Η προπαγάνδα είναι μια ύπουλη τεχνική επικοινωνίας που δύσκολα κανείς μπορεί να αποφύγει και να προστατευτεί. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα με την ραγδαία ανάπτυξη του διαδικτύου και τον πολλαπλασιασμό των πηγών πληροφόρησης οι διάφοροι προπαγανδιστές βρήκαν νέες μεθόδους για να επιτελούν την χειραγώγηση των πολιτών. Ωστόσο η Τουρκία φαίνεται πως είναι “παλιά καραβάνα” στον στίβο των προπαγανδιστικών τεχνικών και όπως τα γεγονότα αποδεικνύουν η ίδια θα εξακολουθήσει για αρκετό καιρό να βρίσκεται στο “βάθρο των πρωταθλητών” όσον αφορά την προπαγάνδα. Ανεξαρτήτως των εκλογικών αποτελεσμάτων  που προηγήθηκαν στην γειτονική μας χώρα, το εν λόγω άρθρο έχει ως στόχο να εξετάσει το κατά πόσο η Τουρκία αποτελεί μια κοινωνία στην οποία πρωταγωνιστεί η προπαγάνδα.

Η Τουρκία, όπως είναι γνωστό, αποτελεί ένα κράτος το οποίο ουκ ολίγες φορές έχει απασχολήσει την διεθνή επικαιρότητα και ιδίως για τη σχέση της με την Ελλάδα, για τις προπαγανδιστικές ομιλίες πολιτικών της, που έχουν ως απώτερο στόχο να φουντώσουν καταστάσεις (πραγματικές ή μη) και να κάνουν σαφές στους πολίτες  πως η Ελλάδα είναι ο “εχθρός” που της έχει πάρει όσα τους ανήκουν. Ωστόσο αυτό αποτελεί μια φανερή μορφή προπαγάνδας που εντοπίζεται και σχολιάζεται με ευκολία ακόμα και από εκείνους που δεν έχουν μεγάλη πείρα στις τακτικές χειραγώγησης. Το πρόβλημα έγκειται στις νέες μεθόδους οι οποίες είναι περισσότερο ύπουλες, κρυφές και στοχεύουν να επηρεάσουν εκείνους που δεν έχουν πειστεί ως τώρα.

Ο Τύπος και κυρίως οι τουρκικές τηλεοπτικές παραγωγές έχουν καταστεί πυρήνες προπαγάνδας κατά της Ελλάδας με το τελευταίο εξάμηνο η χώρα μας να έχει στοχοποιηθεί ως ο κακός γείτονας που πυροδοτεί καταστάσεις και απειλεί ολοένα και περισσότερο την Τουρκία. Σημαντική παράμετρος της τουρκικής ανελευθερίας είναι  πως το 100% του Τύπου, ανήκει εμμέσως φυσικά, στον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος κινεί πλέον τα νήματα σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικής σκηνής, με την κατάσταση να κορυφώνεται ειδικότερα το τελευταίο εξάμηνο πριν τις εκλογές. Ο στραγγαλισμός της τουρκικής ανεξαρτησίας του Τύπου, της τέταρτης μορφής εξουσίας, ήταν σταδιακός, με την αρχή να γίνεται με αυθαίρετες φορολογικές κυρώσεις και εξαναγκασμό σε χρεοκοπία οποιασδήποτε εταιρείας/μέσου δεν βρισκόταν υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης του προέδρου Ερντογάν, ενώ συνεχίστηκε με την φυλάκιση δεκάδων δημοσιογράφων, το κλείσιμο 24 ραδιοφωνικών σταθμών, 28 τηλεοπτικών καναλιών και 80 εφημερίδων τα οποία παρουσίασαν το πραξικόπημα του καλοκαιριού του 2016 ως πιθανή λύση. Με λίγα λόγια, όσοι δεν είναι “φίλοι” του Ερντογάν μετατρέπονται αυτόματα σε εχθρούς που εξορίζονται ώστε να μην αποτελούν πια απειλή των προπαγανδιστικών πολιτικών. Επόμενο μέσο χειραγώγησης κατά του έξω κόσμου αποτελούν πλέον και οι τηλεοπτικές σειρές, οι οποίες εμμέσως όχι απλώς παίρνουν θέση κατά της Ελλάδας αλλά θίγουν και ζητήματα όπως αυτά της Κύπρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η προβολή εκπομπής που έθιγε τα γεγονότα της Κύπρου κατα την περίοδο 1963-1974, αναζωπυρώνοντας το κυπριακό ζήτημα. Με καθόλου τυχαίο γεγονός, τα γυρίσματα της εκπομπής να συμπίπτουν με τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση.

Ωστόσο οι σχέσεις της γείτονος χώρας με την προπαγάνδα φαίνεται πως έχουν βαθιές θρησκευτικές ρίζες στην εποχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας, με τον Σουλτάνο να ζητάει στο όνομα του Τζιχάντ πόλεμο εναντίον τη Γαλλίας, της Ρωσίας και της Μεγάλης Βρετανίας.

