Σημείωμα του συντάκτη: Πολλοί έχουν εκφράσει την άποψη ότι ο ανοιχτός ανταγωνισμός στο διάστημα είναι κάτι το πολύ θεωρητικό και «μακρινό» και ότι θα περάσει αρκετός χρόνος μέχρι να μας απασχολήσει ενεργά ως θέμα στην Πολιτική και στην μελέτη των Διεθνών Σχέσεων. Ωστόσο, η τριβή μου με το θέμα τους τελευταίους μήνες, από τότε που είχα την έμπνευση να γράψω για την Αστροπολιτική και να την παρουσιάσω σε άρθρα μου αποδεικνύει καθημερινά ότι ο ανταγωνισμός στο διάστημα είναι πιο κοντά από ό,τι πιστεύουμε και μάλιστα έχει αρχίσει ήδη. Στην εποχή μας (και εάν όλα πάνε καλά, από αυτή τη δεκαετία) θα ζήσουμε την επιστροφή του ανθρώπου στη Σελήνη, την ίδρυση σεληνιακών βάσεων, την έναρξη της εκμετάλλευσης της Σελήνης και την έναρξη επανδρωμένων αποστολών στον Άρη. Η ανθρωπότητα βρίσκεται σε εκείνο το σημείο της ιστορίας της όπου είναι επιτέλους σε θέση να επεκταθεί και να εξερευνήσει ουράνια σώματα πέραν του δικού της και ετοιμάζεται να το κάνει πραγματικότητα και εμείς, ως Πολιτικοί Επιστήμονες και Διεθνολόγοι, πρέπει να έχουμε επίγνωση του υπόβαθρου πάνω στο οποίο θα λάβουν χώρα οι εξελίξεις αυτές, καθώς και τα προβλήματα που θα τις συνοδέψουν.

Στο 1ο μέρος της ανάλυσης του Ανταγωνισμού στο Διάστημα αναλύσαμε την απαρχή της «Διαστημικής μας Ιστορίας» με την ανάλυση της «Κούρσας του Διαστήματος» ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και τις ΗΠΑ, την αναταραχή που έχουν δημιουργήσει οι «Συμφωνίες Άρτεμις» και η απαρχαιωμένη «Συνθήκη του Διαστήματος», καθώς και μια πρώτη ματιά όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους η Σελήνη μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε πεδίο ενδιαφέροντος για τις ξένες υπερδυνάμεις.

Έχοντας καλύψει αυτές τις θεματικές, πλέον είμαστε σε θέση να αναλύσουμε το ποιοι είναι οι «μεγάλοι παίχτες» της Αστροπολιτικής. Για να το κάνουμε όμως αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τους λόγους για τους οποίους τα κράτη που θα αναλυθούν είναι αυτά τα οποία «κυριαρχούν» στην «Αστροπολιτική Σκηνή». Το μεγαλύτερο κριτήριο είναι το μέγεθος της χώρας∙ ιδανικά ένα κράτος θα έχει αρκετά μεγάλη έκταση ώστε να είναι όσο το δυνατόν αυτάρκες όσον αφορά την εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων για την ανάπτυξη διαστημικών δραστηριοτήτων, όπως είναι σπάνια μεταλλεύματα (εκ των οποίων το 1/3 εξάγονται από την Κίνα) και, σαφώς, καύσιμα, όπου οι ανάγκες είναι μεγάλες δεδομένων ότι απαιτείται τεράστιος όγκος καυσίμων για την εκτόξευση ενός διαστημοπλοίου και την τοποθέτηση του σε τροχιά (π.χ. η εκτόξευση του, ελαφριού για τα διαστημικά δεδομένα, πυραύλου “Falcon 9” της SpaceX απαιτεί περίπου 410 τόνους καύσιμα).

