Μια φορά και έναν καιρό κάποιος έγραψε: “Σ’αυτή τη μηχανή του κόσμου οι λαοί, αντί για λάδι καίνε ανθρώπου αίμα”. Αν το σκεφτεί κανείς, δεν θα πάρει πολύ για να κατανοήσει ότι ίσως να περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική κοινωνία. Βεβαίως, η τέλεση εγκλημάτων δεν υφίσταται ποτέ ανύπαρκτη από κάθε ανθρώπινη κοινωνία, αλλά μία μικρή αναδρομή στα τελευταία τρία χρόνια θα μας κάνει να καταλάβουμε ότι τα εγκλήματα, μας έχουν αφήσει καιρό πίσω. Αυτό το άρθρο αφορά την ανθρώπινη κτηνωδία και την εγκληματική αμέλεια, παίρνοντας ως παράδειγμα τον Αντώνη Καρυώτη, ο οποίος δολοφονήθηκε από το πλήρωμα του Blue Horizon, το βράδυ της Τρίτης, στο λιμάνι του Πειραιά.
Το χρονικό είναι γνωστό σε όλους. Καμία στιγμή δεν έμεινε κρυφή από το συμβάν. Συγκεκριμένα, ο Αντώνης προσπαθώντας να μπει στο πλοίο λίγο πριν αυτό λύσει τους κάβους, βρέθηκε αντιμέτωπος με την κακοποιητική συμπεριφορά των υπαλλήλων του Blue Horizon. Ο καταπέλτης είχε πλέον σηκωθεί όταν την τρίτη φορά έπεσε μες τη δίνη. Η φράση “δεν ξέρω να κολυμπάω” βούλιαξε στο νερό μαζί του. Κανείς δεν ξέρει αν το άκουσαν ή όχι, μα αυτό όχι μόνο είναι ελάχιστης σημασίας πια. Το πλοίο ξεκίνησε το ταξίδι του, όπως και αυτός ο άνθρωπος απλά με διαφορετικό προορισμό. Ήταν λίγο πριν την άφιξη Αίγινα όταν με εντολή εισαγγελέως και την παρέμβαση του Λιμενικού το πλοίο γύρισε στον Πειραιά, όπου το αστυνομικό σώμα συνέλαβε βασικά μέρη του πληρώματος. Πληθώρα επιχειρημάτων ξέσπασε για το αν είχε εισιτήριο, κάτι το οποίο αποδειχτηκε αληθές, όπως και μία άλλων πληροφοριών.
Μία προβληματική μπορεί να προβληθεί και να μελετηθεί από μια πληθώρα παραγόντων. Ας ορίσουμε έναν πρώτο άξονα, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η εν ψυχρώ αυτή δολοφονία έκανε τον γύρο του διαδικτύου πολύ συντομότερα απ’οσο θα περίμενε κανείς, αλλά κυρίως επειδή ήταν οι ίδιοι οι πολίτες, απλοί περαστικοί και επιβάτες που ήταν αυτόπτες μάρτυρες. Μέσα σε αυτούς δεν άργησε να ενταχθεί και ο υπόλοιπος πληθυσμός, βλέποντας στις οθόνες τους μία ακραία έκφανση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Όπως γίνεται σε κάθε τραγωδία, ο έντυπος τύπος και τα κανάλια σπεύδουν να καλύψουν την είδηση, αποκαλύπτοντας ότι ένας επιβάτης σκοτώθηκε προσπαθώντας να πηδήξει στον καταπέλτη. Ότι έπεσε και σκοτώθηκε στο λιμάνι, μέχρι που τα γεγονότα μίλησαν από μόνα τους, ή μάλλον το χέρι του υπαλλήλου που έσπρωξε έναν άνθρωπο στα νερά του Πειραιά, περιμένοντας μάλλον απλά να βγει στην επιφάνεια. Με την ξαφνική αυτή αλλαγή και την συνεχώς αυξάνουσα επέκταση του θέματος πολλοί έχουν τοποθετηθεί και έχουν βάλει το λιθαράκι του σχετικά με την ορθή διαχείριση αυτής της κρίσης. Ας λάβουμε ένα τυχαίο παράδειγμα από επαγγελματίες που μία από τις προτιμότερες λύσεις ήταν “να τον πλάκωναν στις κλωτσιές”, ένα άμεσο ενδεικτικό που αποδεικνύει όχι μόνο προς τα που οδεύει (και) αυτή η υπόθεση αλλά το επίπεδο στο οποίο σταδιακά φτάνουμε. Χρήζει αναφοράς, ότι κάτι που μάθαμε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ότι ο Αντώνης άνηκε στα άτομα με νοητικές αναπηρίες, κάτι που δεν έχει ακουστεί από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Από εκείνη την ώρα και μετά, στον δημόσιο διάλογο έχουν ακουστεί πολλά και από πολλούς για την τραγωδία που θα στοιχειώνει τους έλληνες για καιρό ακόμη. Ή έστω για αυτή την εβδομάδα. Αυτό όμως είναι κάτι το οποίο συντόμως πρόκειται να αναλυθεί.
