Η απολιτικοποίηση αποτελεί μια από τις πιο σοβαρές πολιτικές παθογένειες που αντιμετωπίζει η σύγχρονη κοινωνία. Η αποστροφή από την ενασχόληση με το πολιτικό γίγνεσθαι απειλεί άμεσα την εύρυθμη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών , καθώς και την απόδοση ευθυνών προς το πολιτικό σύστημα.
Καταρχάς πρέπει να γίνει μια διάκριση ανάμεσα στην πολιτικοποίηση και την κομματικοποίηση. Η πολιτικοποίηση είναι το ενδιαφέρον του ατόμου για την πολιτική ζωή γενικότερα, ενώ η κομματικοποίηση είναι η εμπλοκή ενός κόμματος και της πολιτικής του ιδεολογίας σε κάποια κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν έχουμε καταφέρει να κατανοήσουμε τις θεμελιώδεις διαφορές των δύο αυτών εννοιών. Η πολιτικοποίηση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κομματικοποίηση, όπως αντιστοίχως και η κομματικοποίηση ως πολιτικοποίηση. Η ενεργός συμμετοχή στα πολιτικά δρώμενα της χώρας είναι δικαίωμα και υποχρέωση του κάθε πολίτη. Δεν συνεπάγεται καμία ένταξη σε κάποιον κομματικό μηχανισμό. Στην χώρα μας όμως, από τις αρχές του αιώνα, έχει γίνει ένας συμψηφισμός ανάμεσα στην πολιτική συμμετοχή και την κομματικοποίηση.
Από τις αρχές του 21ου αιώνα η ενασχόληση με την πολιτική κατάσταση υποβαθμίστηκε. Η οικονομική κρίση και η συνεπακόλουθη κοινωνική κρίση προκάλεσαν την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό σύστημα ευρύτερα, αλλά και στην ενεργό πολιτική συμμετοχή εν γένει. Η απολιτικοποίηση αυτή επηρέασε ιδιαίτερα ένα μεγάλο τμήμα της νέας γενιάς πολιτών. Φυσικά αυτό δεν ίσχυε για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Η περίοδος 2000-2010 χαρακτηρίστηκε από την αδύναμη λειτουργία των πολιτικών θεσμών , αλλά και από την έντονη πολιτική δραστηριοποίηση τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας . Η οικονομική κατάρρευση , η οργή για την κρατική κακοδιαχείριση και την ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού της χώρας και η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, προκάλεσαν μαζικές διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις, δείχνοντας την διαχρονική ανάγκη για πολιτική δραστηριοποίηση.
Παρά την έντονη πολιτική δραστηριοποίηση των πολιτών, η απολιτικοποίηση άρχισε να εμφανίζεται στον ορίζοντα. Το χάσμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και στο πολιτικό σύστημα φάνηκε να μεγαλώνει, κυρίως λόγω της αδυναμίας του πολιτικού προσωπικού να ανταποκριθεί στις εκκλήσεις των πολιτών για την επίλυση των οικονομικών ζητημάτων που αντιμετώπιζε η χώρα. Το αποκορύφωμα της απολιτικοποίησης ήταν η δημιουργία της λογικής ‘όλοι ίδιοι είναι’. Από το 2010 έως και σήμερα, έχει χαραχτεί στην συνείδηση πολλών πολιτών ότι δεν υπάρχουν ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα που τους εκπροσωπούν στην Βουλή. Φυσικά η λογική αυτή αποδυνάμωσε και εξακολουθει να αποδυναμώνει τον διάλογο και τον κοινοβουλευτισμό, στοιχεία που είναι δομικά για την δημοκρατία.
Οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες της δεκαετίας της κρίσης οδήγησαν σε πολλά αλλαγές. Η συνεχώς αυξανόμενη οικονομική πίεση στα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα, έστρωσε τον δρόμο στον πολιτικό λαϊκισμό, δημιουργώντας ένα νέο πολιτικό πλαίσιο. Η ανάγκη για την αναζήτηση ενός αποδιοπομπαίου τράγου, οδήγησε στην μαζική παραπλάνηση αρκετών πολιτών. Πάνω σε αυτή την παραπλάνηση, πολλοί ήταν αυτοί που έριξαν τις ευθύνες για την οικονομική κρίση στις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές, καλλιεργώντας έναν έντονα ρατσιστικό και μισαλλόδοξο λόγο που βρήκε ευήκοο ακροατήριο. Όλη αυτή η κατάσταση ενίσχυσε σημαντικά την πολιτική ακρότητα, υποσκάπτοντας έτσι τα θεμέλια του πολιτικού συστήματος.
Παρά τις έντονες πολιτικές διεργασίες αυτές ,η ελληνική κοινωνία θα διχαστεί εντόνως, ενισχύοντας την πολιτική αδράνεια. Από το 2014 και έπειτα η πολιτική ζωή της χώρας θα λειτουργεί σε ένα πλαίσιο διχαστικό και λαϊκιστικό. Αυτό, σε συνδυασμό με την ανεργία, την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και την κοινωνική εξαθλίωση, θα συμβάλλει αποφασιστικά και στην απολιτικοποίηση αλλά και στον πολιτικό και ιδεολογικό φανατισμό.
Όμως, παρά τις τόσες δυσκολίες που αντιμετώπισε η κοινωνία, φαίνεται ότι τα πράγματα αλλάζουν. Τα τελευταία χρόνια η πολιτική ενεργοποίηση γίνεται με διαφορετικούς όρους και με έντονη την συμμετοχή της νέας γενιάς. Οι νέοι άνθρωποι, σε ένα μεγάλο ποσοστό, φαίνεται να δραστηριοποιόσουν πολιτικά αλλά και κοινωνικά. Η δραστηριοποίηση αυτή λαμβάνει χώρο σε ένα ευρύτερο πεδίο, καλύπτοντας ζήτημα κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής υφής. Η τραγωδία στα Τέμπη, η κλιματική κρίση, οι έμφυλες διακρίσεις, η στεγαστική κρίση, τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και πολλά αλλά ζήτημα που απασχολούν την κοινωνία εν γένει, έρχονται στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου από τις οργανωμένες και συλλογικές διεκδικήσεις της νέας γενιάς.
Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι η απολιτικοποίηση δεν εξακολουθεί να είναι ένα φλέγον κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα. Πλέον όμως είναι ξεκάθαρο για τους πολίτες, και ιδιαίτερα για τους νέους, ότι η μόνη λύση για την αντιμετώπιση των παθογενειών και των προβλημάτων της καθημερινής ζωής , είναι η πολιτική ενεργοποίηση. Μεσώ των δημοκρατικών διεκδικήσεων και κινητοποιήσεων θα μπορέσει η κοινωνία να θέσει τα ζητήματα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, αλλά και οι δημοκρατικοί θεσμοί να τα επιλύσουν.
Συντάκτης: Πάρης Γιαννούλης