Σε μία περίοδο που η Τουρκία μετράει τις πληγές της εξαιτίας των καταστροφικών σεισμών, που θα μείνουν ανεξίτηλοι στην μνήμη του τουρκικού λαού, η χώρα μπαίνει και επίσημα σε περίοδο εκλογών. Αμέσως μετά την υπογραφή της σχετικής εκλογικής απόφασης, ο Τούρκος Προέδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε ότι το Τουρκικό έθνος θα προσέλθει στις κάλπες για να εκλέξει τον πρόεδρο και τους βουλευτές του στις 14 Μαΐου 2023. Ο Τούρκος Πρόεδρος επισήμανε πως η αρχική ημερομηνία των εκλογών στις 18 Ιουνίου άλλαξε, επειδή συμπίπτει με τις Πανεπιστημιακές εξετάσεις και με το προσκύνημα στη Μέκκα.

Αντίπαλος του Ερντογάν, μετά από έντονες και πολύμηνες διεργασίες μεταξύ των συνιστωσών της τουρκικής αντιπολίτευσης, θα είναι ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Ο πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) από το 2010, θα αναμετρηθεί απευθείας με τον Ερντογάν. Σε αυτό το σημείο καλό είναι να κάνουμε μία ανασκόπηση των πρόσφατων προεδρικών εκλογών στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου. Στις προεδρικές εκλογές του 2014 ο Ερντογάν είχε επικρατήσει του υποψηφίου του κεμαλικού CHP, Εκμελεντίν Ιχσάνογλου, με 51,7% έναντι 38,4%, ενώ σε αυτές του 2018, ο Ερντογάν κέρδισε το 52,59%, και ο υποψήφιος του κόμματος του Κιλιτσντάρογλου, Μουχαρέμ Ινσέ, να λαμβάνει το 30,64% των ψήφων. Επιπλέον, το CHP υπό τον Κιλιτσντάρογλου ηττήθηκε τέσσερις φορές από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στις κοινοβουλευτικές εκλογές το 2011, τον Ιούνιο του 2015, τον Νοέμβριο του 2015 και το 2018.

Οι πολιτικοί αναλυτές τονίζουν ότι οι φετινές εκλογές στην Τουρκία θα είναι οι πιο αμφίρροπες και απρόβλεπτες της τελευταίας εικοσαετίας, όσο δηλαδή διάστημα βρίσκεται στον τουρκικό προεδρικό θώκο ο Ταγίπ Ερντογάν. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το AKP έχει υποστεί απώλειες λόγω των σεισμών και της διαχείρισης της κρίσης που ακολούθησε, και πλέον ενισχύονται εμφανώς τα κόμματα της ενωμένης αντιπολίτευσης. Μάλιστα, σε μία από τις δημοσκοπήσεις, ο Τούρκος πρόεδρος υπολείπεται του αντιπάλου του κατά περισσότερο από 10%. Συγκεκριμένα, σε δημοσκόπηση της Aksoy Research που διεξήχθη στις 8 Μαρτίου, ο Κιλιτσντάρογλου εμφανίζεται ως επικρατέστερος πρόεδρος με 55,6%, σε σχέση με τον Ερντογάν που έχει 44,4%. Αντίστοιχα, ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης συγκεντρώνει το 44,1% των ψήφων, ενώ η συμμαχία του AKP με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) παίρνει 38,2%. Σε μία άλλη δημοσκόπηση της Alf Research, η οποία έγινε μεταξύ 6 και 7 Μαρτίου, ο Κιλιτσντάρογλου υπερισχύει με 55,1% έναντι του Ερντογάν 44,9%. Όμως, σε αυτή τη δημοσκόπηση, η διαφορά των δύο κομμάτων είναι μηδαμινή: το CHP συγκεντρώνει 31,8%, έναντι 31% που έχει το ΑΚΡ. Σε επίπεδο συμμαχιών, πάντως, οι «έξι» της αντιπολίτευσης προηγούνται άνετα με 43,5%, έναντι 37,5% της συνεργασίας Ερντογάν – Μπαχτσελί.

