“Τώρα αντιμετωπίζουμε μια πολύ πιο σοβαρή κατάσταση πέρα από τις απλές ελλείψεις καυσίμων, φυσικού αερίου, ηλεκτρισμού και τροφίμων. Η οικονομία μας έχει καταρρεύσει πλήρως. Αυτό είναι το πιο σοβαρό ζήτημα που αντιμετωπίζουμε σήμερα.” Αυτά ήταν τα λόγια του πρωθυπουργού της Σρι Λάνκα, Ranil Wickremesinghe, στο κοινοβούλιο της χώρας τον Ιούνιο του 2022.
Η Σρι Λάνκα αντιμετωπίζει την σφοδρότερη οικονομική κρίση στην ιστορία της, από την ανεξαρτησία της το 1948 και μετά, καθώς από τον Απρίλιο του 2022 αδυνατεί και επισήμως να αποπληρώσει τις οφειλές στους ξένους και εγχώριους δανειστές της. Τα συναλλαγματικά αποθέματα αξίας 1.9 δισεκατομμυρίων δολαρίων δεν ήταν αρκετά για να καλύψουν τις δανειακές υποχρεώσεις της χώρας, για το 2022, που ανέρχονταν σε 8.6 δις. Τα διαθέσιμα αυτά αποθέματα μάλιστα, έπεσαν μία περίοδο σε μόλις 50 εκατομμύρια σύμφωνα με την κυβέρνηση. Ο πληθωρισμός έχει ξεπεράσει το 50% ενώ σύμφωνα με το πανεπιστήμιο Johns Hopkins ο πληθωρισμός αγγίζει το 130%. Ταυτόχρονα, απόρροια της κατάστασης αυτής ήταν η Σρι Λάνκα να χάσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της σε αγορές όπως του τσαγιού και του υφάσματος καθώς εταιρίες κολοσσοί όπως η Zara και τα H&M στράφηκαν προς την Ινδία για την αγορά των πρώτων υλών τους.
Η οικονομική αυτή κατάρρευση, πλήττει όλες της εκφάνσεις της ζωής στην χώρα. Πρωτίστως, η έλλειψη χρημάτων συνεπάγεται με αδυναμία εισαγωγής των απαραίτητων αγαθών για επιβίωση. Ειδικότερα, η σημαντική έλλειψη στα καύσιμα οδήγησε αρκετές επιχειρήσεις (πάνω από 1000 φούρνους λόγου χάριν) στην παύση λειτουργίας τους καθώς δεν υπήρχαν τα μέσα για τις αναγκαίες μεταφορές. Ουρές χιλιομέτρων σχηματίζονται καθημερινώς έξω από πρατήρια βενζίνης περιμένοντας την προμήθεια των απαραίτητων καυσίμων, χωρίς όμως να υπάρχει ιδιαίτερη βελτίωση. Το γεγονός αυτό κατέστησε αδύνατο για τους καθηγητές και τους μαθητές να παρευρίσκονται στο σχολείο και οδήγησε το κράτος στην επιβολή της τηλεκπαίδευσης στα μέσα της περσινής σχολικής χρονιάς. Τροχοπέδη στην αποτελεσματικότητα αυτής της εναλλακτικής, ήταν οι σημαντικές ελλείψεις στον απαραίτητο εξοπλισμό καθώς και το εξαιρετικά αδύναμο ηλεκτροδοτικό σύστημα της χώρας, με τις καθημερινές πολύωρες διακοπές ρεύματος. Η εκπαίδευση συνέχισε να πλήττεται με την αναβολή των σχολικών εξετάσεων λόγω της έλλειψης χαρτιού. Οι ελλείψεις αναγκαίων αγαθών εμφανίζονται και στον κλάδο της υγείας, όπου η απουσία φαρμάκων και η ασταθής ηλεκτροδότηση έχει οδηγήσει τους γιατρούς να αναβάλλουν πολλά χειρουργεία, να επαναχρησιμοποιούν εργαλεία αλλά ακόμα και να λειτουργούν χρησιμοποιώντας τον φακό του κινητού τους ως πηγή φωτισμού. Τέλος, είναι προφανές ότι οι τομείς της ψυχαγωγίας, των μέσων μαζικής ενημέρωσης και του αθλητισμού υπολειτουργούν.
