Ο Sigmund Freud, πατέρας της ψυχιατρικής ασχολήθηκε διεξοδικά με το θέμα ανάπτυξης της προσωπικότητας που ξεκινά από τα αρχικά στάδια ζωής, δηλαδή από την παιδική ηλικία. Ο Φρόιντ με τη θεωρία την οποία διατύπωσε και όλοι γνωρίζουμε ως ψυχαναλυτική μέθοδο, άσκησε μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη πολλών κοινωνικών επιστημών αλλά και των τεχνών. Η Φροϋδική θεωρία κατακρίθηκε αρκετά σε μία εποχή που κυριαρχούσε η σεμνοτυφία (βικτωριανή περίοδος) και έτσι τα όσα ειπώθηκαν από το Freud προκάλεσαν σκάνδαλο στην τότε κοινωνία καθώς ο κόσμος δεν μπορούσε να δεχτεί την άποψη του ότι κυρίαρχο ρόλο στην ανάπτυξη της προσωπικότητας διαδραματίζει η καταπίεση των σεξουαλικών ορμών του ανθρώπου.
Ο Freud διατύπωσε τη θεωρία του σε δύο επίπεδα. Η πρώτη διάσταση αφορά στα ψυχοσεξουαλικά στάδια ανάπτυξης του ατόμου (στοματικό, πρωκτικό, φαλλικό, λανθάνουσας σεξουαλικότητας και γενετήσιας σεξουαλικότητας). Καθένα από αυτά τα στάδια αναφέρεται σε διαφορετική χρονική περίοδο της ζωής του ατόμου και αφορά διαφορετική σωματική ζώνη ικανοποίησης. Σύμφωνα με τον Freud, η φυσιολογική ανάπτυξη του ατόμου προβλέπει την καταστολή όλων των σεξουαλικών και επιθετικών ορμών του καθώς και την ταύτιση του με τα κοινωνικώς αποδεκτά πρότυπα του πατέρα και της μητέρας. Έτσι, εάν το παιδί παρεκκλίνει από αυτές τις συμπεριφορές μειώνονται οι πιθανότητες μιας φυσιολογικά κλιμακούμενης ανάπτυξης. Κομβικό ρόλο διαδραματίζουν σε αυτό το επίπεδο οι ενστικτώδεις ορμές του ανθρώπου όπως το φαγητό, το σεξ και η επιθετικότητα. Αν όλα αυτά μάθουμε να τα διαχειριζόμαστε έχουμε την τέλεια προσωπικότητα σύμφωνα με τον Freud. Έτσι το οποιοδήποτε πρόβλημα – εξάρτηση παρουσιαστεί στην ενήλικη ζωή πρέπει να ψάξουμε τα αίτια στα παραπάνω στάδια(πχ. Η εξάρτηση του καπνίσματος συνδέεται με το στοματικό στάδιο ανάπτυξης του παιδιού). Το δεύτερο επίπεδο της θεωρίας του Φρόιντ αφορά την ψυχική οργάνωση της προσωπικότητας. Η προσωπικότητα του ατόμου διαιρείται σε τρία μέρη: το εκείνο(id), το υπερεγώ(superego) και το εγώ(ego). Το εκείνο (id) αρχικά, αποτελεί το ασυνείδητο μέρος της προσωπικότητας, περιλαμβάνει τις βιολογικές ορμές, τα ένστικτα του ατόμου βάσει τα οποία δρα για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Το δεύτερο μέρος το υπερεγώ αντιδιαστέλλεται με το εκείνο καθώς αποτελεί τις κοινωνικές επιταγές δηλαδή τους κανόνες που επιβάλλει η κοινωνία σε όλα τα μέλη της, αποπνέει με λίγα λόγια έναν καθωσπρεπισμό ( σε αντίθεση με τα εσωτερικά μας θέλω). Τέλος, το τρίτο μέρος, το εγώ αποτελεί τη συνειδητή πλευρά του εαυτού μας , τις ψυχικές λειτουργίες με βάση τις οποίες ενεργούμε. Το “εγώ” λοιπόν, βασίζεται στην πραγματικότητα και όπως όλοι καταλαβαίνουμε ρυθμίζεται και από το “εκείνο” και από το “υπερεγώ”, δηλαδή ουσιαστικά αντισταθμίζονται οι δυνάμεις του “εκείνο” (οι βιολογικές ροπές) με τις δυνάμεις του “υπερεγώ” το (το σύνολο των κανόνων που πρέπει ένα άτομο να ακολουθήσει).
Εύλογα λοιπόν, από το “εκείνο” δηλαδή το ασυνείδητο κομμάτι της προσωπικότητας αναδύονται ένστικτα, ροπές, ορμές χωρίς να το θέλουμε, τα οποία συγκρούονται με το “υπερεγώ”, την κοινωνία και τους γραπτούς ή άγραφους κανόνες της. Συνεπώς, για να μπορέσει το άτομο να καταπολεμήσει καταστάσεις που του προκαλούν φόβο ή άγχος σε έντονο βαθμό, είτε και σε μικρότερο, καταφεύγει συχνά σε αυτό που ο Φρόιντ ονόμασε αμυντικούς μηχανισμούς. Οι μηχανισμοί άμυνας λοιπόν, λειτουργούν υποσυνείδητα με σκοπό να εξισορροπήσουν τα τρία μέρη της προσωπικότητας και κυρίως την πάλη ανάμεσα στο εκείνο και το υπερεγώ. Το εγώ, το συνειδητό μέρος της προσωπικότητας λειτουργεί εξισορροπητικά ανάμεσα στο εκείνο (το ασυνείδητο μέρος) και το υπερεγώ (την κοινωνία και τον πολιτισμό). Ενδεικτικά οι μηχανισμοί άμυνας που ονόμασε ο Freud είναι η απώθηση, η άρνηση, η εκλογίκευση, η παλινδρόμηση, η προβολή η μετάθεση, η μετουσίωση, η αντισταθμιστική συμπτωματολογία και η εξιδανίκευση. Εύλογα μπορούμε να κατανοήσουμε ότι σε καταστάσεις που μας οδηγούν σε άβολα, αρνητικά συναισθήματα επιστρατεύουμε υποσυνείδητα έναν από τους παραπάνω μηχανισμούς με απώτερο σκοπό να μην μας καταβάλλουν ούτε οι περιορισμοί της κοινωνίας αλλά ούτε και οι εσωτερικές μας ενοχές και σκέψεις.
Τέλος, σημαντικό είναι να επισημανθεί ότι παρά τη βαρύτητα και την ισχύ των θεωριών αυτών του Φρόιντ σήμερα, οι σύγχρονες κοινωνιολογικές απόψεις θέλουν την κοινωνικοποίηση του ατόμου να δίνει έμφαση περισσότερο στο κοινωνικό περιβάλλον και τις συνειδητές αλληλεπιδράσεις με τους ανθρώπους και όχι στο ασυνείδητο και τις έμφυτες τάσεις του παιδιού από τη νεαρή ηλικία. Εάν βέβαια θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, οφείλουμε να λάβουμε υπόψιν τόσο τον χαρακτήρα ενός παιδιού όσο και το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει και αναπτύσσεται για να έχουμε πιο σφαιρική αντίληψη για τα αίτια διαμόρφωσης της προσωπικότητας του.
Συντάκτης: Γεωργία Κουμεντάκη