Σε μια υποθετική ερώτηση για την αναφορά ενός και μόνο σημαντικού πολιτικού προσώπου που έζησε και έδρασε (πολιτικά) στην ελληνική επικράτεια, οι περισσότεροι θα απαντούσαν με ένα όνομα: Ελευθέριος Βενιζέλος. Άδικα; Κάθε άλλο! Ο Ελευθέριος Βενιζέλος γεννήθηκε το 1864 στα Χανιά όμως έως το 1910 δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός, καθώς η Κρήτη δεν είχε ενωθεί ακόμη με την Ελλάδα.

Πρωτοστάτησε και άρχισε να εξαπλώνεται η φήμη του λόγω της δράσης του και της εμπλοκής του στο Κρητικό ζήτημα στο δεύτερο της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, στην προσπάθεια δηλαδή ανεξαρτητοποίησης του νησιού από την Οθωμανική αυτοκρατορία, οργανώνοντας την Επανάσταση στο Θέρισσο το 1905, απέναντι στην διακυβέρνηση του πρίγκιπα Γεωργίου προκειμένου να επιτευχθεί η ένωση της Κρήτης με την υπόλοιπη Ελλάδα. Οι δράσεις του οδηγούν στο να εκλεχθεί πρωθυπουργός της Κρητικής Πολιτείας, με τον διεθνή στρατό να αποχωρεί από το νησί το 1909. Οι επαναστάτες είχαν καταφέρει να επικρατήσουν όμως ο Βενιζέλος, πάντα διορατικός, κατάφερε να τους πείσει να μην προβούν σε ακραίες ενέργειες που μπορεί να έφερναν πιθανόν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο έχουμε το Κίνημα στο Γουδί σε εξέλιξη και ύστερα την προσπάθεια του Στρατιωτικού Συνδέσμου που προκάλεσε το Κίνημα να βρει ένα πρόσωπο που θεωρούσε ικανό για να αναλάβει την πρωθυπουργία. Το πρόσωπο αυτό αποτέλεσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος κλήθηκε να έρθει στην Ελλάδα από την Κρήτη, πράγμα που αποδέχτηκε.

Στις 5 Σεπτεμβρίου 1910 είναι η πρώτη  δημόσια εμφάνιση του που  πραγματοποιήθηκε μία ομιλία στην πλατεία Συντάγματος με πλήθος κόσμου να έχει μαζευτεί εκεί. Υποστήριξε μετριοπαθείς μεταρρυθμίσεις με απώτερο σκοπό τον εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας. Λίγο καιρό πριν είχε ιδρύσει και το γνωστό σε όλους μας Κόμμα των Φιλελευθέρων και στις εκλογές του Νοεμβρίου του ίδιου έτους σχημάτισε κυβέρνηση συγκεντρώνοντας την απαραίτητη πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο. Για ένα από τα πράγματα που έμεινε στην ιστορία είναι για τον τεράστιο όγκο μεταρρυθμίσεων και νέων νόμων που ψήφισαν οι κυβερνήσεις του.

