Τα τελευταία χρόνια  η εύρυθμη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών έχει αμφισβητηθεί, κλονίζοντας έτσι την εμπιστοσύνη των πολιτών  στους πολιτειακούς και κρατικούς θεσμούς. Όμως οι δημοκρατικοί θεσμοί, όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα, έχουν δεχτεί μεγάλα πλήγματα από την οξυμένη κοινωνική, πολιτική και οικονομική κρίση  που πέρασε η χώρα. Επομένως η ιστορική πορεία της πολιτικής και συνταγματικής οργάνωσης της Ελλάδας, μπορεί να αποβεί καθοριστική για την εύρεση των αιτιών που έχουν οδηγήσει στην γενικότερη υποβάθμιση της λειτουργίας των κρατικών και δημοκρατικών θεσμών.

Επίσημα, η πολιτική ιστορία της Ελλάδας θεωρείται αρχίζει με τις διεργασίες που οδήγησαν στο ξέσπασμα της εθνικής επανάστασης του 1821. Συνεπώς πρέπει να ληφθούν υπόψιν όλα τα ιδεολογικά, κοινωνικά και πολιτικά ερείσματα που οδήγησαν στην πολιτική και συνταγματική οργάνωση του νεοελληνικού κράτους. Η Ελλάδα στις αρχές του 19ου αιώνα τελεί υπό Οθωμανική κατοχή. Όλη η επικράτεια λειτουργεί με γνώμονα τους διοικητικούς  και πολιτικούς θεσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας .Οι επιπτώσεις της Γαλλικής επανάστασης το 1789, έθεσαν τις βάσεις για την συγκρότηση των εθνικών κρατών και αμφισβήτησαν το πολιτικό και κοινωνικό μοντέλο οργάνωσης που είχε επιβληθεί από τις αυτοκρατορικές δυνάμεις της Ευρώπης (Γερμανία, Ρωσία, Αυστρία).

Η άνοδος των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων  στην Ευρώπη, άργησε να ‘φυτευτεί’ στην Ελλάδα, καθώς οι επαναστάσεις που συνέβησαν στην Ευρώπη μιλούσαν για αυτονομία αλλά και για ουσιώδεις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές. Η ελληνική επανάσταση στόχευε κατά κύριο λόγο στην αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού από τον ελληνικό χώρο. Δεν υπήρξε αρκετή μέριμνα για την διοικητική και πολιτική οργάνωση της Ελλάδας, πράγμα που θα απέβαινε μοιραίο για τα πρώτα χρόνια του απελευθερωμένου ελληνικού κράτους. Στη διάρκεια του  απελευθερωτικού αγώνα, υιοθετήθηκαν τρία συνταγματικά κείμενα το 1822 , το 1823 και το 1827. Βασιζόταν στα γαλλικά συντάγματα του 1793 και του 1795, την γαλλική διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του πολίτη, και το συνταγματικό σχεδίασμα του φιλελεύθερου Ρήγα Βελεστινλή.

Οι φιλελεύθερες επιρροές από τις νέες πολιτικές συνθήκες  στην Ευρώπη, θα επηρεάσουν το πρώτο σύνταγμα  της χώρας, το Σύνταγμα της Επιδαύρου. Το προσωρινό πολίτευμα της Επιδαύρου ψηφίστηκε το 1822 και απαρτιζόταν από 110 παραγράφους. Περιείχε  λίγες διατάξεις που αφορούσαν την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων του πολίτη, καθώς επίσης  καθιέρωνε την διάκριση των εξουσιών. Έτσι  η πολιτική εξουσία του κράτους αποτελούνταν από δύο σώματα, το Βουλευτικό και το εκτελεστικό. Η δικαστική εξουσία ήταν ανεξάρτητη από τα άλλα δύο σώματα  και έτσι δόθηκε μια πρώτη απάντηση στο ζήτημα της πολιτικής και πολιτειακής οργάνωσης του κράτους. Το προσωρινό πολίτευμα αναθεωρήθηκε  το 1823 από την Β΄ εθνική συνέλευση, κατοχυρώνοντας αρτιότερα την ελευθεροτυπία  και την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας, ενώ παράλληλα κατάργησε την δουλεία.

