Ενώ η ΕΕ προσπαθεί ποικιλοτρόπως να αναστρέψει τις δραματικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, θέτοντας σε ισχύ «πράσινες» πρωτοβουλίες, όπως την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία με στόχο την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, αλλά και τη δεσμευτική συμφωνία του Παρισίου που προϋπεγράφη το 2015, η κατάσταση πήρε αντίθετη τροπή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Με την έγκριση του αμφιλεγόμενου «Willow Project» κατά τα μέσα του Μαρτίου, η κυβέρνηση Biden φαίνεται να αδυνατεί να τηρήσει τις προεκλογικές υποσχέσεις της αναφορικά με τη κλιματική δικαιοσύνη και τη ρητή απαγόρευση των γεωτρήσεων σε ομοσπονδιακό έδαφος.
Τι είναι όμως το Willow Project;
Το Willow είναι ένα απόθεμα πετρελαίου στην αρκτική περιοχή της Αλάσκα υπό τον έλεγχο της πετρελαϊκής εταιρείας ConocoPhillips. Βρίσκεται στη βόρεια πλαγιά, μόλις 30 μίλια από τον Αρκτικό Ωκεανό. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τη περιοχή του Εθνικού Αποθέματος Πετρελαίου της Αλάσκα, μιας περιοχής 23 εκατομμυρίων στρεμμάτων που αποτελεί το μεγαλύτερο τμήμα δημόσιας γης του έθνους. Αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά από τον Πρόεδρο Warren G. Harding το 1923 και ορίστηκε ειδικά για την ανάπτυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου από το Naval Petroleum Reserves Production Act το 1976. Θεσμοθετήθηκε πλαίσιο ειδικών κανόνων όσον αφορά τις γεωτρήσεις των πλούσιων πηγών ορυκτών καυσίμων της, ενώ κάποια τμήματά της παραμένουν μη εκμεταλλεύσιμα λόγω των κανονισμών που διέπουν τη «μέγιστη προστασία» του περιβάλλοντος. Σήμερα, απαρτίζει μια από τις πολλά υποσχόμενες περιοχές εξορύξεων αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ. Στον αντίποδα, όμως, συνεχίζει να θεωρείται βασικός βιότοπος για τις πολικές αρκούδες, καθώς και για δεκάδες χιλιάδες καριμπού και υδρόβια πτηνά, γεγονός που προκαλεί εντάσεις και συγκρούσεις συμφερόντων.
Το φιλόδοξο αυτό πρότζεκτ στοχεύει στη παραγωγή έως και 180.000 βαρελιών πετρελαίου την ημέρα (με απώτερο σκοπό να φτάσει έως και τα 576 εκ. βαρέλια σε βάθος 30 ετών), δηλαδή περίπου το 1,5% της συνολικής παραγωγής πετρελαίου στις ΗΠΑ. Αδιαμφισβήτητα, επρόκειτο για το μεγαλύτερο έργο του είδους του, με προϋπολογισμό που φτάνει τα 8 με 10 δις. Ήδη έχουν ξεκινήσει οι αρχικές εργασίες εξόρυξης αμμοχάλικου και οδοποιίας για την ανάπτυξή του, η οποία θα έχει συνολική έκταση 499 στρέμματα, σύμφωνα με την τελική απόφαση της διοίκησης. Το αρχιτεκτονικό σχέδιο του πρότζεκτ περιλαμβάνει εκατοντάδες μίλια δρόμους και αγωγούς, αεροδιαδρόμους, ένα ορυχείο χαλικιών και νεοσύστατες εγκαταστάσεις επεξεργασίας πετρελαίου στη μέση της παρθένας αρκτικής τούνδρας και του υγροτόπου της Αλάσκα. Καθώς το έργο βρίσκεται ακόμη υπό κατασκευή, το πετρέλαιο που θα παραχθεί από τα κοιτάσματα αυτά θα χρειαστεί χρόνια έως ότου να φτάσει στην αγορά.
Βιομηχανία πετρελαίου και περιβαλλοντικοί ακτιβιστές: μια ατέρμονη διαμάχη
Εδώ και μήνες, η ανάπτυξη του μακροχρόνιου αυτού πρότζεκτ βρίσκεται στο «μάτι του κυκλώνα» όσον αφορά τη κλιματική αλλαγή και την εμφανή έλλειψη σταθερής πολιτικής περιβάλλοντος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η δυσαρέσκεια όχι μόνον των κατοίκων της Αλάσκα αλλά και των υπερμάχων της προστασίας του περιβάλλοντος μεταφράστηκε σε μια ξαφνική εξέγερση διαδικτυακού ακτιβισμού ενάντια της κυβερνήσεως, με τις επιστολές που εστάλησαν στον Λευκό Οίκο ως ένδειξη διαμαρτυρίας να ξεπερνούν το 1 εκ., ενώ παράλληλα οι υπογραφές κατά της αποφάσεως του πλανητάρχη έχουν φτάσει τα 3 εκ. στην ιστοσελίδα change.org.