Το μέγεθος έχει και άλλα πλεονεκτήματα –όσο μεγαλύτερος είναι ο πληθυσμός μιας χώρας, τόσο μεγαλύτερο εργατικό και ερευνητικό δυναμικό μπορεί να αντλήσει, με μεγαλύτερη εξασφάλιση ως προς την αποτελεσματικότητα του και την προσήλωσή του στις εθνικές προτεραιότητες και επιδιώξεις. Επίσης, όσο μεγαλύτερη η επιφάνεια του κράτους, τόσο πιο αποτελεσματικό είναι το κράτος στον εντοπισμό διαστημοπλοίων, δορυφόρων (και πιθανότατα όπλων μεγάλης εμβέλειας). Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι τα κράτη επιδιώκουν να κατασκευάζουν τα Διαστημικά Κέντρα τους όσο γίνεται πιο κοντά στον ισημερινό. Γιατί; Διότι η ταχύτητα περιστροφής της γης είναι μεγαλύτερη όσο πιο κοντά στον ισημερινό βρισκόμαστε, συνεπώς χρειάζεται λιγότερα καύσιμα ώστε ένας πύραυλος να ξεφύγει από την βαρυτική έλξη της Γης. Αυτός είναι, για παράδειγμα, ο λόγος για τον οποίο η European Space Agency(ESA) χρησιμοποιεί τη Γαλλική Γουιάνα ως το σημείο εκτόξευσης για τις διαστημικές της δραστηριότητες. Είναι συνεπώς εύκολο να καταλάβουμε τους λόγους που οι χώρες που κυριαρχούν στις Διαστημικές επιδιώξεις είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και η Κίνα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ) αποτελούν μέχρι σήμερα τη μόνη χώρα στον κόσμο που έχει καταφέρει να στείλει επανδρωμένες αποστολές στη Σελήνη. Αναλύσαμε στο προηγούμενο μέρος τις «Συμφωνίες Άρτεμις», ωστόσο αυτές δεν καλύπτουν στο έπακρον τις επιδιώξεις των ΗΠΑ. Τον Δεκέμβριο του 2021, δημοσιεύθηκε το «Πλαίσιο Προτεραιοτήτων του Διαστήματος των Ηνωμένων Πολιτειών» το οποίο κάνει εμφανή τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών για τις διαστημικές δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, υπάρχει παράγραφος που ανοίγει με τη δήλωση ότι «Οι ΗΠΑ θα ηγηθούν στην ενίσχυση της παγκόσμιας διακυβέρνησης των διαστημικών δραστηριοτήτων», μια δήλωση που αντιφάσκει τις αντίστοιχες κινεζικές που θέλουν την ίδια ως ηγέτιδα δύναμη. Εάν αυτό δεν είναι αρκετό, στο ίδιο αρχείο αναγράφεται ότι «οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν τα συμφέροντα της εθνικής ασφαλείας τους από την αυξανόμενη εμβέλεια και κλίμακα διαστημικών και αντιδιαστημικών απειλών», ενώ στην ίδια παράγραφο συνεχίζει και αναλύεται ότι «τα στρατιωτικά δόγματα των ανταγωνιστικών εθνών αναγνωρίζουν το διάστημα ως κρίσιμο στον σύγχρονο πόλεμο και βλέπουν τη χρήση των αντιδιαστημικών δυνατοτήτων ως μέσο, τόσο για τη μείωση της στρατιωτικής αποτελεσματικότητας των ΗΠΑ, όσο και για τη νίκη μελλοντικών πολέμων. Ωστόσο, η αντιπαράθεση ή η σύγκρουση δεν είναι αναπόφευκτη. Για να αποτραπεί η επιθετικότητα ενάντια στα συμφέροντα των ΗΠΑ…οι ΗΠΑ θα επιταχύνουν τη μετάβασή τους σε μια πιο ανθεκτική θέση εθνικής ασφάλειας και θα ενισχύσουν την ικανότητά τους να εντοπίζουν και να χαρακτηρίζουν εχθρικές ενέργειες στο διάστημα».