Οι καταστροφικοί εμφύλιοι πόλεμοι που θα ακολουθήσουν το 1826-27 , πέρα από τις τεράστιες απώλειες και την καταστροφή , θα επιφέρουν και την ενεργό εμπλοκή των Μεγάλων δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) στην ελληνική πολιτική ζωή. Ακόμη και τα πολιτικά κόμματα που θα συγκροτηθούν για να εκπροσωπήσουν τον λαό ονομάζονται από την εκάστοτε Μεγάλη δύναμη. Πέραν αυτού, φαινόμενα αναξιοκρατίας και διαφθοράς θα αρχίσουν να εκδηλώνονται περισσότερο. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος της  εκάστοτε κυβέρνησης  είναι σχεδόν ανύπαρκτος, τα φαινόμενα εκλογικής νοθείας πολλαπλασιάζονται  και η εκτελεστική εξουσία είναι ανεξέλεγκτη. Οι πολιτειακές μεταβολές που θα περάσει η χώρας μας από αβασίλευτη δημοκρατία σε συνταγματική μοναρχία και έπειτα σε βασιλευόμενη δημοκρατία, θα καταδείξει την αδυναμία της συνταγματικής οργάνωσης ενάντια σε αυθαιρεσίες της  βασιλικής εξουσίας.

Μετά την επανάσταση του 1862 και την εγκαθίδρυση της βασιλευόμενης δημοκρατίας, το σύνταγμα όριζε τον Βασιλιά ως τον ανώτατο άρχοντα της πολιτείας. Η εκάστοτε εκλεγμένη κυβέρνηση έπρεπε να λάβει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον Βασιλιά. Για τους περισσότερους ήταν αυτονόητο ότι ο βασιλιάς έπρεπε να δώσει εντολή σχηματισμού στο κοινοβουλευτικό κόμμα που είχε την πλειοψηφία, όμως η βασιλική εξουσία καταχράστηκε την ασάφεια αυτή προς όφελος της. Ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’ διόριζε κυβερνήσεις και υπουργούς της αρεσκείας του, αγνοώντας την λαϊκή βούληση. Η λύση δόθηκε από τότε νέο πολίτικο Χαρίλαο Τρικούπη, ο οποίος υποστήριξε ότι πρέπει για να σχηματιστεί κυβέρνηση το εκάστοτε κόμμα να έχει την δεδηλωμένη στήριξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Έτσι ο βασιλιάς δεν θα μπορούσε να παρεμβαίνει στην διαδικασία σχηματισμού κυβερνήσεων. Η αρχή της δεδηλωμένης, όπως ονομάστηκε,  εφαρμόστηκε άτυπα το 1875 και στο σύνταγμα του 1927 έγινε ρητή διάταξη που υπάρχει μέχρι και σήμερα.

Στον 20ο αιώνα  οι πολιτικοί και δημοκρατικοί θεσμοί, παρά τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έχουν γίνει, δεινοπαθούν.  Ο 20ος αιώνας για την ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από  συνεχείς εμπόλεμες συγκρούσεις, και έντονες κοινωνικές και πολιτικές περιστάσεις. Ο εθνικός διχασμός, η αποτυχημένη Μικρασιατική εκστρατεία  και  η Μικρασιατική καταστροφή, αλλάζουν τον κοινωνικό και πολιτικό ιστό της χώρας. Όμως και πάλι η ελληνική πολιτεία αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις χρόνιες παθογένειες της. Σε πολιτικό επίπεδο, η πόλωση και η ακρότητα  ευδοκιμούν καθώς τα  κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα των Ελλήνων γίνονται όλο και πιο σύνθετα. Σε αυτό συμβάλλει και η  συμμετοχή των στρατιωτικών στην πολιτική ζωή. Η δεκαετία 1920-30 χαρακτηρίζεται από αποτυχημένα πραξικοπήματα στρατιωτικών.  Παράλληλα εδραιώνεται το φαινόμενο του κομματικού κράτους. Το εκάστοτε κυβερνητικό κόμμα προσπαθεί με ανήθικα μέσα να αποδυναμώσει την δύναμη του αντίπαλου κόμματος . Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι μαζικές αποστρατεύσεις αξιωματικών που ήταν φιλικά προσκείμενοι προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο από την Κυβέρνηση Τσαλδάρη. Η απονομιμοποίηση  μικρών πολιτικών κόμματων παίρνει μεγάλες διαστάσεις με αποτέλεσμα  να χρησιμοποιείται εντόνως  η κρατική καταστολή.

