Ακούγοντας τον όρο “διάκριση των εξουσιών”, ο λογισμός των περισσότερων ανθρώπων κατευθύνεται στον διαχωρισμό των εξουσιων σε νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική. Δίπλα στο συγκεκριμένο τρίπτυχο, ο σκωτσέζος συγγραφέας, Τόμας Καρλάιλ, παρέθετε μια ακόμα εξουσία, υποστηρίζοντας πως ο Τύπος λέγεται και η τέταρτη εξουσία του βασιλείου. Βέβαια, ο 19ος αιωνας του Καρλάιλ μοιάζει πέρα για πέρα μακρινός. Τόσο η κοινωνία, όσο και η τεχνολογία εξελίχθηκαν και διαφοροποιήθηκαν. Ακόμα και ο ίδιος ο τομέας της ενημέρωσης έχει αλλάξει. Οι παραδοσιακές φυλλάδες και οι εφημερίδες δίνουν την θέση τους σταδιακά στα πολύχρωμα σαιτ και τους τηλεοπτικούς σταθμούς, με την ενημέρωση να γίνεται πολύ πιο εύκολη και γρήγορη. Ωστόσο, παρά την ταχύτητα και την εξέλιξη του, ο χώρος αυτός εξακολουθεί να παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα.

Κατα γενική ομολογία, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης οφείλουν να λειτουργούν με γνώμονα την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος. Πιο συγκεκριμένα, είναι υποχρεωμένα να ενημερώνουν έγκαιρα και έγκυρα τους πολίτες σχετικά με διάφορα γεγονότα και ζητήματα δημόσιου ενδιαφέροντος. Παράλληλα, σύμφωνα με την φιλελεύθερη προσέγγιση, τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να δρουν ελεγκτικά απέναντι στο κράτος, τους θεσμούς και τις λοιπές εξουσίες. Με αυτόν τον τρόπο το σύνολο του Τύπου θα είναι ικανό να συμβάλλει στην εξασφάλιση της διαφάνειας και στην αποκάλυψη οποιασδήποτε κατάχρησης, λειτουργώντας έτσι ως “ξυπνητήρι της κοινωνίας”. Έπειτα, οι δημοσιογράφοι οφείλουν να λειτουργούν ως δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα στους κυβερνωμένους και τους κυβερνώντες, μεταφέροντας τον λαϊκό παλμό, αλλά και τις σκέψεις της κοινωνίας σε κρίσιμα και επίκαιρα ζητήματα. Στον αντίποδα της φιλελεύθερης, βρίσκεται η ριζοσπαστική προσέγγιση. Όπως διατρανά η τελευταία, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αποτελούν σε μεγάλο βαθμό ιδιωτικές επιχειρήσεις, με τους ιδιοκτήτες τους να κινούνται στην βάση του προσωπικού τους κέρδους. Το γεγονός αυτό καθιστά τα ΜΜΕ εξ’ ορισμού φορείς ιδιωτικών συμφερόντων, υποβαθμίζοντας με αυτό τον τρόπο την ανεξάρτητη και αντικειμενική ενημέρωση και αλλοιώνοντας τους πραγματικούς τους στόχους (βλ. δημόσιο συμφέρον).

Η ελευθερία και η ανεξαρτησία του Τύπου αποτελεί ένα διεθνές και διαχρονικό πρόβλημα, με την Ελλάδα να μην ξεφεύγει, δυστυχώς, από τον γενικότερο κανόνα. Σύμφωνα με την έκθεση του Economist για το 2022, η Ελλάδα κατάφερε να ανέβει εννέα θέσεις στον ετήσιο “Δείκτη Δημοκρατικότητας”, καταλαμβάνοντας την 25η θέση. Η αναβάθμιση αυτή οφείλεται σε μια σειρά γεγονότων, μέσα στην οποία εντάσσεται τόσο η άρση της ενισχυμένης εποπτείας, όσο και η αντιμετώπιση της πανδημίας. Ωστόσο, η έρευνα ανιχνεύει και ορισμένα αρνητικά στοιχεία, ένα από τα οποία αφορά το κομμάτι της ελευθερίας του Τύπου. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην χώρα μας οι δημοσιογράφοι δεν είναι ελεύθεροι να ερευνούν δυσάρεστες αλήθειες, τονίζοντας πως διακρίνεται έντονη λογοκρισία σε θέματα που σχετίζονται με την εκκλησία, τον στρατό, αλλά και την αστυνομία.

Έπειτα, στο ίδιο μήκος κύματος φαίνεται να κινείται και η ετήσια έκθεση του Media Freedom Rapid Response (MFRR). Όπως υποστηρίζει η συγκεκριμένη έκθεση, στην Ελλάδα εντοπίστηκαν 42 παραβιάσεις εις βάρος 63 φυσικών προσώπων ή ΜΜΕ μέσα στο 2022. Στην πλειονότητα τους, οι παραβιάσεις αυτές αφορούν διωξεις, αγωγές, αλλά και επιθέσεις. Κάνοντας μια αναδρομή του προηγούμενου έτους, η MFRR μνημονεύει την εμπρηστική επίθεση που δέχθηκαν τα κεντρικά γραφεία της “Real Group”, τα γκαζάκια που τοποθετήθηκαν από αγνωστους στις οικίες των δημοσιογράφων Άρη Πορτοσάλτε και Δημήτρη Καμπουράκη, αλλά και τις διώξεις που ασκήθηκαν εις βάρος των δημοσιογράφων Κώστα Βαξεβάνη και Γιάννας Παπαδάκου για τις έρευνες που διενήργησαν σχετικά με την υπόθεση της “Novartis”.

Για την ελληνική κοινωνία, η αντικειμενικότητα και η ανεξαρτησία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά και των ίδιων των δημοσιογράφων, έχει αποτελέσει ουκ ολίγες φορές κεντρικό θέμα της δημόσιας συζήτησης. Τον περασμένο Οκτώβριο, η Μονάδα Ερευνών Κοινής Γνώμης και Αγοράς του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας προχώρησε στην διενέργεια μιας πανελλαδικής έρευνας αναφορικά με την εμπιστοσύνη τόσο του κοινού, όσο και των ίδιων των δημοσιογράφων απέναντι στην δημοσιογραφία. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των πολιτών, το 89,5% των ερωτηθέντων θεωρεί πως η δημοσιογραφία είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας. Ωστόσο, ένα ποσοστό της τάξεως του 93% πιστεύει πως στην χώρα μας υπάρχει υπερβολική εξάρτηση των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων από τους πολιτικούς δρώντες. Λόγω αυτής της θέσης, το 74,5% των πολιτών φαίνεται να μην εμπιστεύεται τους δημοσιογράφους και το 85% να ισχυρίζεται πως οι δημοσιογράφοι αποσκοπούν στην χειραγώγηση του κοινού.

Στην συνέχεια , σύμφωνα με τις απαντήσεις των δημοσιογράφων, το 91% των ερωτώμενων υποστηρίζει πως οι σχέσεις εξαρτησης των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ με τις κυβερνήσεις και τα πολιτικά κόμματα είναι υπαρκτές. Επιπρόσθετα, η πλειοψηφία των δημοσιογράφων (65%) υποστηρίζει ότι λογοκρίνεται για θέματα που αφορούν τα συμφέροντα και τις κύριες ιδέες είτε των ανωτέρων, είτε του Μέσου Ενημέρωσης στο οποίο εργάζονται. Ταυτόχρονα, το 57,5% ισχυρίζεται πως υφίσταται λογοκρισία από τους προϊσταμένους του ως απόρροια πολιτικής παρέμβασης. Επομένως, το κύριο συμπέρασμα, που μπορούμε να εξάγουμε από την παραπάνω έρευνα, είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων τόσο των απλών πολιτών, όσο και των δημοσιογράφων, ισχυρίζεται πως τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης εξαρτώνται από τους δρώντες της πολιτικής σκηνής της χώρας. Ως απόρροια αυτής της εξάρτησης, η πλειονότητα του κοινού φαίνεται να έχει απολέσει την εμπιστοσύνη της και να θεωρεί πως τα μίντια προσπαθούν να κατευθύνουν την κοινη γνωμη. Την άποψη αυτή ενισχύουν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, με την πλειοψηφία να αποκαλύπτει μέσα από τις απαντήσεις της οτι λογοκρίνεται.