Τα μουσουλμανικά κράτη δεν ανταποκρίθηκαν, με εξαίρεση το Πακιστάν, και  οι προσπάθειες ναυαγησαν εξαιτίας της επιρροής που είχαν οι δυνάμεις αυτές στα μουσουλμανικά κράτη. Άλλωστε πώς η Τουρκία θα μπορούσε να πείσει τις γαλλικές μουσουλμανικές αποικίες της Βόρειας Αφρικής να πράξουν εναντίον της Γαλλίας; Δεύτερος λόγος που η προπαγανδιστική ρητορεία του τζιχάντ δεν πέτυχε ήταν οι συμμαχικές σχέσεις της Τουρκίας με τις χριστιανικές δυνάμεις της Αυστροουγγαρίας και Γερμανίας, γεγονός που δεν ενίσχυε το διεθνές της κύρος καθώς οι δυνάμεις αυτές θεωρούνταν μάλλον αναξιόπιστες στα μουσουλμανικά κράτη της Ανατολής. Μετά το ανεπιτυχές πέρας του καλέσματος για ιερό πόλεμο η Τουρκία έχασε την αξιοπιστία της στην διεθνή σκηνή. Ακόμη ένα στοιχείο που δεν θα πρέπει να παραλείψουμε είναι η έκδοση τουρκικών περιοδικών, τα οποία είχαν ως στόχο να ενισχύσουν το ηθικό των μουσουλμάνων στρατιωτών και να τους κάνουν να αισθανθούν μια ομάδα ώστε να αντιμετωπίσουν την απειλή της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία διαδίδοντας πρώτη φήμες κατά της Γερμανίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε καταφέρει να δημιουργήσει αίσθημα ανασφάλειας και να διχάσει τους δύο λαούς.

Επιστρέφοντας στο σήμερα, οι προπαγανδιστικές τάσεις της Τουρκίας έχουν επηρεάσει αδιαμφισβήτητα τις σχέσεις της με την Ελλάδα και έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα το οποίο πλαισιώνεται με όρους “βεντέτας”. Διαρκώς και από τις δύο πλευρές κυριαρχεί η ανασφάλεια στις σχέσεις τους, με την Τουρκία να διαδίδει ανακρίβεις και προκλητικές προς την Αθήνα πληροφορίες. Η Άγκυρα θα έλεγε κανείς προσπαθεί εδώ και αρκετό καιρό να προκαλέσει, έστω και για λίγο, εντυπώσεις στρέφοντας τα  διεθνή βλέμματα πάνω της, με την Αθήνα να προσπαθεί συνεχώς να ασκήσει διπλωματία με ευπρέπεια και τύπους, στη βάση του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, κάτι το οποίο φαίνεται πως πια ίσως δεν είναι αρκετό. Δεν είναι θεμιτό φυσικά η Ελλάδα να πυροδοτεί καταστάσεις και να προκαλεί, ωστόσο η ρητορική της “ευγένειας” φαίνεται πως πλέον δεν είναι αρκετή.

Καταληκτικά, η ενημέρωση στην Τουρκία αποτελεί εδώ και αρκετά χρόνια πηγή σχολιασμού της διεθνούς κοινής γνώμης, με την  κατάσταση να έχει κορυφωθεί πριν λίγους μήνες ενόψει των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών. Με τον πρόεδρο Ερντογάν να παρουσιάζει μια πλασματική πραγματικότητα και τους πολίτες να μην είναι σε θέση πάντοτε και με ευκολία, να διαχωρίσουν τι είναι αλήθεια και τι όχι, η Τουρκία βρίσκεται πνιγμένη για ακόμη μια φορά στον δικό της βάλτο προσπαθώντας παράλληλα να θεοποιήσει τον εαυτό της και να κατηγορήσει όποιον βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από αυτήν. Φυσικά όταν κάνουμε λόγο για την Τουρκία του σήμερα δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως αναφερόμαστε στην Τουρκία του Ερντογάν, ο οποίος προσπαθεί να παραμείνει στην εξουσία, με κάθε θεμιτό ή λιγότερο θεμιτό τρόπο και μέχρι στιγμής, δεν έχει βρεθεί κάποιος από το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας να αντιμετωπίσει αποφασιστικά την απολυταρχική εξουσία του ισλαμιστή προέδρου, με μόνα θύματα στο τέλος της ημέρας, τους τούρκους πολίτες που πλήτωνται ποικιλοτρόπως, έτι περισσότερο.

Συντάκτης: Αλίκη Μπούκη

Πηγές:

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις του What Politics Means και της συντακτικής ομάδας.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του What Politics Means. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των δύο έως τριών πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο What Politics Means. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.