Σε αυτό το πλαίσιο αρχίζει και η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο. Η μελέτη του Αλέξανδρου Παπαναστασίου αναφορικά με το εκλογικό σύστημα δημοσιεύεται τον Ιούλιο του 1923, δέκα μήνες μετά από την απελευθέρωση του από τις φυλακές της Αίγινας. Στην μελέτη του ο Παπαναστασίου καθιστά σαφές ότι το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα αντίκειται σε βασικές αρχές της δημοκρατίας και συντελεί στην καταπίεση των μειοψηφικών πολιτικών κόμματων. Ο Παπαναστασίου υποστηρίζει το σύστημα της απλής αναλογικής, δηλαδή ένας πολιτικός συνδυασμός ή κόμμα θα εκλέξει ανάλογο αριθμό βουλευτών με το ποσοστό που έλαβε σε εθνικό επίπεδο. Ο εκλογικός νόμος χρησιμοποιήθηκε μέσα στον 20ο αιώνα για να εξυπηρετήσει τις πολιτικές και κομματικές βλέψεις  των εκάστοτε κυβερνήσεων. Όμως η ακραία πόλωση και ο διχασμός είχαν υποσκάψει τα θεμέλια του πολιτικού συστήματος και δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες για την κατάρρευση του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα και την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας από τον Ιωάννη Μεταξά το 1936.

Σε αντίθεση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες που είχαν αποκτήσει  αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα ,όπως η ναζιστική Γερμανία και η φασιστική Ιταλία, η μεταξική δικτατορία δεν προχώρησε σε κάποια μεγάλη οργανωτική μεταβολή του κρατικού και διοικητικού μηχανισμού. Σε πολιτικό επίπεδο, καταστρατήγησε βασικές διατάξεις του συντάγματος αναφορικά με το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, την ελευθεροτυπία και την ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Η πολιτική ζωή στην Ελλάδα περιορίστηκε  κατά πολύ και ο αυταρχισμός του καθεστώτος Μεταξά είχε κυριαρχήσει σε όλη την επικράτεια. Με το πέρας του Ελληνοϊταλικού πολέμου και τις  επιτυχημένες  Ελληνικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αλβανικό μέτωπο, η ανάγκη για κοινωνική και πολιτική αλλαγή σταδιακά αρχίζει να εμφανίζεται. Από πολιτική σκοπιά, το καθεστώς Μεταξά διατηρεί την πλήρη πολιτική εξουσία. Καθώς δεν υπάρχει εκλεγμένο κοινοβούλιο  η εκτελεστική εξουσία δρα ανεξέλεγκτα και η κρατική καταστολή έχει περάσει σε νέο επίπεδο. Παρόλο που οι τόποι εξορίας  δημιουργήθηκαν επισήμως το 1930 από την τελευταία κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου, το καθεστώς Μεταξά αυξάνει τον αριθμό πολιτικών κρατουμένων. Χιλιάδες πολίτες αριστερών και κομμουνιστικών φρονημάτων στέλνονται σε ξερονήσια και φυλακές καθώς θεωρούνται εχθροί του καθεστώτος. Η πολιτική της εξορίας, εκτός από μαύρο στίγμα στην νεότερη ελληνική ιστορία, θα χρησιμοποιηθεί μετέπειτα και από άλλα κυβερνητικά σχήματα.

Η Γερμανική κατοχή θα υποβαθμίσει κάθε έννοια κοινοβουλευτισμού και δημοκρατίας στην χώρα. Οι ναζί θα εγκαταστήσουν φιλικά προσκείμενη κυβέρνηση στην Ελλάδα, την κυβέρνηση Τσολάκογλου , η οποία θα ακολουθήσει αυταρχική και αντιδραστική πολιτική. Το καθεστώς μεταξά παρέδωσε το 1941 τους κομμουνιστές κρατούμενους στις Γερμανικές αρχές και το όργιο κρατικής καταστολής συμπληρώνεται από τις Γερμανικές αστυνομικές αρχές, την Γκεστάπο. Οι άγριες πολιτικές των Γερμανών, σε συνδυασμό με τις αποτυχημένες προσπάθειες των κατοχικών κυβερνήσεων να ανακουφίσουν τον ελληνικό λαό, θέτουν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αντιστασιακών οργανώσεων. Το 1944 τα γερμανικά στρατεύματα αποσύρονται από την Ελλάδα και οι αντιστασιακές οργανώσεις, σε συνεργασία με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, συνάπτουν συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας με συμμετοχή των αντιστασιακών οργανώσεων του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ. Σημαντική πολιτική τομή της περιόδου είναι το αίτημα για την καθιέρωση της αβασίλευτης δημοκρατίας. Χιλιάδες πολίτες που πολέμησαν τον Γερμανό κατακτητή από τις γραμμές της εθνικής αντίστασης στηρίζουν την εγκαθίδρυση της αβασίλευτης δημοκρατίας.

Η μεταπολεμική Ελλάδα  θα προσκρούσει και πάλι στα εμφύλια πάθη, με αποτέλεσμα περισσότερες ανθρώπινες απώλειες και καταστροφές. Η τρομοκρατία εις βάρος πολιτών με αριστερά φρονήματα, η λεγόμενη λευκή τρομοκρατία , ενισχύει τον κατασταλτικό ρόλο του κράτους. Τα υψηλά επίπεδα ανεργίας σε συνδυασμό με την μαζική  εγκατάλειψη της υπαίθρου, δημιουργούν μια προβληματική κατάσταση. Οι ελληνικές μεταπολεμικές κυβερνήσεις προσπάθησαν να αναχαιτίσουν τις οικονομικές  και κοινωνικές συνέπειες  του εμφυλίου αλλά δεν το κατάφεραν. Η διαφθορά στους κρατικούς θεσμούς, η ενίσχυση του κομματικού κράτους  και η αναξιοκρατία δυσχεραίνουν την λειτουργία των θεσμών. Σε αυτό φυσικά  προστίθενται και η κατάχρηση εξουσιών και προνομίων από πολιτικά πρόσωπα.

Η οικονομική στήριξη που δέχεται η Ελλάδα από τις ΗΠΑ, το σχέδιο Μάρσαλ, αποβαίνει κρίσιμο για την οικονομική και διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας. Όμως η οικονομική στήριξη ήρθε με ένα κόστος. Βασική προϋπόθεση για την παροχή οικονομικής. Υπήρξε εμμέσως περιστολή της πιστωτικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας, ως αντίμετρο στο ενδεχόμενο μη συμμόρφωσης της  ελληνικής  κυβέρνησης με τις απαιτήσεις των Αμερικανικών αξιωματούχων. Το σχέδιο Μάρσαλ  πρωτίστως λειτούργησε ως μέσο στήριξης  του ελληνικού στρατού ενάντια των κομμουνιστών ανταρτών στον εμφύλιο. Η Ελλάδα από το 1948 μέχρι το 1951 έλαβε 376 εκατομμύρια δολάρια σε οικονομική βοήθεια. Μερικά κονδύλια όντως διατέθηκαν για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και αναβαθμίσεις των κρατικών υποδομών. Λίγες ριζικές αλλαγές επήλθαν από το σχέδιο Μάρσαλ στον διοικητικό ιστό της χώρας. Η μόνη ήταν ότι πλέον η ελληνική κυβέρνηση και το κράτος  είχαν συμπαραταχθεί με την δυτική συμμαχία του ΝΑΤΟ.

Η ένταξη της Ελλάδας στην δυτική συμμαχία λειτούργησε θετικά ως προς την φιλελευθεροποίηση μερικών στοιχείων της πολιτικής ζωής. Οι τόποι εξορίας και τα ξερονήσια για λίγα χρόνια έπαψαν να λειτουργούν, και δόθηκε πολιτική αμνηστία σε πολλούς πολίτες που είχαν εξοριστεί είτε για την συμμετοχή τους στον εμφύλιο είτε για την πολιτική τους δραστηριότητα .Το σύνταγμα του 1952, παρά τον έντονο συντηρητικό προσανατολισμό του, συμπεριλάμβανε και ορισμένες καινοτομίες.  Μέσω των συνταγματικών ρυθμίσεων του 1952, καθιερώνονταν ρητά ότι ο κοινοβουλευτισμός τελεί υπό καθεστώς βασιλευόμενης δημοκρατίας. Επιπλέον καθιερώθηκε το δικαίωμα το εκλέγειν και του εκλέγεσθαι για τις γυναίκες.

Την δύσκολη δεκαετία του 1950 θα ακολουθήσει η πολιτικά ταραγμένη δεκαετία του 60 όπου σημείο αναφοράς της δυσλειτουργίας του πολιτικού συστήματός είναι οι παρακρατικές μέθοδοι και η εμπλοκή  ορισμένων αξιωματικών στην πολιτική ζωή. Από το 1870 μέχρι και σήμερα συνηθίζεται ο δικομματισμός, η εναλλαγή δύο κόμματων στην εξουσία. Την δεκαετία του 60 διεκδικούν τον πρωθυπουργικό θώκο και την εξουσία ο Γεώργιος Παπανδρέου με την ένωση κέντρου και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ).