Με την συμμετοχή στους Βαλκανικούς πολέμους, τα έτη 1912-1913 η Ελλάδα διπλασιάστηκε σε μέγεθος και σε πληθυσμό γεγονός που αποτέλεσε μια μεγάλη (και) προσωπική νίκη του Βενιζέλου. Έτσι ο κρητικός πολιτικός που είχε καταφέρει να δει το συμφέρον της χώρας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο που πλησίαζε ήθελε ως χώρα να συμμετάσχουμε σε αυτόν με την πλευρά της Αντάντ. Απέναντι σε αυτά τα σχέδια του συνάντησε τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Α’ ο οποίος υποστήριζε την “ουδετερότητα”, στο πλαίσιο της “πολιτικής ορθότητας” αφού δεν μπορούσε να υποστηρίξει επίσημα τις Κεντρικές Δυνάμεις, στις οποίες εντασσόταν Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Βουλγαρία που με την Ελλάδα είχαν σε μεγάλο βαθμό κοινές διεκδικήσεις στη Βαλκανική ήδη πριν το ξέσπασμα του Α’ Π.Π. Αυτό δεν τον εμπόδισε από το να παραδώσει το οχυρό Ρούπελ, κομβικής σημασίας, και την Καβάλα στις Κεντρικές Δυνάμεις, προδίδοντας τις επεκτατικές βλέψεις της χώρας και την ίδια την Μεγάλη Ιδέα, εφόσον κύριος στόχος του Κωνσταντίνου ήταν να συνεχιστεί η δυναστεία του Κάιζερ και να προστατευτεί με την σειρά της και η δική του. Συνεχώς υπονόμευε τον ρόλο του εκλεγμένου πρωθυπουργού, οδηγώντας τον Βενιζέλο με την κυβέρνησή του δυο φορές σε παραίτηση κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Ο Βενιζέλος μέχρι και την τελευταία στιγμή πίστευε πως ο Κωνσταντίνος θα συνειδητοποιούσε ποιο είναι το “συμφέρον” και θα πράξει  ανάλογα, κάτι που δεν έγινε. Έτσι, ο Βενιζέλος ενώ αρχικά διαφωνούσε με το Κίνημα Εθνικής  Αμύνης που δημιουργήθηκε τον Αύγουστο του 1916, εν  τέλει ηγήθηκε αυτού. Το κίνημα είχε έδρα την Θεσσαλονίκη και  στόχος του  ήταν η μέγιστη πολιτική πίεση προς την είσοδο στον πόλεμο στο πλευρό της Τριπλής Συνεννόησης με ξεκάθαρο αντιμοναρχικό χαρακτήρα. Η χώρα χωρίστηκε στα δύο με τους οπαδούς των δύο παρατάξεων να φανατίζονται. Η κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης κήρυξε τον πόλεμο στις κεντρικές δυνάμεις το Νοέμβρη του ίδιου έτους ενώ ακολούθησαν τα Νοεμβριανά. Οι αντάρτες στην προσπάθειά τους να θέσουν Κωνσταντίνο και οπαδούς υπό τον έλεγχο τους αποβίβασαν γαλλικά θωρηκτά και στρατεύματα σε περιοχές της πρωτεύουσας. Η εκκλησία αναθεμάτισε το Βενιζέλο κάτι που σημαίνει πως οι πιστοί δύσκολα θα ψήφιζαν κάποιον που έχει αφοριστεί, παίρνοντας έτσι σαφή θέση υπέρ του Βασιλιά. Για να τερματιστεί ο αποκλεισμός του Πειραιά Αγγλογάλλοι απαίτησαν την παραίτηση του Κωσταντίνου κάτι που εν μέρει έγινε, αφού ο Κωνσταντίνος έφυγε αφήνοντας πίσω τον γιο του Αλέξανδρο χωρίς ποτέ όμως να παραιτηθεί.

Η Ελλάδα εισήλθε στον  πόλεμο και το αποτέλεσμα είναι σε όλους γνωστό. Με τη Συνθήκη των Σεβρών η Ελλάδα αποκτά Ανατολική και Δυτική Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου  και την διοίκηση της Σμύρνης για πέντε χρόνια ενώ ύστερα απ’ αυτό θα πραγματοποιούταν δημοψήφισμα από τους κατοίκους για την αυτοδιάθεση τους.

Ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1919-1922 που ακολουθεί είναι απόλυτα καταστροφικός για την χώρα και τους ανθρώπους που ζούσαν στα μικρασιατικά παράλια. Ο Βενιζέλος δεν βρισκόταν στην εξουσία αφού η  Ηνωμένη Αντιπολίτευση με κύριο σύνθημα το τέλος του πολέμου νίκησε στις εκλογές του 1920 αλλά δεν σταμάτησε  τον πόλεμο. Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν σκόπευαν να στηρίξουν την Ελλάδα στο εγχείρημα αυτό και το είχαν καταστήσει σαφές. 1.200.000 είναι οι πρόσφυγες που φτάνουν στην Ελλάδα με την Μικρασιατική Καταστροφή και ο πόλεμος ουσιαστικά τελειώνει με την υπογραφή της συνθήκη της Λωζάνης. Ο Βενιζέλος είχε δεχθεί να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην διάσκεψη που θα μπορούσαμε να πούμε πως αποτέλεσε μία νίκη της Ελλάδας καθώς ως ηττημένη  χώρα δεν έχασε πολλά εδάφη,  μονάχα την Σμύρνη, την Ίμβρο, την Τένεδο και την Ανατολική Θράκη ενώ τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα.

