Πριν από σχεδόν ένα χρόνο, και για την ακρίβεια στις 3 Μαΐου 2022, ημερομηνία καταλυτική για την ιστορία της Αριστεράς στην Γαλλία, θα εξηγήσουμε στην συνέχεια τον λόγο, συμφωνήθηκε η δημιουργία της Συμμαχίας των Προοδευτικών Δυνάμεων για κοινή κάθοδο στις βουλευτικές εκλογές της Γαλλίας. Αυτή η συμμαχία έχει ως στόχο να αποτελέσει τον κύριο αντίπαλο πόλο απέναντι στην Κεντροδεξιά παράταξη του Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, αλλά και να γίνει η κύρια επιλογή των καταπιεσμένων και απογοητευμένων πολιτών που στράφηκαν στην λύση της ακροδεξιάς παράταξης της Μαρίν Λε Πεν από αντίδραση, εξαιτίας των απογοητευτικών, για τους πολίτες, πολιτικών αποφάσεων της προεδρίας Μακρόν.
Αλλά καλό είναι να πάρουμε τα πράματα από την αρχή. Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που τα κόμματα του ευρύτερου χώρου της Αριστεράς οδηγούνται σε συμμαχία, καθώς η πρώτη φορά που συγκροτήθηκε τέτοια συμμαχία εντοπίζεται στις 3 Μαΐου 1936 όταν ολοκληρώθηκαν οι βουλευτικές εκλογές που διαμόρφωσαν μια εντυπωσιακή αριστερή πλειοψηφία και επέτρεψαν τη δημιουργία της Κυβέρνησης του “Λαϊκού Μετώπου’’, που ήταν μία συγχώνευση Σοσιαλιστών και Κομμουνιστών, υπό τον Λέων Μπλουμ. Η Κυβέρνηση αυτή θα αντέξει δύο χρόνια, θα έχει σημαντικές κατακτήσεις, ανάμεσα τους και την πλήρη κατοχύρωση της άδειας μετ’ αποδοχών για τους εργαζομένους. Για πολλούς η σύνθεση αυτού του είδους της ενότητας της Αριστεράς ήταν και η μόνη δυνατή απάντηση στον Φασισμό που κυριαρχούσε την εποχή εκείνη, με κύριο άξονα την Ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ.
Φτάνοντας στο σήμερα και συγκεκριμένα στις 3 Μαΐου 2022, όπου εξηγήσαμε τη σημασία της συγκεκριμένης ημερομηνίας για τη γαλλική Αριστερά, ανακοινώθηκε η σύσταση κοινού σχήματος από τις Προοδευτικές Δυνάμεις. Πιο συγκεκριμένα στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου 2022 το κόμμα της Ανυπότακτης Γαλλίας, υπό τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν, που πήρε σχεδόν 22% στις προεδρικές εκλογές του ίδιου έτους, ανακοίνωσε την συνεργασία του με το Κόμμα των Οικολόγων και με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, στην κοινή συμμαχία της “Νέας λαϊκής, οικολογικής και κοινωνικής ενότητας’’. Την επόμενη ημέρα και ύστερα από σκληρές διαπραγματεύσεις ανακοινώθηκε και η συμμετοχή του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην συνεργασία της ευρύτερης Αριστεράς, εάν και υπήρξαν αρνητικές εισηγήσεις για την συμμετοχή του κόμματος στην συνεργασία αυτή, από τον πρώην Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Ολάντ και τον πρώην Γραμματέα του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Ζαν Κριστόφ Καμπαντελίς.
Στην κοινή γνώμη, είναι πολύ πιθανό να υπάρχει η απορία γιατί συντάσσεται τώρα η ενότητα στην Αριστερά. Το ζήτημα αυτό δεν τέθηκε τώρα. Η πρώτη φορά που τέθηκε ήταν στις βουλευτικές εκλογές του 2017, από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το οποίο τότε είχε καλύτερο ποσοστό σε σχέση με τα υπόλοιπα κόμματα της σημερινής συμμαχίας, όμως αυτό δεν έγινε λόγω αδιαλλαξίας του Μελανσόν. Αυτά συνέβησαν όμως στις εκλογές του 2017, στις εκλογές του 2022 το σκηνικό, στον χώρο της Αριστεράς, άλλαξε συντριπτικά υπέρ του Μελανσόν. Σε αυτές, η Ανυπότακτη Γαλλία πήρε κάτι λιγότερο από 22% όταν οι Οικολόγοι πήραν κάτω από 5%, οι Κομμουνιστές κάτω από 3% και οι Σοσιαλιστές κάτω από 2%. Έτσι, μετά από αυτό το τραγικό αποτέλεσμα για τις τρείς παρατάξεις, η πρόταση Μελανσόν για συμμαχία η οποία δεν θέτει θέμα διάλυσης των κοινοβουλευτικών ομάδων και των κομματικών οργανώσεων αλλά απλώς την κατανομή των υποψηφιοτήτων σε όλη τη Γαλλία με τρόπο ώστε να εκπροσωπηθούν όλες οι τάσεις μέσα στην συμμαχία. Επίσης, η συνεννόηση μεταξύ των παρατάξεων δεν αφορούσε μόνο πόσες υποψηφιότητες θα έχει κάθε συνιστώσα αλλά και σε ποιες περιφέρειες θα είναι αυτές. Για κόμματα που έχουν τοπικά ‘’κάστρα’’ όπως το Κομμουνιστικό ή το Σοσιαλιστικό αυτό ήταν σημαντικό.