Το Πλαίσιο, λοιπόν, κάνει ξεκάθαρο το γεγονός ότι πλέον οι ΗΠΑ σε επίσημη δήλωση αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο για συγκρούσεις μεταξύ κρατών, τα οποία, αν και δεν αναφέρονται, μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε ότι πρόκειται κατ’ εξοχήν για τη Κίνα και σε ένα βαθμό τη Ρωσία. Σε αυτό το πλαίσιο, το 2019 ιδρύθηκε και η «Διαστημική Δύναμη» των ΗΠΑ, ένα παρακλάδι των Ένοπλων Δυνάμεων που αποσκοπεί στον έλεγχο των κυβερνητικών αμυντικών δορυφόρων οι οποίοι παρέχουν κρίσιμες πληροφορίες για μετερωολογικές προβλέψρις, την πλοήγηση για τις δραστηριότητες των υπολοίπων παρακλαδιών των Ένοπλων Δυνάμεων ενώ υπάρχουν επίσης συστήματα τα οποία αποσκοπούν στην παρακολούθηση και την φύλαξη ενάντια στην εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων όχι μόνο προς το έδαφος των ΗΠΑ αλλά και προς τους δορυφόρους τους. Επίσης αποσκοπεί στον εντοπισμό της θέσης διαστημικών «συντριμμιών», των μικρών κομματιών παλαιών δορυφόρων τα οποία περιφέρονται σε τροχιά σε μεγάλες ταχύτητες και έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν τεράστια ζημιά στους εν ενεργεία δορυφόρους σε περίπτωση σύγκρουσης. Αν και με μια πρώτη ματιά οι δράσεις αυτές φαντάζουν «παθητικές», αποτελούν πολύ σημαντικό παράγοντα στην αποτελεσματικότητα των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ. Και το γεγονός ότι αποφασίστηκε να δημιουργηθεί ένα νέο παρακλάδι των Ενόπλων Δυνάμεων για να εκτελέσει καθήκοντα τα οποία ως τότε καλύπτονταν από την Πολεμική Αεροπορία, υποδηλώνει ότι οι ΗΠΑ όχι μόνο δίνουν ολοένα και περισσότερη προτεραιότητα στην διασφάλιση των ήδη υπαρχουσών δραστηριοτήτων της στο διάστημα, αλλά δείχνει ακόμα ότι προετοιμάζεται να τις επεκτείνει κατά πολύ. Είναι όμως γεγονός ότι το Διάστημα, που μέχρι τότε ήταν αποκλειστικός τομέας της NASA, πλέον αποτελεί και τομέας των Ενόπλων Δυνάμεων.

Όσον αφορά το «Πρόγραμμα Άρτεμις» και την επιστροφή στη Σελήνη, οι ΗΠΑ έχουν κάνει μεγάλη πρόοδο και πολλά φιλόδοξα σχέδια. Αλλά μακράν το πιο φιλόδοξο σχέδιο της NASA για την εξασφάλιση της μακροχρόνιας παρουσίας του ανθρώπου στο διάστημα, είναι η δημιουργία του πρώτου διαστημικού σταθμού σε σεληνιακή τροχιά: του Lunar Gateway Space Station ή απλώς Gateway. Το Gateway δεν θα λειτουργήσει απλώς σαν μια ερευνητική βάση, όπως είναι ο International Space Station, αλλά θα αποτελέσει επίσης σταθμό για τις επανδρωμένες αποστολές που οδεύουν προς τη Σελήνη, ενώ ακόμα θα αποτελέσει κεντρικό σημείο στον ανεφοδιασμό των αποστολών αυτών, καθώς και δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στη Γη και στις Σεληνιακές αποστολές. Μεταγενέστερα, το Gateway θα αποτελέσει και σημαντικός σταθμός για την ευκολότερη αποστολή επανδρωμένων αποστολών σε άλλα ουράνια σώματα, κυρίως τον Άρη. Τα πρώτα κομμάτια του Gateway είναι προγραμματισμένο να εκτοξευθούν τον Νοέμβρη του 2024, ενώ είναι προγραμματισμένο να ολοκληρωθεί η κατασκευή του το 2031. Η NASA δεν είναι μόνη της στην κατασκευή του σταθμού, καθώς συμβάλλουν η European Space Agency (ESA), η Canadian Space Agency (CSA), η Japanese Aerospace Exploration Agency (JAXA) και πολλές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Είναι γεγονός ότι Κίνα και Ρωσία δεν συμπεριλαμβάνονται στους συμμετέχοντες και δεν αναμένεται να προσκληθούν.