Ακολούθησε η αναίτια “Δίκη των Έξι”, η καταστρατήγηση του Συντάγματος σε κάθε ευκαιρία και η ανάμειξη των στρατιωτικών στην ταραγμένη πολιτική ζωή της χώρας.

Μέχρι εδώ αναφέρθηκε η “σωστή” ή πιο σωστά η “επιτυχημένη” πλευρά του πολιτικού ανδρός, χωρίς να μην ενυπάρχουν αντιφάσεις, σοβαρά λάθη και αμφισβητήσεις για το έργο και τα αποτελέσματα του.

Το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων τάχθηκε υπέρ του Βενιζέλου. Τραγική ειρωνεία αν σκεφτεί κανείς πως ύστερα από όσα συνέβησαν, από την Μικρασιατική Καταστροφή και την γενοκτονία Ποντίων και Αρμενίων από τους Νεότουρκους, πρότεινε το 1934 τον Μουσταφά Κεμάλ ως υποψήφιο για το Νόμπελ Ειρήνης! Οι νεκροί δεν έζησαν την ΄ειρήνη΄ του Ατατούρκ. Όλα στον βωμό της ελληνοτουρκικής φιλίας.

Η τελευταία πρωθυπουργία του ήταν το 1928-1932, περίοδος στην οποία μεσολάβησε το παγκόσμιο οικονομικό κραχ του 1929. Προκειμένου όμως να έρθει από το εξωτερικό και να αναλάβει την ηγεσία του κόμματος, έπρεπε να μεσολαβήσουν σοβαρές και μακρόχρονες διαβουλεύσεις και “αιτήσεις” των οπαδών της παράταξης του, με εκείνον να επιμένει πως δεν θέλει να αναμειχθεί στην πολιτική, ενώ έκανε επανειλημμένα το αντίθετο. Ως το 1928 που αποφάσισε να φανεί “σωτήρας” και να αναλάβει τα ηνία. Ήταν πράγματι ένας οραματιστής και διορατικός πολιτικός σε όλη του την πορεία, μπορούσε να “διαβάσει” τα γεγονότα και να αποφασίσει σχετικά με το μέλλον, που όμως το 1929 δεν δίστασε να ψηφίσει το Ιδιώνυμο για την δίωξη κομμουνιστικών και γενικότερα αριστερών ιδεολογιών.

Λίγα χρόνια αργότερα η μακρόχρονη και πολύπλευρη πολιτική του δράση έλαβε τέλος μαζί με τον βίο του, λίγο πριν το ελληνικό πολιτικό σύστημα “παραδοθεί” στον δικτάτορα Ι. Μεταξά. Ο Ελ. Βενιζέλος, όπως κάθε σημαντικός πολιτικός πρωταγωνιστής μισήθηκε και λατρεύτηκε με τον ίδιο ζήλο, οραματίστηκε και εν μέρει πέτυχε να “ενηλικιώσει” την Ελλάδα χωρίς απαραίτητα να την “ωριμάσει”. Υπήρξε το “μέτρο” για κάθε επόμενο πολιτικό ηγέτη δεκαετίες αργότερα. Πολιτικό ηγέτης, οραματιστής, σημείο τομής για την σύγχρονη πολιτική ζωής της χώρας, αναμφισβήτητα πρωταγωνιστής της Ιστορίας με κάθε τρόπο.

Συντάκτης: Χαρά Σοφιανίδου