Οι βουλευτικές εκλογές του 1961, που έμειναν στην ιστορία ως  εκλογές της βίας και της νοθείας, ανέδειξαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ως πρωθυπουργό. Τα κόμματα του κέντρου και της αριστεράς κατηγόρησαν τον Καραμανλή και την ΕΡΕ για την  τρομοκράτηση εκλογέων σε εκλογικά κέντρα ανά την επικράτεια. Οι βουλευτικές εκλογές όντως διεξήχθησαν υπό καθεστώς πολιτικής βίας και έντονης ακρότητας, δείχνοντας πάλι την δυσλειτουργία και την αδυναμία των θεσμών. Στις 25 Οκτωβρίου ο χωροφύλακας Σπυρίδων Φιλίππου δολοφόνησε τον Στέφανο Βελδεμίρη, στέλεχος της νεολαίας της Ενιαίας δημοκρατικής αριστεράς (ΕΔΑ) και την Κυριακή των εκλογών ο ο επίσης 24χρονος στρατιώτης Διονύσιος Κερπινιώτης, στέλεχος της Ε.Δ.Α. έπεσε νεκρός με τραύμα από σφαίρα στο κεφάλι, στο εκλογικό κέντρο του χωρίου Δεμίρι Αρκαδίας  όπου είχε σταλεί ως φρουρός. Η υπηρεσιακή κυβέρνηση χαρακτήρισε τον θάνατό του ως «αυτοκτονία».

Η εκτεταμένη χρήση βίας τελικά αποδείχθηκε μεθόδευση των αστυνομικών και στρατιωτικών αρχών, μέσω του σχεδίου Περικλής, στο οποίο συμμετείχε και ο έπειτα δικτάτορας  Γεώργιος Παπαδόπουλος. Το σχέδιο Περικλής απέβλεπε στην εκλογική αποδυνάμωση της ΕΔΑ και της ένωσης κέντρου για την εξασφάλιση της εκλογικής νίκης της ΕΡΕ. Το σχέδιο Περικλής είναι κατατοπιστικό ως προς τον  τρόπο λειτουργίας  των αστυνομικών και στρατιωτικών αρχών της εποχής. Οι δυνάμεις ασφαλείας, αντί να λειτουργούν ως μέσο προστασίας των πολιτών , χρησιμοποιήθηκαν για εκφοβισμό και την ικανοποίηση πολιτικών και ιδιαίτερα κομματικών βλέψεων.

Στις 21 Απριλίου 1967 ξέσπασε η δικτατορία των Συνταγματαρχών με αρχηγό του πραξικοπήματος τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Ο Παπαδόπουλος ήταν  μέλος στην ΙΔΕΑ, μυστική παραστρατιωτική οργάνωση αξιωματικών με ακροδεξιό προσανατολισμό. Η επταετία της Χούντας των Συνταγματαρχών είναι η κορύφωση της οξυμένης πολιτικής πραγματικότητας. Η απαγόρευση των συναθροίσεων, οι βασανισμοί, εξορίες και εκτοπίσεις είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του τρόπου λειτουργίας του καθεστώτος. Το παρακράτος της μετεμφυλιακής  Ελλάδας του 50  είχε επιστρέψει δριμύτερο και ανελέητο. Κάθε έννοια συνταγματικής νομιμότητας θυσιάζεται στον βωμό του αυταρχισμού. Οι πολιτικές και συνταγματικές ελευθερίες καταπατώνται καθημερινά.

Η συνεχής καταπίεση, σε συνδυασμό με τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν, προκαλούν ένα μαζικό  κύμα οργής  ενάντια στο χουντικό καθεστώς. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου  το 1973  προοικονομεί την πτώση της δικτατορίας του 1974 και την επαναφορά της δημοκρατίας. Το 1974 επιστρέφει  στην Ελλάδα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και συγκροτεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Μια από τις πρώτες ενέργειες της κυβέρνησης είναι η επαναφορά του συντάγματος του 1952, το οποίο προέβλεπε ότι η Ελλάδα τελεί υπό καθεστώς βασιλευόμενης δημοκρατίας. Με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974 αποφασίστηκε η εγκαθίδρυση της αβασίλευτης προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Η μεταπολιτευτική περίοδος  για την Ελλάδα είναι γλυκόπικρη. Το σύνταγμα του 1975 θέτει τις βάσεις για το σύγχρονο ελληνικό κράτος, εισάγοντας μια νέα περίοδο στην ταραγμένη πολιτική ζωή της χώρας. Η Γ’ Ελληνική δημοκρατία είναι πλέον γεγονός και το κράτος μπαίνει σε μια διαδικασία πολιτικής ανανέωσης , όπως και η κοινωνία. Φυσικά η πολιτική αλλαγή αυτή δεν εξυπακούεται ότι τα φαινόμενα αναξιοκρατίας και διαφθοράς θα εξαλειφθούν. Οι δεκαετίες του 80 και του 90  χαρακτηρίζονται από οικονομικά σκάνδαλα , έντονο δικομματισμό και  αδιαφάνεια. Το κομματικό κράτος απόκτα ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις.