Συνεπώς, παρατηρούμε να σχηματίζονται ορισμένες ιδιαίτερες συνθήκες γύρω από τον χώρο της ελληνικής ενημέρωσης. Η ανάπτυξη σχέσεων ανάμεσα στα Μέσα Ενημέρωσης και τους πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής της χώρας μας δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που ορισμένα τηλεοπτικά κανάλια, εφημερίδες, διαδικτυακά site και δημοσιογραφοι επηρεάζονται από αυτές τις σχέσεις και διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα και τα γεγονότα προς το συμφέρον ή τουλάχιστον όχι εις βάρος των πολτικών προσώπων που “διαπλέκονται”. Βέβαια, οι σχέσεις οικονομικής ή οποιασδήποτε άλλης εξάρτησης δεν είναι οι μόνες που αλλοιώνουν την καθαρότητα του τομέα της ενημέρωσης. Οι διώξεις και οι επιθέσεις σε κάθε αντίθετη φωνή δημιουργούν ένα κλίμα φίμωσης και φόβου, επαληθεύοντας το ρητό του “όσοι δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας”.

Εξίσου σημαντικό ζήτημα αποτελεί και αυτό του δημοσιογραφικού σχολιασμού. Όλοι μας, ανεξάρτητα από την επαγγελματική μας ιδιότητα, έχουμε ορισμένες προσωπικές θέσεις και απόψεις. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ιδιοκτήτες των Μέσων Ενημέρωσης, τους δημοσιογράφους και τα λοιπά πρόσωπα του συγκεκριμένου χώρου. Ωστόσο, ορισμένοι κοινωνοί της ενημέρωσης, εκμεταλλευόμενοι την θέση τους και το βήμα που τους δίνεται, προσπαθούν να προωθήσουν τις δικές τους πολιτικές απόψεις, λειτουργώντας ως πολιτικοί καθοδηγητές και αντικαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την αγνή και αντικειμενική ενημέρωση. Αυτό έχεις ως αποτέλεσμα οι ειδήσεις και τα γεγονότα να μεταφέρονται πολιτικά “χρωματισμένα” στο κοινό, χωρίς να το αφήνουν να σχηματίσει την δική του γνώμη. Αναμφίβολα, δεν είναι λίγες και οι φορές που ορισμένοι δημοσιογράφοι εξαργύρωσαν αυτή την υποστήριξη και τον χρωματισμό με την ανάληψη κάποιας πολιτικής θέσης ή την συμμετοχή σε κάποιο κομματικό ψηφοδέλτιο. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, οι προσωπικές απόψεις θα πρέπει να μην αναμιγνύονται στην καταγραφή των γεγονότων και να παρουσιάζονται ξεχωριστά, ούτως ώστε να μην αλλοιώνουν την αντικειμενικότητα των ειδήσεων.

Σίγουρα, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση της δημοκρατίας. Είναι ικανά να λειτουργήσουν ως Τέταρτη εξουσία, συνυπάρχοντας και ελέγχοντας τις υπόλοιπες τρεις. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, τα όργανα (φυσικά και νομικά) της ενημέρωσης οφείλουν να ρίχνουν φως στα σκοτεινά σημεία όλων των τομέων της κοινωνίας και να μην λειτουργούν ως γραφεία Τύπου των διαφορων πολιτικών κομμάτων και προσώπων. Ρεαλιστικά, η εξαφάνιση των σχέσεων εξάρτησης με την πολιτική σκηνή δεν είναι μια εύκολη και γρήγορη πράξη. Ωστόσο, ο Τύπος οφείλει να απεκδυθεί εξαρτήσεις παντός είδους και να αφιερωθεί στην εκπλήρωση του κύριου ρόλου του – τον έλεγχο της εκάστοτε εξουσίας και την μεταφορα της φωνής του λαού.

Συντάκτης: Σάββας Ασικίδης