Εκτός των άλλων, η συμμαχία της Αριστεράς συνέβαλλε και σε έναν πολύ σημαντικό λόγο. Αυτός ο λόγος είναι η πτώση της Ακροδεξιάς της Λε Πεν όπως φάνηκε και στις βουλευτικές εκλογές του 2022, αφού η Συμμαχία της Αριστεράς πήρε 31,6% σε σχέση με την Εθνική Συσπείρωση που κατάφερε να εξασφαλίσει το 17,3% . Ανάμεσα σε αυτά, ας προστεθεί και η παράμετρος που αφορά την αγωνία για το τι θα γίνει στη μετά-Μακρόν εποχή. Και αυτό γιατί με βάση το Σύνταγμα της Γαλλίας ο Εμανουέλ Μακρόν δεν μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου προεδρική θητεία το 2027. Με δεδομένη την έλλειψή εκπροσώπησης της παραδοσιακής Δεξιάς με την απουσία του Μακρόν από το προσκήνιο θα επιτρέψει στην Ακροδεξιά να διεκδικήσει την εκπροσώπηση ενός ευρύτερου χώρου ‘’δεξιότερα του κέντρου’’. Για αυτό είναι σημαντικό που συγκροτήθηκε η Συμμαχία της Αριστερά στη Γαλλία ώστε να αποτελέσει το αντίπαλο δέος της Ακροδεξιάς.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι τόσο απλά τα πράγματα για τη συμμαχία της Αριστεράς, παρά τις πρόσφατες εξελίξεις. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι οι πολιτικές ανισότητες που έχουν προσωρινά ανασταλεί, αλλά θα μπορούσαν να γίνουν κρίσιμες όταν μιλάμε για προοπτική διακυβέρνησης. Ο ίδιος ο Μελανσόν έχει υιοθετήσει σταδιακά αριστερότερες θέσεις, την ώρα που το Σοσιαλιστικό Κόμμα στην περίοδο της διακυβέρνησης Ολάντ είχε προκαλέσει μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις.
Σε αυτό το σημείο, καλό είναι να αναφερθούμε στις περιόδους ενότητας της Αριστεράς στην σύγχρονη ιστορία της Γαλλίας. Αναλυτικότερα, το πρώτο “Λαϊκό Μέτωπο’’ κράτησε δύο χρόνια. Δημιουργήθηκε σε μεγάλο βαθμό χάρη στην πρωτοβουλία των Κομμουνιστών και θα καταρρεύσει υπό το βάρος ενορχηστρωμένων πιέσεων, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας συκοφαντικών εκστρατειών από τη δεξιά και την ακροδεξιά, και σοβαρών οικονομικών προβλημάτων. Η δεύτερη προσπάθεια για ενότητα της Αριστεράς θα είναι στη δεκαετία του 1970 με το ‘’Κοινό Πρόγραμμα’’ των Κομμουνιστών και των Σοσιαλιστών. Παρόλο που διαφαινόταν ότι συγκεντρώνει μια ευρύτερη πολιτική δυναμική οι παλινωδίες του Κομμουνιστικού Κόμματος θα οδηγούσαν εν τέλει στη ρήξη. Έτσι, το 1971 ο Φρανσουά Μιτεράν, ο οποίος ανοικοδόμησε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, έγινε ο βασικός υποψήφιος της Αριστεράς στις εκλογές του 1981. Αυτό οδήγησε σε μια σημαντική αλλαγή στην εξουσία και έσπασε τον κυρίαρχο έλεγχο της Δεξιάς που είχε διαρκέσει για δεκαετίες. Επιπλέον, το Κομμουνιστικό Κόμμα άρχισε να παρακμάζει υπό την ηγεσία του. Τα 14 χρόνια του Μιτεράν στην εξουσία, ένα μέρος τους σε συγκυβέρνηση με τη δεξιά, που θα κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές του 1986, θα αλλάξουν τη Γαλλία, αλλά δεν θα απέχουν πολύ από τον ριζοσπαστισμό του Λαϊκού Μετώπου. Λίγα χρόνια αργότερα μια κυβέρνηση της ‘’Πληθυντικής Αριστεράς’’, υπό την ηγεσία του Πρωθυπουργού Λιονέλ Ζοσπέν, θα απέχει πολύ από το να θεωρηθεί ριζοσπαστική. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα το κακό ποσοστό, του υποψηφίου των Σοσιαλιστών, στις προεδρικές εκλογές του 2002 όταν ο Ζοσπέν θα θελήσει να μεταπηδήσει στην προεδρία αλλά θα έχει ένα κακό αποτέλεσμα και θα βρεθεί τρίτος πίσω από τον Ζακ Σιράκ και τον Ζαν Μαρί Λεπέν και εκτός δεύτερου γύρου.
Προφανώς και η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται και τα πράγματα είναι διαφορετικά, αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο δρόμος της γαλλικής Αριστεράς προς την εξουσία κάθε άλλο παρά ομαλός μπορεί να θεωρηθεί, και θα είναι ακόμα δυσκολότερος εάν καταφέρει να την κατακτήσει.
Συντάκτης: Σωτήρης Σωτηρόπουλος