Ο ρόλος του φιλοκουρδικού κόμματος HDP θα διαδραματίσει το δικό του ρόλο στις εξελίξεις. Η πρόσφατη ανακοίνωση οτι δεν θα κατέλθει κομματικός υποψήφιος για το προεδρικό αξίωμα αλλά χωρίς να συνδυάζεται από δήλωση σαφής στήριξης προς τον Κιλιτσντάρογλου αφήνει ακόμα τα πάντα ανοιχτά στο προεκλογικό τοπίο.  Πιο συγκεκριμένα, για να πετύχει η συμμαχία των έξι να βάλει τέλος στην εικοσαετή διακυβέρνηση Ερντογάν, θα πρέπει είτε να εξασφαλίσει το 50%, τουλάχιστον στον δεύτερο γύρω των εκλογών, είτε θα πρέπει να έχει την ψήφο ή τουλάχιστον την ψήφο ανοχής των ψηφοφόρων του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP) το εκλογικό ποσοστό του οποίου αναμένεται, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, να ξεπεράσει το 10%. Η υποψηφιότητα Κιλιτσντάρογλου θέτει δύο πιθανά σενάρια.  Η πρώτη επιλογή συνεπάγεται την υποστήριξη του HDP από την αρχή στον Κιλιτσντάρογλου, οδηγώντας πιθανώς στη νίκη του υποψηφίου της αντιπολίτευσης την πρώτη Κυριακή. Η δεύτερη επιλογή είναι, το HDP να υποστηρίξει τον Κιλιτσντάρογλου στον δεύτερο γύρο εναντίον του Ρετζέπ Ερντογάν, προτρέποντας τους ψηφοφόρους του να ψηφίσουν υπέρ του ή ενδεχομένως και να παρέχουν ψήφο ανοχής μέσω της αποχής τους , ανάλογα με τα εκλογικά δεδομένα του πρώτου γύρου. Ο Κιλιτσντάρογλου έχει εκφραστεί με ενδιαφέρον για τη συμφιλίωση με τους Κούρδους και την έχει αναφέρει ως «συγχώρεση» για να βοηθήσει να θεραπεύσει τα δεινά του παρελθόντος.

Σύμφωνα με την Γκιονούλ Τολ, ειδική στο Middle East Institute, «Ο Ερντογάν είναι ένας δεξιός, λαϊκιστής που έχει διαλύσει τους θεσμούς της χώρας για να εγκαθιδρύσει τη μονοκρατορία του. Ο Κιλιτσντάρογλου δεν είναι τόσο χαρισματικός, θέλει να ανοικοδομήσει τους θεσμούς της χώρας, να διανείμει την εξουσία και να κυβερνήσει με διαβουλεύσεις και συμβιβασμούς», ανέφερε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο ηγέτης του CHP, θα προσπαθήσει να καταπολεμήσει τη διαφθορά, ενώ στην εξωτερική πολιτική επιχειρεί να εμφανίζεται πιο θεσμικός, μη θέλοντας να διαταράξει περαιτέρω τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και τη Δύση, όπως συστηματικά κάνει ο Ερντογάν τα τελευταία χρόνια. Εφόσον εκλεγεί πρόεδρος ο Κιλιτσντάρογλου αναμένεται να καλέσει τη Ρωσία να τερματίσει την παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, με τον πόλεμό της στην Ουκρανία και να διατηρήσει έναν πιο ισορροπημένο ρόλο μεταξύ Μόσχας και Δύσης.

Είναι βέβαιο ότι ο κεμαλιστής Κιλιτσντάρογλου ως πρόεδρος δεν αναμένεται να εγκαταλείψει τον μεγαλοϊδεατισμό περί μετατροπής της Τουρκίας σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη αλλά είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο θα ξεκινήσει από διαφορετική βάση, μακριά από το χαρακτηριστικό της θρησκείας που αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία του Ερντογάν. Πάντως το κοινό που έχουν, στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, οι δύο πολιτικοί άνδρες που θα αναμετρηθούν τον επόμενο Μάϊο, είναι η σκληρή γραμμή κατά της Ελλάδας και αυτό διόλου αδιάφορο δεν αφήνει το εσωτερικό ακροατήριο της Ελλάδας που ενδιαφέρεται για το ποιός τελικά θα κρατάει το τιμόνι της Τουρκίας την επομένη των εκλογών.

Συντάκτης: Σωτήρης Σωτηρόπουλος