Η αντίδραση της κυβερνώσας δύναμης είναι μία άλλη πλευρά του ζητήματος, άξια κι εκείνη αναφοράς. Όπως απαιτείται από τις συνθήκες, η πολιτειακή παρέμβαση αποτελεί υποχρέωση για όλα τα πολιτικά στελέχη, μηδενός εξαιρουμένου. Η δήλωση του Υπουργού Ναυτιλίας για το συμβάν και η εξίσωση θηρίων και θηραμάτων περισσότερο σάλο παρά εφησυχασμό προκάλεσε, ενώ επιβεβαιώθηκε η διαλεύκανση της υπόθεσης μέσω των δικαιικών αρχών. Ειδική μνεία αξίζει να γίνει στην απουσία του υπεύθυνου λιμενικού, πριν τον απόπλου του πλοίου. Βεβαίως, καθίσταται απαραίτητο να αναφερθεί ότι η νομική διάσταση της υπόθεσης επεκτείνεται σημαντικά, πέρα από την τιμωρία των υπευθύνων για ανθρωποκτονία από πρόθεση. Νομικά ζητήματα προκύπτουν το ένα μετά το άλλο. Αρχικά, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία επιβάλλεται ο καταπέλτης να είναι ανοιχτός προτού λυθούν οι κάβοι του πλοίου. Το πλήρωμα του Blue Horizon ήταν υποχρεωμένο λόγω συγκεκριμένης συνθήκης να μη θέσει τον επιβάτη σε κίνδυνο, αλλά να τον οδηγήσει σε ασφαλές μέρος. Ένας de facto νόμος, υφιστάμενος σε κάθε γραπτό και φυσικό δίκαιο, δεν είναι άλλος από την εσπευσμένη βοήθεια όταν ένας άνθρωπος πέφτει στη θάλασσα. Δεν αποτελεί σε καμία των περιπτώσεων μυστικό ότι σε τέτοιες περιπτώσεις ακολουθεί οργανωμένη αποστολή διάσωσης με παροχή σωσίβιου, σωσίβιας λέμβου, άμεση επικοινωνία με τον καπετάνιο και το λοιπό πλήρωμα, την παύση των μηχανών ή τη στροφή του πλοίου και φυσικά την ειδοποίηση του Λιμενικού Σώματος. Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, όχι μόνο γίνεται κατανοητό πως ότι κανένα από τα νόμιμα και υποχρεωτικά μέτρα ασφαλείας δεν τηρήθηκαν, αλλά ότι έβλεπαν έναν άνθρωπο να χάνεται σε κατάσταση απραγίας, ενώ αποδεικνύεται πως η ασυδοσία δεν δύναται να σταματηθεί από νόμους.
Η Attica Group, η μητρική εταιρεία των Blue Star Ferries άφησε τη δική της απολογία 29 λέξεων πριν αποποιηθεί των ευθυνών της ανθρωποκτονίας. Όπως είναι φυσικό κι επόμενο σε αυτής της έκτασης φαινόμενα, η αναζήτηση για έναν αποδιοπομπαίο τράγο δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο καθώς κύριος η ίδια η εταιρεία έχει το δάχτυλό της άμεσα στραμμένο στον καπετάνιο του Blue Horizon. Σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν οι επιβάτες του λεγόμενου πλοίου προσπάθησαν να πληροφορήσουν τον προαναφερθέντα για το τι προηγήθηκε ώστε να σταματήσει το πλοίο, εκείνος απλά έκλεισε την πόρτα του. Από τότε ο κόσμος έχει μείνει στο σκοτάδι για τα υπόλοιπα επί του θέματος. Το πραγματικό ερώτημα που αξίζει να τεθεί σε αυτό το σημείο δεν είναι απαραίτητα το τι έχει η Blue Star Ferries ενάντια στους επιβάτες, με ή χωρίς εισιτήριο, αλλά το τι έχουν οι άνθρωποι εναντίον των ανθρώπων. Το αγόρι της διπλανής πόρτας που το έβρισκε κανείς στις εργατικές γειτονιές, ένας άνθρωπος σε δεινή οικονομική κατάσταση, με νοητική αναπηρία αντικατοπτρίζει όλη την κοινωνική παθογένεια που αντιμετωπίζει η χώρα. Δεν θα ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που η Blue Star Ferries κατηγορείται για ρατσιστική συμπεριφορά, αναπολώντας το περιστατικό του 2018 με την μεταφορά προσφύγων, όπως δεν είναι η πρώτη τραγωδία που σημειώνεται στο κατάστρωμα του Blue Horizon, μετρώντας ως τώρα δύο αγνοούμενους επιβάτες που εθεάθησαν τελευταία φορά στο πλοίο και μετά ποτέ ξανά, το 2015 και το 2018 αντίστοιχα. Η παρούσα κατάσταση και το καθρέφτισμα μίας μειονοτικής ομάδας σε έναν άνθρωπο και μία λανθάνουσα αίσθηση υπεροχής από την άλλη πλευρά, μία ανάγκη επικράτησης και εδραίωσης κυριαρχίας σε κάποιον που θεωρείται υποδεέστερος. Ένα ένστικτ ζωώδες, προσήκον στην πράξη που τελέστηκε και ένα τελεσίγραφο για την επόμενη μέρα. Το κατηγορητήριο χαρακτηρίζεται βαρύ για τέσσερα μέλη του πληρώματος ενώ η παραίτηση του Υπουργού Ναυτιλίας στο πλαίσιο ανάληψης της πολιτικής ευθύνης φαίνεται να δίνει κατεύθυνση της υπόθεσης προς τη δικαιοσύνη, χωρίς όμως απαραίτητα να δίνει δικαίωση.
Καθίσταται κατανοητό ως τώρα ότι κάθε πράξη που αφήνει τον απόηχο της ελληνικής κοινωνίας έχει τυπολογία homo homini lupus. Αποτελεί πλέον γεγονός συλλογικής παραδοχής ότι η καθημερινότητα μοιάζει σαν κάποιου είδους δυστοπική πραγματικότητα που τρένα συγκρούονται οδηγώντας σε θανάτους παιδιών, μαζικές κινητοποιήσεις και μετά στο κενό, (το “πάμε, φύγαμε” από το “πάμε κι όπου βγει” έχει μόνο δύο λέξεις διαφορά), σε ανθρωποκτονίες “εν βρασμώ ψυχής” αν δεν επιλέξεις τη σωστή ομάδα, έως και στο αν η τύχη είναι με το μέρος μας εκείνη την ημέρα, απλώς για να δούμε την επόμενη. Οι άνθρωποι συνήθισαν πλέον στη φρικαλεότητα, όπως ακριβώς έγινε συνήθεια η πλέον μηνιαία φυσική καταστροφή, που ίσως δεν είναι πάντα φυσική και σίγουρα από μία καταστροφή από την οποία οι κραυγές για βοήθεια σωπαίνουν και όχι από μόνες τους. Το χάος και η αντίδραση ακολουθεί με απώτερο στόχο την αλλαγή και αποφυγή περασμένων πεπραγμένων, ακριβώς όπως αρμόζει σε καταστάσεις που αρμόζουν σε όρους συγκροτημένης, πολιτισμένης κοινωνίας, με ένα υγιές πολιτικό σύστημα, καλές υποδομές και ένα ορθώς λειτουργικό κράτος δικαίου. Εν αντιθέσει πάντα με την ελληνική συγχρονία όπου μετά την αντίδραση ακολουθεί η απόλυτη λήθη. Οι Έλληνες έχουν κοιτάξει το τέρας και το κοιτάνε καθημερινά, μέχρι που αρχίζουν να να εναντιώνεται ο ένας στον άλλον, και γίνονται αυτό, ακόμη κι αν έχουν ακόμη αμέτρητα να πολεμήσουν. Θα ήταν καλό να καταλάβουμε ότι η εν ζωή συνήθεια του θανάτου είναι παραφύση και όχι μία μονιμότητα που συνηθίζεται. Θα ήταν καλό επίσης να θυμόμαστε ότι η σιωπή σημαίνει συνενοχή, αλλά το ίδιο και η λησμονιά. Καλό θα ήταν, φυσικά, να κρατήσουμε ότι σε εποχές πόλωσης απαιτείται να χρησιμοποιούμε τη φωνή μας και να αντιστεκόμαστε για μία πραγματικότητα βιώσιμη. Δεν έχουμε άλλη επιλογή.
Είμαστε οι επόμενοι.
Συντάκτης: Σοφία Κανελλάκη