Από τη μία, οι ηγετικές φιγούρες της πετρελαϊκής βιομηχανίας υποστηρίζουν ότι το σχέδιο αυτό είναι το κλειδί για τη μελλοντική τους σχέση με τον Πρόεδρο Biden, ο οποίος προσπάθησε προσφάτως να υπερασπιστεί την απόφαση κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στον Καναδά. Η νέα αυτή πηγή πετρελαίου θα προσφέρει πολύτιμη αρωγή στις προσπάθειες των ΗΠΑ να εξελίξουν έναν αξιόπιστο, εγχώριο μηχανισμό εφοδιασμού ενέργειας, με στόχο την απεξάρτηση της χώρας και των συμμάχων της από τους προμηθευτές καυσίμων που συχνά λειτουργούν υπό αυταρχικά καθεστώτα και οκνηρές περιβαλλοντικές νομοθεσίες. Μια αρχική αποτίμηση του πρότζεκτ ισχυρίζεται ότι θα αποφέρει δισεκατομμύρια δολάρια οικονομική δραστηριότητας και φορολογικών εσόδων στη πολιτεία της Αλάσκα.
Εν αντιθέσει, οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ αλλά και πολλοί εξαγριωμένοι πολίτες της Αλάσκα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η άπλετη αυτή πρόσβαση σε πετρέλαιο ενδέχεται να δυσχεράνει την εξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα, χωρίς να υπάρχει καμία εγγύηση ότι η υπάρχουσα τεχνολογία θα είναι σε θέση να αποτρέψει τη συμβολή τους στη κλιματική αλλαγή. Εφόσον το πρότζεκτ υλοποιείται υπό την αιγίδα της κυβερνήσεως, το κρίσιμο ερώτημα είναι η μελλοντική στάση του Προέδρου, του οποίου η αξιοπιστία φαίνεται να βυθίζεται σε τέλμα. Πολλοί ντόπιοι, επιπροσθέτως, αγνοώντας τα οικονομικά κέρδη και την αναβάθμιση της περιοχής, εκφράζουν τεράστιες ανησυχίες για την επιρροή που θα έχει αυτή η εκβιομηχάνιση στους τοπικούς πληθυσμούς ζώων και στη ποιότητα ζωής.
Το «μήλον της έριδος» της στρατηγικής Biden
Οι μεγάλες προεκλογικές υποσχέσεις του Biden διχάζουν εν μέρει τη κοινή γνώμη, καθώς η απόφαση έγκρισης του πρότζεκτ στέκεται ενάντια στη προτεραιότητα που έθεσε για τη προστασία του περιβάλλοντος, την κλιματική αλλαγή και τον τερματισμό των γεωτρήσεων σε ομοσπονδιακή γη και ύδατα. Αξιωματούχοι της διοίκησης είπαν ότι αυτά ναι μεν ήταν σημαντικά ζητήματα που επηρέασαν το έργο, αλλά όχι αρκετά για να το σταματήσουν εντελώς.
Προφανώς, η κυβέρνηση Biden εξέτασε και τις δύο πτυχές της πολιτικής εξίσωσης και έκρινε ότι τα οφέλη της έγκρισης του έργου υπερτερούν των υποκείμενων ζημιών. Παρόμοιες αποφάσεις έχουν πλήξει τη χώρα στο παρελθόν (βλ. πολιτικές Τραμπ και Ομπάμα) και αυτός είναι ο λόγος που, παρόλο που η χώρα λαμβάνει επιφανειακά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα αλλά και άλλων κρίσιμων περιβαλλοντικών προκλήσεων του σήμερα, δεν φαίνεται ποτέ να φτάνει πουθενά. Παρά τις επίδοξες προσπάθειες για ανασχηματισμό της περιβαλλοντικής πολιτικής, δεν υπάρχει καμία συζήτηση σχετικά με τη δημιουργία ενός σχεδίου, μιας δεσμευτικής πολιτικής προστασίας του περιβάλλοντος.
Εν κατακλείδι, με τις προεδρικές εκλογές του 2024 να πλησιάζουν επικίνδυνα το κατώφλι της χώρας, το μέλλον της κυβέρνησης Biden φαντάζει μετέωρο. Ο αντίκτυπος του πρότζεκτ Willow θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, όπως η κατάσταση της οικονομίας, το πολιτικό τοπίο εκείνη την εποχή αλλά και οι θέσεις των υποψηφίων σε ποικίλα ζητήματα. Είναι πιθανό το έργο αυτό να παραμείνει ένα ακανθώδες και διχαστικό ζήτημα, με επιπτώσεις που θα σημάνουν πολλά περισσότερα από μόνον μια σειρά αθετημένων υποσχέσεων.
Συντάκτης: Ελπίδα Δαλιέτου