Συχνό φαινόμενο σε κρίσεις τέτοιου μεγέθους, είναι η κοινωνική διαταραχή. Η περίπτωση της Σρι Λάνκα δεν θα μπορούσε να είναι εξαίρεση. Τους τελευταίους μήνες λοιπόν, οι εξεγέρσεις και οι έντονες πορείες διαμαρτυρίας ήταν τακτικό γεγονός. Κύριος στόχος των διαμαρτυριών ήταν οι αδερφοί Rajapaksa, οι οποίοι ήλεγχαν το πολιτικό γίγνεσθαι των δυο τελευταίων δεκαετιών. Πιο συγκεκριμένα, ο λαός της Σρι Λάνκα κατηγορούσε την οικογένεια αυτή λόγω της διαφθοράς, του απολυταρχισμού, του νεποτισμού και της κακής διαχείρισης των οικονομικών της χώρας. Μετά από έντονες πορείες και έπειτα από την κατάληψη του προεδρικού παλατιού από διαδηλωτές, ο Gotabaya Rajapaksa παραιτήθηκε από πρωθυπουργός της χώρας. Είχαν όμως δίκιο οι διαδηλωτές; Ήταν όντως το πρόβλημα η οικογένεια Rajapaksa;
Σύμφωνα με τους ίδιους τους Rajapaksa, η οικονομική κρίση της Σρι Λάνκα προέκυψε λόγω της πανδημίας του Covid-19 αλλά και των βομβιστικών επιθέσεων που έγιναν το 2019 και αποθάρρυναν τον τουρισμό, ο οποίος αποτελούσε την κυριότερη πηγή εισροών ξένων κεφαλαίων και νομισμάτων. Αναμφίβολα, οι προαναφερθέντες εξωγενείς παράγοντες επηρέασαν την οικονομία της χώρας, χωρίς ωστόσο αυτό να καθιστά την διακυβέρνηση της αποτελεσματική. Ο Gotabaya Rajapaksa επιδίωξε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μέσω δανεισμών από χώρες όπως η Κίνα και οργανισμούς όπως Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα (Asian Development Bank). Τα χρήματα αυτά όμως δεν χρησιμοποιήθηκαν σε χρήσιμα έργα ή επενδύσεις αλλά κυρίως σε έργα ματαιοδοξίας (αχρησιμοποίητα αεροδρόμια λόγου χάριν). Αυτό έκανε την προσωρινή αύξηση του ΑΕΠ αλλά και του συνολικού βιοτικού επιπέδου πλασματική και μη διατηρήσιμη. Ο συνολικός δανεισμός των 51 δισεκατομμυρίων μάλιστα, πλέον αποτελεί το 140% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας. Επιπροσθέτως, είναι εμφανές ότι κάθε δανεισμός γίνεται ολοένα και πιο ακριβώς καθώς αυξάνεται ο πιστωτικός κίνδυνος και άρα και τα επιτόκια των δανεισμών, δυσχεραίνοντας περεταίρω την κατάσταση της χώρας. Σύμφωνα με την δύση, ευθύνη για την παρακμή της Σρι Λάνκα έχει η Κίνα και η πολιτική της να παγιδεύει ξένες χώρες μέσω αχρείαστων δανεισμών. Κάτι τέτοιο όμως δεν αποτελεί κάτι άλλο παρά δυτική προπαγάνδα καθώς μόλις το 10% του χρέους της χώρας οφείλεται στην Κίνα. Αντιθέτως πάνω από το 70% του χρέους αντιστοιχεί σε χώρες (Ινδία, Ιαπωνία), οργανισμούς (Παγκόσμια Τράπεζα, Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα*) και επενδυτικά ταμεία που ανήκουν στην σφαίρα επιρροής της δύσης( π.χ. Blackrock).
Οι οικονομικές παρατυπίες της (πρώην πλέον) κυβέρνησης του Rajapaksa ωστόσο δεν σταματούν στους υπέρογκους αδικαιολόγητους δανεισμούς. Το 2019 σε μία προσπάθεια ενίσχυσης της εικόνας της κεντρικής διοίκησης έγιναν σημαντικές μειώσεις στην φορολογία των πολιτών που είχε ως συνέπεια την μείωση των κρατικών εσόδων κατά 25%. Για την κάλυψη αυτού του κενού στον κρατικό προϋπολογισμό η Σρι Λάνκα στράφηκε στους προαναφερθείσες δανεισμούς αλλά και στην υπέρογκη δημιουργία χρήματος. Αυτή η δημιουργία, όντας η κινητήριος δύναμη του υψηλότατου πληθωρισμού και το αίτιο της σφοδρής υποτίμησης του νομίσματος, κώλυσε σημαντικά τις εισαγωγές αναγκαίων αγαθών όπως το πετρέλαιο και τα τρόφιμα. Αναμφίλεκτα η παγκόσμια επισιτιστική και ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας μεγέθυνε τις παραπάνω επιπτώσεις. Στην επισιτιστική κρίση της χώρας όμως, συνέβαλε σημαντικά και η οξύμωρη απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει την εισαγωγή λιπασμάτων απαραίτητων για την γεωργία ως τρόπος αντιμετώπισης του αρνητικού εμπορικού ισοζυγίου των 4 δις και ως κίνητρο για στροφή προς την οργανική αγροτική παραγωγή. Απότοκο της απαγόρευσης ήταν η ξαφνική παύση της αγροτικής οικονομίας, η εισαγωγή τροφίμων σε υψηλές τιμές και η δημιουργία επισιτιστικής ανασφάλειας για πάνω από το 25% του πληθυσμού.
Έτσι λοιπόν, ο νέος πρωθυπουργός της Σρι Λάνκα, Ranil Wickremesinghe, καλείται να αντιμετωπίσει την δεινή θέση της χώρας. Παρόλη την μειωμένη διπλωματική και διαπραγματευτική ισχύ της η χώρα έχει ξεκινήσει τις ομιλίες με τους δανειστές της για αναδιάρθρωση του χρέους, κάτι που ωστόσο προϋποθέτει αύξηση της φορολογίας και μείωση των κρατικών δαπανών. Στο μεσοδιάστημα, χάρη στην οικονομική βοήθεια χωρών όπως η Ινδία, η Σρι Λάνκα καταφέρνει να εισάγει κάποιες ποσότητες καυσίμων, τροφίμων, λιπασμάτων και φαρμάκων. Η περίπτωση της Σρι Λάνκα καλείται να αποτελέσει μάθημα για την παγκόσμια οικονομία αλλά και για άλλες χώρες που κινδυνεύουν οικονομικά αυτήν την στιγμή όπως η Αίγυπτος, η Τυνησία, ο Λίβανος, η Αργεντινή και πολλές άλλες.
Συντάκτης: Άγγελος Λαγός