Η οικονομική κακοδιαχείριση και οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας θα οδηγήσουν στην μεγάλη οικονομική κρίση στις αρχές του 21ου αιώνα. Η ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού ως προς την εξασφάλιση οικονομικής σταθερότητας , καθώς και τα πολλαπλά φαινόμενα κερδοσκοπίας από πολιτικά πρόσωπα, υποσκάπτουν τον κοινοβουλευτισμό. Τόσο η κοινωνική όσο και η οικονομική κρίση οδήγησε σε μια γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό σύστημα. Η άνοδος της πολίτικης ακρότητας, η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και η οικονομική εξαθλίωση ενεργοποιούν μαζικά τους πολίτες, οι οποίοι απαιτούν λύσεις στα προβλήματα τους. Όμως και πάλι οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στο ύψος των περιστάσεων.

Κορύφωση της κρίσης αυτής οδήγησε στο φαινόμενο του ‘όλοι ίδιοι είναι’ και στην απολιτικοποίηση. Πλέον οι πολίτες θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε καμία ιδεολογική διαφορά ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα που τους εκπροσωπούν. Η ενασχόληση με την πολιτική  θεωρήθηκε ως μέσο επίτευξης  προσωπικών συμφερόντων. Ένα τμήμα της κοινωνίας, κατευθυνόμενο από μια ακραία και φανατική ρητορική, βρήκε τον αποδιοπομπαίο τράγο στους πρόσφυγες και στους μετανάστες. Το κύμα αγανάκτησης των πολιτών μεγάλωσε, όπως και η ανάγκη για κοινωνική και πολιτική αλλαγή. Όπως και για την ανάγκη θεμελιωδών αλλαγών στους θεσμούς του πολιτεύματος.

Συνοψίζοντας, οι δημοκρατικοί θεσμοί ιστορικά έπασχαν από παθογένειες. Η ιδιομορφία της ιστορικής εξέλιξης του ελληνικού κράτους, καθώς και η ιστορική συγκυρία συνέβαλλε στην αποδυνάμωση των θεσμών. Διαχρονικά από την ίδρυση  του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα, η μόνη σταθερή παράμετρος είναι η αδυναμία των πολιτικών και πολιτειακών θεσμών να μπορέσουν να  ανταποκριθούν στα προβλήματα της κοινωνίας. Λύση για αυτήν την προβληματική κατάσταση είναι πρωτίστως η αλλαγή νοοτροπίας για την πολιτική.  Ευτυχώς όλα τα πολιτικά κόμματα δεν είναι ίδια και έχουν ιδεολογικές διαφορές. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία σε αυτό συνίσταται. Στον δημοκρατικό διάλογο και στην ισηγορία. Το στοιχείο που καθιστά την δημοκρατία το πιο λειτουργικό σύστημα είναι ή παροχή ίσων ευκαιριών. Εαν χαθεί αυτό, χάνεται και η βασική ουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Καλώς η κακώς , το πολιτικό προσωπικό που εκπροσωπεί την χώρα, βρίσκεται εκεί από την ψήφο των πολιτών. Οι δημοκρατικοί θεσμοί ,όπως η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία ,  στελεχώνονται από ανθρώπους που λογοδοτούν. Η λογοδοσία αυτή είναι η ψήφος. Φυσικά η ψήφος από μόνη της  δεν σημαίνει αλλαγή. Ιστορικά , οι μαζικές  διεκδικήσεις επέφεραν ιστορικές αλλαγές. Όμως οι διεκδικήσεις αυτές από μόνες τους δεν μπορούν να κάνουν κάτι, όπως αντίστοιχα και η  ψήφος. Οι δημοκρατικοί θεσμοί μπορεί να είναι προβληματικοί , αλλά είναι στο χέρι των πολιτών να ασκήσουν πίεση, μέσω της ψήφου και των διεκδικήσεων, για την επίτευξη της θεσμικής αλλαγής.

Συντάκτης: Πάρης Γιαννούλης

Πηγές: