Όπως σημειώσαμε στο πρώτο μέρος της ανάλυσης των σχέσεων μεταξύ Κοσόβου και Σερβίας, με μία ιστορική και εθνολογική αναφορά να έχουν προηγηθεί, ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Στο δεύτερο μέρος, θα εξετάσουμε πιο διεξοδικά το πρόσφατο στρατιωτικό παρελθόν των δύο χωρών, με έμφαση στις συγκρούσεις και τις αναταραχές των τελευταίων ετών. Έτσι, θα κατανοήσει κανείς καλύτερα, τους λόγους που το μπαρούτι στα Δυτικά Βαλκάνια ποτέ δεν σταματά να βράζει και αντίθετα, κάθε φορά καίγεται ισχυρότερα.
Η Σερβία, ακόμη θεωρεί το Κόσοβο ως νόμιμο έδαφος στην επικυριαρχία της, στην ίδια παράταξη με σημαντικό αριθμό χωρών, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Με το ψήφισμα 1244/1999 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η πρώην Γιουγκοσλαβία, νυν Δημοκρατία της Σερβίας, αποδέχεται την απόσυρση των σερβικών στρατευμάτων από το Κόσοβο, με μία ζώνη ειρηνευτικής δύναμης να εγκαθίσταται στην περιοχή υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών. Βέβαια, μία ρήτρα της συμφωνίας ήταν ότι, σε περίπτωση που η διεθνής παρουσία της περιοχής το επέτρεπε, μικρή δύναμη σερβικών στρατευμάτων και αστυνομικών δυνάμεων, θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην περιοχή, ψήφισμα που ο πρόεδρος Βούτσιτς, επικαλέστηκε στα μέσα του Δεκέμβρη. Η KFOR, η δύναμη του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο, έχει ως σκοπό τον αφοπλισμό όλων των παραστρατιωτικών οργανώσεων, τη διατήρηση της τάξης και της ασφάλειας, την προστασία των συνόρων και των κρίσιμων πολιτικών και λοιπών υποδομών, καθώς και τη διασφάλιση της εύρυθμης και σταθερής λειτουργίας των θεσμών. Στο Κόσοβο, με το ψήφισμα 1244, επέστρεψαν επίσης πολλοί Σέρβοι, ώστε να διαφυλάξουν την πατροπαράδοτη ιστορική συνέχεια της εθνοτικής αυτής ομάδας. Το Κόσοβο, επίσημα υπόβαλε αίτημα για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις 16/12, εξηγώντας πως ο τρόπος επίλυσης των προβλημάτων στην περιοχή, είναι μονάχα η πορεία προς την Ευρώπη.
Η αφορμή όμως, για την επανέναρξη των συρράξεων είναι η απόφαση της Πρίστινα, πρωτεύουσας του μερικώς αναγνωρισμένου κρατιδίου του Κοσόβου, να αλλάξει υποχρεωτικά όλες τις πινακίδες των οχημάτων περίπου 50.000 σέρβων που ζουν στο Βόρειο σύνορο, από σερβικές σε κοσοβάρικες. Οι Σέρβοι της περιοχής αρνήθηκαν να δεχτούν τη μεταρρύθμιση αυτή, μην αναγνωρίζοντας την επικυριαρχία της κυβέρνησης του Κοσόβου, με επεισόδια να ξεσπούν, τη δημιουργία οδοφραγμάτων και εμπλοκές μεταξύ πολιτών και της αστυνομίας. Με την κρίση αυτή, να έχει λάβει χώρα πριν από περίπου δύο χρόνια, τα στρατεύματα και των δύο πλευρών είχαν συγκεντρωθεί στα σύνορα, με Ρώσους αξιωματούχους και υψηλά ιστάμενους του Κρεμλίνου να επισκέπτονται τη Σερβία. Κάτι που μας οδηγεί στο επόμενο συμπέρασμα, για τους λόγους που δυστυχώς ο πόλεμος είναι μάλλον πιθανός.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μαίνεται και τις ήττες του ρωσικού στρατού σε στρατηγικό τουλάχιστον επίπεδο να είναι επαναλαμβανόμενες, η Μόσχα επιχειρεί να πυροδοτήσει δευτερεύοντα μέτωπα, μέσα στη γειτονιά της Δύσης. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της Ουγγαρίας, στην Ελλάδα μέσω του έντονου, φιλορωσικού στοιχείου που αντικατοπτρίζει ορισμένα, ακραία στοιχεία της ορθόδοξης εκκλησίας και στα Δυτικά Βαλκάνια, μέσω της έντονης υποστήριξης προς τη σερβική πλευρά. Η Ρωσία γνωρίζει πως ένας πόλεμος στην περιοχή, μόνο συμφέροντα θα προσκομίσει σε αυτή, καθώς θα σήμαινε πως το ΝΑΤΟ θα έπρεπε να στρέψει την προσοχή του σε ένα δεύτερο μέτωπο εναντίον της ρωσικής απειλής έστω και έμμεσα, δίνοντας πόρους, χρόνο και εξοπλισμό. Άρα, όπου δύο ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις βρίσκουν αντίθετα πολιτικά συμφέροντα, είναι σχεδόν σίγουρο εκ προοιμίου πως αργά η γρήγορα, η ρήξη θα ακολουθήσει, συνήθως υπό τη μορφή proxy war (πόλεμο δυνάμεων, δια μέσω τρίτων).
Και εδώ σχηματίζεται ένα στρατηγικό παιχνίδι, που κρύβει ένα μεγάλο ρίσκο και συνάμα δίλλημα. Πόσο πίσω θα κάνει η Δύση, με σκοπό να μην προκαλέσει μια αλυσιδωτή αντίδραση που θα πυροδοτήσει μία νέα διαμάχη; Εκεί βρίσκεται το σημείο καμπής, που κατά πάσα πιθανότητα, θα δωρίσει στην Σερβία τόσα προνόμια, οδηγώντας την τελικώς να πετύχει τους πολιτικούς της σκοπούς στην Βόρεια επικράτεια του Κοσόβου. Αρχικά, με μικρά βήματα πίσω, όπως εγγυήσεις ασφαλείας και υποχωρήσεις σε πάγιες θέσεις που κρατούν από τη συμφωνία του Ντέιτον, το δυτικό στρατόπεδο ενδεχομένως θα καταλήξει να βρίσκει μία μέση λύση που θα ευνοεί κατάφορα την Σερβία, ώστε να την κατευνάσει και να μην την αναγκάσει να οδηγηθεί στο άρμα της Ρωσίας αμετάκλητα. Φυσικά, μερίδιο ευθύνης φέρει και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, που καθυστέρησε δραματικά, σε ένα κρεσέντο γραφειοκρατικών προβλημάτων και αχρείαστων διαδικασιών, να εντάξει ομαλά τις χώρες στο όραμα της ενωμένης ηπείρου.
Αν και η Σερβία κατάθεσε επίσημο αίτημα στο ΝΑΤΟ, για την εμπλοκή σερβικών στρατευμάτων στο Βόρειο Κόσοβο, δυνάμει του ψηφίσματος 1244, ο πρόεδρος Βούτσιτς, δήλωσε πως δεν έχει παραισθήσεις, γνωρίζοντας ότι το αίτημα θα απορριφθεί. Όμως, μία τέτοια πράξη θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πρόφαση, για μία σερβική επιθετική ενέργεια, επικαλούμενη το διεθνές δίκαιο και το ψήφισμα που αναφέρθηκε, χρησιμοποιώντας τη ρητορική του ζωτικού χώρου και της προστασίας των Σέρβων στην περιοχή. Με ανταλλαγή πυροβολισμών να έχει ήδη σημειωθεί μεταξύ Σέρβων του Κοσόβου και αστυνομικών αρχών, οδοφράγματα να έχουν στηθεί σε κύριες αρτηρίες της Βόρειας επικράτειας και σημαντική συγκέντρωση σερβικών ειδικών δυνάμεων στο σύνορο, ο ίδιος ο πρόεδρος της Σερβίας δήλωσε μεταξύ άλλων ότι, κάθε Σέρβος είναι έτοιμος να πεθάνει για το έθνος του και πως οι τελευταίες νύχτες ήταν οι πιο δύσκολες της θητείας του. Ένα μικρό επεισόδιο, μπορεί να προκαλέσει αφορμή για ανάφλεξη και την άμεση ένοπλη αντιπαράθεση των δύο πλευρών σε μία διαμάχη που κατά πάσα πιθανότητα θα περιλαμβάνει και στοιχεία εθνοκάθαρσης, όπως και στο άμεσο παρελθόν.
Οι πιθανότητες πάντως, να γνωρίσουμε μία νέα σύγκρουση στα Δυτικά Βαλκάνια, με τα παραπάνω να έχουν ειπωθεί, είναι μάλλον σημαντικές. Μένει να δει κανείς, ποιος θα κερδίσει τον πόλεμο νεύρων, ποια πλευρά θα κάνει τις περισσότερες υποχωρήσεις και τελικώς, ποιο στρατόπεδο θα κατεβάσει τον πήχη των κόκκινων γραμμών του, στο όνομα της σταθερότητας και της ασφάλειας. Κανείς δεν μπορεί να κάνει πίσω, ειδικά η Δύση, με όλες αυτές τις εξελίξεις στο διεθνή προσκήνιο να υφίστανται. Ούτε η Σερβία, μπορεί να δεχθεί μία εσωτερική ήττα, μη πραγματοποιώντας το εθνικό σχέδιο το οποίο πραγματεύεται καιρό. Μένει να αναμένουμε και να ελπίζουμε για το καλύτερο δυνατό · προπάντων σε μία αποφυγή ενός νέου κύκλου αίματος στη γειτονιά μας, που θα ξεσηκώσει τις επιθετικά προσκείμενες δυνάμεις της περιοχής.
Συντάκτης: Δημήτρης Τάκος