Όπως έχει γίνει ήδη φανερό, εδώ και δύο μήνες, συσσωματώσεις πολιτών, έχουν ξεσηκωθεί, διεκδικώντας τα δικαιώματά τους και κυρίως την επαγγελματική αναγνώρισή τους. Φυσικά, αυτές οι συσσωματώσεις πολιτών, έχουν όνομα, τίτλο και καριέρα και είναι οι καλλιτέχνες. Τη δράση τους στηρίζουν και σπουδαστές της τέχνη ευρύτερα.

Ήδη τη 17η  ημέρα του Δεκεμβρίου 2022, με το προεδρικό διάταγμα 85/2022, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 232/Α/17-12-2022 , με τίτλο «καθορισμός προσόντων διορισμού σε φορείς του Δημοσίου» , η σπίθα είχε ανάψει. Συγκεκριμένα, αυτό προέβλεπε ότι οι απόφοιτοι των καλλιτεχνικών σχολών της χώρας, εντάσσονται πλέον στη βαθμίδα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Ε.). Έχουμε λοιπόν, μια απόλυτη εξίσωση του επαγγελματία καλλιτέχνη και του πτυχίου που κατέχει ο ίδιος, με έναν απλό, ανειδίκευτο μη επαγγελματία, απόφοιτο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό ευλόγως δημιουργεί μαζικούς προβληματισμούς και ανησυχίες. Όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στην σχετική συνάντηση που έγινε πρόσφατα στο Μέγαρο Μαξίμου, στόχος είναι να εξεταστούν και να επιλυθούν κάποιες χρόνιες παθογένειες στα θέματα που έχουν να κάνουν με την καλλιτεχνική εκπαίδευση. Οι παθογένειες αυτές βέβαια ίσχυαν εδώ και μερικές δεκαετίες και το ζήτημα  αυτό, είχε αφεθεί στην τύχη. Για παράδειγμα, από το 1981, ορίστηκε ότι η καλλιτεχνική εκπαίδευση στην Ελλάδα παρέχεται από δημόσιες και ιδιωτικές δομές και ανήκει στην Ανώτερη Βαθμίδα Εκπαίδευσης, απόφαση που καταργήθηκε, μια απόφαση που εγείρε αντιδράσεις στο δημόσιο διάλογο. Στην επιστολή που κοινοποίησαν στον πρωθυπουργό και τον υφυπουργό σύγχρονου πολιτισμού, οι καλλιτέχνες δεν έδειξαν καμία διάθεση συμβιβασμού, ενώ απέρριψαν και την Κ.Υ.Α. (Κοινή Υπουργική Απόφαση), που τους προτάθηκε.

Η τέχνη απειλείται! Μαζί της απειλείται και η έκφραση χιλιάδων φωνών, η έκφραση μιας ελευθερίας, που άλλωστε πρέπει να χωράει σε ένα δημοκρατικό καθεστώς. Τη στιγμή που καταλήψεις λαμβάνουν χώρα σε θέατρα, ωδεία, τη στιγμή που παραιτούνται καθηγητές δραματικών σχολών και εναντιώνονται συλλογικά στο παρόν εγχείρημα, οι ίδιες οι φωνές που προάγουν την τέχνη και την δημιουργικότητα, τίθενται στο παρασκήνιο. Αυτό που έχει μάθει όμως ο σύγχρονος πολιτισμός και μια δημοκρατική χώρα, όπως η Ελλάδα, είναι να βρίσκονται στο προσκήνιο και φυσικά, να είναι κοινωνικά και πολιτικά ορατοί – αναγνωρίσιμοι. Η κοινωνία, έχει ανάγκη την τέχνη και η τέχνη έχει ανάγκη την κοινωνία. Επειδή όμως η κοινωνική σφαίρα , βρίσκεται σε στενή διασύνδεση με την αντίστοιχη πολιτική, αποκλείεται οι αποφάσεις της πολιτικής, να μην επηρεάσουν την κοινωνική. Στην περίπτωση αυτή, ο αντίκτυπος είναι σίγουρα αρνητικός, όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα του τελευταίου διαστήματος.

Είτε έτσι όμως , είτε αλλιώς, ο τίτλος που κατέχει ο καθένας, ως επαγγελματίας καλλιτέχνης, είναι προτιμητέο και ισότιμο, να είναι ισάξιος του μόχθου και της παραγωγικότητας που έχει καταβάλλει ο ίδιος για να τον αποκτήσει. Προφανώς η απόφαση αυτή που πάρθηκε , όχι μόνο οδηγεί σε υποβάθμιση του κάθε μεμονωμένου καλλιτέχνη, ηθοποιού κ.ά., αλλά ταυτόχρονα και σε μία κοινωνική οπισθοδρόμηση. Είναι σχεδόν ειρωνικό να θέλουμε και να οραματιζόμαστε ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα, ίσες ευκαιρίες για όλους, πρόοδο, ευημερία, αλλά όχι πολιτισμό, όχι τέχνη.  Άραγε υπό αυτές τις συνθήκες,  υπάρχει ακόμα το κίνητρο αυτών των ανθρώπων, που τους προκαλεί θετικά να συνεχίσουν να παράγουν έργο;  Κι η ελπίδα των νέων (και μη), πτυχιούχων καλλιτεχνών να συνεχίσουν με το πτυχίο της σχολής τους μεταπτυχιακές σπουδές , ως επαγγελματίες και όχι ως «χομπίστες», υπάρχει ; Όλα αυτά καταρρίπτονται στον βωμό της εξουσίας. Η τέχνη απειλείται!

Συντάκτης: Νίκη-Μαρία Παναγάκου