναστέλλοντας όλους τους θεσμούς, επιβάλλοντας απαγόρευση κυκλοφορίας και κλείνοντας όλα τα σύνορα.

Μάλι

Ερχόμενοι στη περίπτωση του Μάλι, το οποίο αποδεικνύεται η κύρια πηγή της ανθρωπιστικής κρίσης, θα επικεντρωθούμε χρονικά από την διεξαγωγή των πρώτων πολυκομματικών εκλογών το 1992 κι ύστερα. Ο Alpha Oumar Konaré θα εκλεχθεί πρώτος Πρόεδρος και το 2002 θα τον διαδεχθεί ο Touré, ο οποίος θα ανατραπεί πριν ολοκληρώσει τη δεύτερη θητεία του, το 2012, από την επανάσταση των Tuareg, της ισλαμικής εθνοτικής ομάδας Berber (συνιστά το 3,5% του πληθυσμού). Σκοπός της εξέγερσης, αλλά και πολλών άλλων παρόμοιων προηγούμενων που χρονολογούνται ήδη από το 1916, ήταν η απόσχιση του βορείου κομματιού του Μάλι, του λεγόμενου Azawad. Το Εθνικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση του Azawad (“National Movement for the Liberation of Azawad”, MNLA), τα περισσότερα μέλη του οποίου είχαν πολεμήσει τον εμφύλιο της Λιβύης ένα χρόνο νωρίτερα, κατάφερε σχετικά εύκολα να θέσει υπό τον έλεγχό του τις μεγαλύτερες πόλεις και σύντομα κήρυξε τέλος στον πόλεμο. Η τζιχαντιστική οργάνωση Ansar Dine, όμως, παρ’ όλο που είχε συνδράμει στον αγώνα ενάντια στις κυβερνητικές δυνάμεις, με την αρωγή του MOJWA (“Movement for Oneness and Jihad in West Africa”) και της AQIM (“Al Qaeda in Maghreb”), συγκρούστηκε με το MNLA εξαιτίας των αποκλίνουσων φιλοδοξιών για το νέο κράτος που επρόκειτο να συσταθεί και κατέλαβε τις περιοχές.

Η εξωτερική παρέμβαση δεν έλλειψε, μιας και ένα χρόνο αργότερα οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις με την επιχείρηση Serval εντός ενός μηνός ανακατέλαβαν στο όνομα της κυβέρνησης το Azawad. Περί τα μέσα του 2014 η επιχείρηση έλαβε τέλος και την θέση της πήρε η αντιτρομοκρατική επιχείρηση Barkhane. Σημειωτέον, τα γαλλικά στρατεύματα αποχώρησαν οριστικώς πέρσι τον Αύγουστο έπειτα από απαίτηση της χούντας. Ο πραγματικός έλεγχος επί εδάφους στην ουσία παρέμεινε ισχνός με τις διάφορες ένοπλες ομάδες να ανταγωνίζονται. Το εν λόγω coup d’état έμελλε να είναι μόνο η πρώιμη φάση του πολέμου στο Μάλι, αφού η σύρραξη βρίσκεται εν εξελίξει σε διάφορα μέρη παρά την συμφωνία ειρήνης που  συνήφθη το 2015. Στο μεταξύ, τις εκλογές του 2013 και του 2018 κέρδισε ο Ibrahim Boubacar Keita. Το 2020, όμως, συλλήφθηκε από την Εθνική Επιτροπή για την Σωτηρία του Λαού (“National Committee for the Salvation of the People”), η οποία όρισε προσωρινό Πρόεδρο τον Bah N’Daw για 18 μήνες πριν προκηρύξει νέες εκλογές. Τον Μάιο του 2021 ο συνταγματάρχης Assimi Goïta θα ηγηθεί νέου coup και θα ορκιστεί Πρόεδρος.

Έκτοτε, ο πόλεμος μαίνεται ανάμεσα στο CMA (“Coordination of Azawad Movements”) – που αποτελείται από το MNLA, το Arab Movement of Azawad και το High Council for the Unity of Azawad -, στον τζιχαντιστικό συνασπισμό Islamic State Sahil Province, AQIM, JNIM (“Jama’at Nusrat al-Islam wal-Muslimin”) και στις κυβερνητικές δυνάμεις οι οποίες υποστηρίζονται από πλήθος χωρών όπως η Τουρκία, η Γερμανία, οι χώρες του ECOWAS (“Economic Community of West African States”). H απομάκρυνση της ειρηνευτικής αποστολής MINUSMA (“United Nations Multidimensional Integrated Stabilization Mission in Mali”) τον Ιούνιο έπειτα από απαίτηση της χούντας, η οποία είχε δημιουργηθεί το 2013 με το Ψήφισμα 2100 του ΣΑΗΕ, προκάλεσε περαιτέρω κλιμάκωση των συγκρούσεων. Επιπλέον, ο ECOWAS επέβαλε κυρώσεις στη κυβέρνηση, ενώ αρκετά κράτη μέλη έκλεισαν τα σύνορά τους ως απάντηση στην αναβολή των εκλογών στο Μάλι για άλλα πέντε έτη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόταση του Πρωθυπουργού της Burkina Faso, Apollinaire Kyelem, φέτος τον Φεβρουάριο για σύσταση μιας ευέλικτης ομοσπονδίας με το Μάλι στη βάση “κοινών αρχών, στόχων και αναγκών”, όπως την υπεράσπιση της κρατικής κυριαρχίας, την ενδυνάμωση των οικονομιών, την αντιμετώπιση των τζιχαντιστικών εξεγέρσεων.

Μπουρκίνα Φάσο

Πραξικοπήματα συνέβαιναν συχνά την πρώτη εικοσαετία από την ανεξαρτητοποίησή της, ενώ αξίζει να υπογραμμιστεί πως επί Προεδρίας Thomas Sankara (1984-1987) η χώρα πρωτοπορούσε για τα δεδομένα της αφρικανικής ηπείρου με την εφαρμογή εντυπωσιακά αποτελεσματικών κοινωνικο-οικονομικών μεταρρυθμίσεων, ακόμα και με περιβαλλοντικές προεκτάσεις. Το πρώτο επιτυχημένο coup d’état οργανώθηκε το 1987 από τον πρώην συνάδελφο του Sankara, Blaise Compaoré. O Compaoré έμεινε στην εξουσία για 27 ολόκληρα χρόνια, ουσιαστικά ανατρέποντας όλες τις πολιτικές του προκατόχου του και προχωρώντας σε εξαιρετικά περιορισμένες φιλελευθεροποιήσεις του καθεστώτος. Εν τέλει, εξαιτίας των ανεξέλεγκτων διαμαρτυριών για παραίτησή του και προκήρυξη εκλογών,  ο Compaoré υπέκυψε. Οι εκλογές διεξήχθησαν το 2015 και νικητής ανεδείχθη ο Roch Marc Christian Kabore. Το 2020 επανεξελέγη, όμως οι τρομοκρατικές επιθέσεις οργανώσεων όπως το Ansarul Islam, η AQIM, το ISIS-GS (“Islamic State of Iraq and ash-Sham in the Greater Sahara”) και το JNIM, θα αποτελούσαν κύρια ζητήματα που απασχολούν μέχρι και σήμερα . Σημειωτέον, ότι έχει αναγνωριστεί ως μία από τις φτωχότερες χώρες στον κόσμο. Πέρσι έλαβαν χώρα δύο στρατιωτικά πραξικοπήματα, ένα τον Ιανουάριο, όπου ο συνταγματάρχης Paul-Henri Sandaogo Damiba καθαίρεσε τον Kabore, και ένα τον Σεπτέμβριο, όπου ο λοχαγός Ibrahim Traoré “εκθρόνισε” τον Damiba και έγινε προσωρινός Πρόεδρος μέχρι τις εκλογές του 2024, όπως έχει ανακοινωθεί. Σε απάντηση στο πρώτο coup, ο ECOWAS και η Αφρικανική Ένωση ανέστειλαν την συμμετοχή της Μπουρκίνα Φάσο. Σημειωτέον, ότι συγκαταλέγεται μέσα στις φτωχότερες χώρες στον κόσμο και μετρά σχεδόν 2.000.000 εκτοπισμένους λόγω των επιθέσεων.

Τσαντ

Το Τσαντ έχει βιώσει παρατεταμένα όχι μόνο ακραίο αυταρχισμό και πολιτική αστάθεια από τον πρώτο κιόλας Πρόεδρο François Tombalbaye (1960-1975), ο οποίος δολοφονήθηκε από μουσουλμάνους του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου (“National Liberation Front of Chad”, FROLINAT) κατά τη διάρκεια ενός coup, αλλά κι εμφύλιες διαμάχες (1965-1975), κανονικό εμφύλιο πόλεμο (1979-1982), κι έπειτα εισβολή από τη Λιβύη του Muammar Gaddafi (1978-1987). Το 1990 ο στρατηγός Idriss Déby οργάνωσε επανάσταση κατά του τότε Προέδρου Hissène Habré και τον ανέτρεψε. To 2021, μετά από 30 χρόνια στο αξίωμα, o Déby πέθανε στο πεδίο της μάχης από επαναστάτες, αφήνοντας την χώρα ουσιαστικά στο έλεος ενός στρατιωτικού μεταβατικού συμβουλίου υπό την ηγεσία του γιού του, Mahamat Idriss Déby, το οποίο κυβέρνησε για 18 μήνες μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων μεταβατικού Προέδρου από τον Mahamat Déby. Οι συγκρούσεις με ισλαμιστικές οργανώσεις, καθώς και επαναστατικές ομάδες παραμένουν κραταιές, ενώ από το 2015 η Boko Haram βομβαρδίζει μεγαλουπόλεις και επιτίθεται ανοιχτά εναντίον στρατιωτικών δυνάμεων, προκαλώντας τεράστιες απώλειες και ανυπολόγιστες ζημιές. Ακόμα, το Τσαντ έχει καταγραφεί ως η χώρα με το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας.

Μαυριτανία

Η Μαυριτανία θα λέγαμε ότι είναι ίσως η πιο ταλαιπωρημένη από τις χώρες της ζώνης. Από τον πρώτο Πρόεδρο, τον Moktar Ould Daddah – ο οποίος είχε τοποθετηθεί από τους Γάλλους με την ανεξαρτητοποίηση της χώρας και οδήγησε παραλίγο σε ολέθριο πόλεμο  με τη Δυτική Σαχάρα – στις εντελώς αναποτελεσματικές στρατιωτικές κυβερνήσεις της περιόδου 1978 – 1984 των Mustafa Ould Salek και Mohamed Khouna Ould Haidallah, στην 21χρονη διακυβέρνηση του Maaouya Ould Sid’Ahmed Taya έως τα coup d’état του 2005 και 2008, η Μαυριτανία υπήρξε από όλες τις απόψεις πολιτικά ασταθής, δημοκρατικά ανολοκλήρωτη, κοινωνικο-οικονομικά υπανάπτυκτη. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το πιο αξιοπερίεργο για τη Μαυριτανία είναι ότι ενώ κατάργησε τη δουλεία το 1981, την ποινικοποίησε μόλις το 2007 και είναι αλήθεια πως μέχρι στιγμής ακόμα αντιμετωπίζει δυσκολίες στον οριστικό τερματισμό της. Για αυτό μάλιστα μεταξύ άλλων το Freedom House χαρακτήρισε το 2022 την Μαυριτανία μερικώς ελεύθερη (35/100), ενώ το Amnesty International αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το νομικό σύστημα της Μαυριτανίας λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να παραβλέπει πλήρως την τήρηση των τυπικών διαδικασιών, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και τα δικαιώματα των φυλακισμένων (θεσμοθετημένη και συνεχής πρακτική βασανιστηρίων). Επίσης, την περίοδο 2005 – 2011 η AQIM οργάνωνε τακτικά επιθέσεις ενάντια σε εθελοντές ανθρωπιστικών αποστολών, τουρίστες, διπλωματικές και κυβερνητικές εγκαταστάσεις.

Οι πρωτοβουλίες για το Σαχέλ

Οι χώρες του “πυρήνα” του Σαχέλ συνέστησαν το 2014 τον πολιτικο-στρατιωτικό διακυβερνητικό οργανισμό G5-Sahel. Το στρατιωτικό του σκέλος στοχεύει στον περιορισμό της διάδοσης του ριζοσπαστικού σουνιτικού ισλάμ μέσω του συντονισμού των στρατιωτικών μέσων των κρατών στη μάχη κατά των τζιχαντιστικών οργανώσεων, όπως της AQIM, του JNIM – που προέκυψε το 2017 από την συγχώνευση του σαχαριανού τμήματος της AQIM με το Macina Liberation Front, το Ansar Dine και το Al-Mourabitoun – και της Boko Haram. Το πολιτικό σκέλος αποσκοπεί στην προώθηση μιας πολύπλευρης και βιώσιμης ανάπτυξης στη περιοχή, η οποία θα περιλαμβάνει ταυτοχρόνως την επανεγκαθίδρυση των δημοκρατικών καθεστώτων. Στην ίδια κατεύθυνση, προς την ενδυνάμωση των αναπτυξιακών προοπτικών σε όλους τους τομείς και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των ήδη υπαρχόντων προσπαθειών στις χώρες της G5-Sahel, δημιουργήθηκε το 2017 από το Γαλλογερμανικό Συμβούλιο Υπουργών και την Ευρωπαϊκή Ένωση το Sahel Alliance.

Το 2013 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υιοθετεί το Ψήφισμα 2056 ανταποκρινόμενο στη κρίση στο Μάλι και σε εφαρμογή αυτού καταρτίζεται η United Nations Integrated Strategy for the Sahel (UNISS)∙ μία πολυδιάστατη προσέγγιση η οποία απαρτίζεται από τρεις πυλώνες, την Διακυβέρνηση (Governance), την Ανθεκτικότητα (Resilience) και την Ασφάλεια (Security), γύρω από τους οποίους έχουν τεθεί στρατηγικοί στόχοι. Στην συνέχεια, το 2017 το ΣΑΗΕ επανέρχεται επί της κατάστασης στο Σαχέλ και της ανταπόκρισης της διεθνούς κοινότητας σε αυτή την απειλή κατά της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας και υιοθετεί το Ψήφισμα 2391, βάσει του οποίου η εν λόγω στρατηγική επανεξετάζεται, αξιολογείται και επαναπροσδιορίζεται προκειμένου να ανταποκριθεί στις μεταβαλλόμενες ανάγκες και προτεραιότητες, καθώς και να δράσει συνεκτικά και συντονιστικά ως προς τις συλλογικές προσπάθειες αντιμετώπισης κρίσεων. Το 2018 εγκαινιάζεται ένα όργανο της UNISS, το UN Support Plan for the Sahel, για την εκπλήρωση των UN Sustainable Development Goals (SDGs) και την εφαρμογή της African Union Agenda 2063. Το UNSP προορίζονταν να δώσει νέα πνοή με έξι στρατηγικούς άξονες: την διασυνοριακή συνεργασία, την πρόληψη συγκρούσεων και την διατήρηση της ειρήνης, την συμπεριληπτική ανάπτυξη, την κλιματική δράση, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις γυναίκες – νέα γενιά.

Συμπεράσματα

Από όσα εκθέσαμε παραπάνω, συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η ζώνη του Σαχέλ αποτελεί με μια δόση χιούμορ ένα εύφλεκτο μείγμα ζητημάτων ασφαλείας, εθνικών – περιφερειακών εντάσεων, πολιτικής αστάθειας και κακής διακυβέρνησης, οικονομικής ανασφάλειας και ανθρωπιστικών κρίσεων. Η αλληλεπίδραση όλων μεταξύ τους, σε συνδυασμό φυσικά με την τεράστια οικολογική καταστροφή που διαχρονικά υφίσταται εδώ και δεκαετίες – στην οποία επιτηδευμένα δεν σταθήκαμε χάριν συντομίας -, συνθέτει αναμφίβολα ένα δυσνόητο πολυπρισματικό σκηνικό. Η πλούσια πολιτισμική κληρονομιά μαζί με την εθνική, γλωσσική και παραδοσιακή ποικιλομορφία δίδουν οπωσδήποτεμία αισιόδοξη χροιά ατενίζοντας προς το μέλλον. Σε τελική ανάλυση, όμως, είναι κοινά αποδεκτό ότι η εν λόγω περιοχή παρά τις αναρίθμητες παθογένειες διαθέτει και πολλές δυνατότητες και προοπτικές για ουσιαστική και πολύπλευρη ανάπτυξη, χάρη στην ανθεκτικότητα που έχουν επιδείξει οι λαοί σε πείσμα των δυσβάσταχτων αντιξοοτήτων.

Συντάκτης: Σπυριδούλα Γιαννοπούλου

Πηγές:


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.