Σημαντικό είναι να αναφέρουμε επίσης ότι οι ΗΠΑ έχουν αντιδορυφορικές ικανότητες (Anti-Satellite “ASAT” capabilities), δηλαδή κατέχουν οπλικά συστήματα τα οποία μπορούν να καταστρέψουν δορυφόρους εν τροχιά. Μόνο τέσσερις χώρες μέχρι στιγμής έχουν επιδείξει τέτοια δυνατότητα (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Ινδία) και ποτέ δεν έχει χρησιμοποιηθεί όπλο ASAT για την καταστροφή δορυφόρου ξένου κράτους. Ωστόσο, αποτελεί ένα πιθανό σενάριο, και η ύπαρξη οπλικών συστημάτων ASAT δημιουργεί ταραχές μεταξύ των κρατών που έχουν αυτή τη δυνατότητα. Όταν οι ΗΠΑ, από ανάγκη, κατέρριψαν έναν αποτυχημένο δορυφόρο που κουβαλούσε τοξικά καύσιμα το 2008 χρησιμοποιώντας έναν πύραυλο, η Κίνα και η Ρωσία θεώρησαν ότι επρόκειτο για μια κίνηση δοκιμής οπλικών συστημάτων ASAT και ότι αποτέλεσε απάντηση στην καταστροφή με αντίστοιχα μέσα ενός δορυφόρου από την Κίνα το προηγούμενο έτος, μια δήλωση όπου οι ΗΠΑ αρνούνται. Ήταν όμως γεγονός ότι πλέον η Κίνα δεν ήταν η μόνη που είχε επιδείξει αντιδορυφορικές ικανότητες στον 21ο αιώνα, ακόμα κι αν αυτό δεν έγινε εσκεμμένα.

Σε αντίθεση με την κατάρριψη που διεξήγαν οι ΗΠΑ το ’08, το ακριβώς προηγούμενο έτος, η Κίνα προχώρησε σε μια ενέργεια που μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο ως προβολή ισχύος. Χρησιμοποιώντας έναν τροποποιημένο βαλλιστικό πύραυλο, η Κίνα προέβη στην καταστροφή ενός δικού της καιρικού δορυφόρου, ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας. Αν και η καταστροφή του δορυφόρου σήμαινε πολλά για την τεχνολογική άνοδο της Κίνας, ωστόσο οι συνέπειες ήταν τραγικές, καθώς αυτό δημιούργησε περίπου 40,000 συντρίμμια εν γήινη τροχιά, εκ των οποίων μόνο 3,000 είναι εντοπίσιμα. Τα περισσότερα από αυτά βρίσκονται μέχρι σήμερα σε τροχιά και μάλιστα μόλις πέρσι ο ISS έπρεπε να προσαρμόσει την τροχιά του λόγω κινδύνου σύγκρουσης με κομμάτι του κατεστραμμένου δορυφόρου. Πάραυτα, η δοκιμή αυτή αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη δήλωση στον 21ο αιώνα ότι η στρατιωτικοποίηση του διαστήματος αποτελεί ανοικτό ενδεχόμενο.

Οι ΗΠΑ δεν είναι το μόνο κράτος που θέλει μόνιμη παρουσία στη Σελήνη. Το 2021 η CNSA (China National Space Agency), σε συνεργασία με την Roscosmos ανακοίνωσαν τα σχέδια δημιουργίας του International Lunar Research Station(ILRS), ο οποίος θα αποτελέσει έναν σεληνιακό ερευνητικό σταθμό. Η πράξη αυτή έρχεται να αντιπαραθέσει και ίσως να ανταγωνιστεί το «Πρόγραμμα Άρτεμις», ειδικότερα από τη στιγμή που οι ΗΠΑ έχουν αποκλείσει την Κίνα από οποιαδήποτε συνεργασία σε διαστημικά προγράμματα. Βάσει της Κίνας, το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί είναι ο Σταθμός να είναι έτοιμος για να δεχτεί επανδρωμένες αποστολές από το 2036, ωστόσο έχει θέσει ως στόχο να στείλει ανθρώπους στη Σελήνη μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Το κατά πόσο θα είναι, όμως, ικανή να κάνει κάτι τέτοιο αμφισβητείται από τους ειδικούς, παρά το γεγονός ότι η Κίνα έχει επιδείξει μεγάλη τεχνολογική άνοδο όσον αφορά την παρουσία της στο Διάστημα. Το 2019 έγινε η πρώτη χώρα που προσγειώθηκε στην σκοτεινή πλευρά της Σελήνης, ενώ το 2021 έγινε η 2η χώρα που μπόρεσε επιτυχώς να προσγειώσει λειτουργικό όχημα στον Άρη.

Ο ILRS δεν είναι το μόνο σημείο της Κινεζικής πολιτικής που έρχεται να αντιμετωπίσει τους περιορισμούς που επιβάλει η απαγόρευση συνεργασίας με τις ΗΠΑ. Σήμερα η Κίνα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που έχει τον δικό της, αυτόνομο επιχειρησιακό διαστημικό σταθμό. Ο Tiangong Space Station ολοκληρώθηκε το 2022, το μέγεθός του αγγίζει το 1/3 του μεγέθους του ISS και έχει εκτιμώμενο χρόνο αποστολής τα 10 χρόνια, με πιθανότητες επέκτασης στα 15 χρόνια. Αν και η εκτιμώμενη ζωή του σταθμού είναι μόνο η μισή σε σχέση με τον ISS, το γεγονός ότι το 2030 θα ολοκληρωθεί η αποστολή του και θα αρχίσει η κατάρριψη του προς τον Ειρηνικό Ωκεανό σημαίνει ότι αν υπάρξει καθυστέρηση στα σχέδια ολοκλήρωσης του Gateway, τότε θα υπάρξει χρονικό διάστημα στο οποίο ο Tiangong θα είναι ο μοναδικός εν ενεργεία διαστημικός σταθμός και θα αποτελέσει ευκαιρία για την Κίνα να επιδείξει ηγετικό ρόλο στην διαστημική δραστηριότητα.

Αν και σήμερα οι ΗΠΑ έχουν ξεκάθαρη υπεροχή όσον αφορά την διαστημική τεχνολογία, η αντίστοιχη Κινεζική αναπτύσσεται με ρυθμούς διπλάσιους από αυτούς των ΗΠΑ, πράγμα που δημιουργεί την ανησυχία ότι η Κίνα θα γίνει κυρίαρχη διαστημική δύναμη. Μάλιστα μία αναφορά γραμμένη από την «Διαστημική Δύναμη» το 2022 αναγράφει ότι εάν οι ΗΠΑ δεν προσηλωθούν ακόμα περισσότερο στην δημιουργία μιας πιο συνεκτικής και σταθερής Διαστημικής Πολιτικής τους με μεγαλύτερο επίκεντρο στην οικονομική δραστηριότητα και την ανθρώπινη εγκατάσταση, η Κίνα έχει τη δυνατότητα να «εκθρονίσει» τη χώρα ως ηγέτιδα δύναμη στις διαστημικές δραστηριότητες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι στα επόμενα χρόνια, ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε αυτά τα δύο κράτη για την πρωτοκαθεδρία στις διαστημικές δραστηριότητες θα μεγεθυνθεί, αφού το διάστημα γίνεται ολοένα και περισσότερο επίκεντρο ενδιαφέροντος και διακύβευμα ασφαλείας για τα δύο αντίπαλα κράτη.

Συντάκτης: Αλέξανδρος Μουρατίδης

Πηγές: