Ο Καύκασος αποτελεί εδώ και δεκαετίες μια ασταθή και επίμαχη περιοχή σε γεωπολιτικό επίπεδο. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, μια μεγάλη πλειοψηφία πρώην σοβιετικών δημοκρατιών γνώρισε την ανεξαρτησία τους και έπειτα ξεκίνησε η διαμάχη ορισμένων εξ αυτών ως προς την αναγνώριση της κυριαρχίας σε κάποια εδάφη, με ιδιαίτερη παράδειγμα τη διαμάχη μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν.
Το διακύβευμα της διαμάχης αποτελούσε πάντα η αμφιλεγόμενη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ στα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών, η οποία ναι μεν άνηκε στο Αζέρικο κράτος αλλά ο πληθυσμός στην πλειοψηφία του αποτελούταν από Αρμένιους αυτόχθονες. Ακολουθώντας την όλο και μεγαλύτερη κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος στα μέσα της δεκαετίας του 1980, οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ αποφάσισαν πως θα ήθελαν να ενωθούν με τη μητέρα πατρίδα τους Αρμενία καθώς ένιωθαν πως παραγκωνίζονταν από το Αζέρικο κράτος κυρίως λόγο πολιτιστικών διαφορών, με τη σημαντικότερη να είναι αυτή του θρησκεύματος αφού οι Αρμένιοι γηγενείς ήταν χριστιανοί ενώ οι Αζέροι ντόπιοι μουσουλμάνοι. Όλα αυτά οδήγησαν σε μια ανοιχτά ένοπλη σύγκρουση μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν για την κυριαρχία στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η οποία ξέσπασε το 1988 και τελείωσε το 1994 με τη μεσολάβηση της Ρωσίας. Από τότε το Ναγκόρνο-Καραμπάχ συνέχισε να παραμένει αναπόσπαστο μέρος του Αζερμπαϊτζάν, με τη μόνη διαφορά να βρίσκεται στο ότι οι Αρμένιοι αυτόχθονες υποστηρίζονταν πλέον από την Αρμενία, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν δική τους ανεξάρτητη δημοκρατία.
Τα δεδομένα άλλαξαν και πάλι το φθινόπωρο του 2020 όταν ξέσπασε δεύτερη ένοπλη σύγκρουση διάρκειας έξι εβδομάδων στη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, με τη Ρωσία να λειτουργεί για άλλη μια φορά ως διαμεσολαβήτρια δύναμη ώστε να τερματιστεί η σύρραξη, και με το Αζερμπαϊτζάν να αποκτά σημαντικές κτήσεις κατά τη διάρκεια της. Από το 2020, έχουν εγκατασταθεί στα σύνορα ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις με σκοπό τη διατήρηση της συμφωνίας ανακωχής.
Η ανακωχή μεταξύ των δύο χωρών έσπασε για άλλη μια φορά όταν στις 13 Σεπτεμβρίου του 2022, το Αζερμπαϊτζάν χτύπησε στρατιωτικές εγκαταστάσεις και κατοικήσιμες περιοχές της Αρμενίας κοντά στα σύνορα. Ο Υπουργός Άμυνας του Αζερμπαϊτζάν, δήλωσε πως τα χτυπήματα αποτελούσαν μια απάντηση στα «ισχυρά προβοκάτσια» της Αρμενίας σε Αζέρους στρατιώτες στις περιοχές Καλμπατζάρ, Λατσίν και Ντασκασάν. Η Αρμενία αρνήθηκε τις προκλήσεις από μέρους της, και επέλεξε να ρίξει την ευθύνη στο Μπακού.
Ο Πρωθυπουργός του Αρμένικου κράτους Νικόλ Πασινιάν, μέσα από τις δηλώσεις του φάνηκε ψύχραιμος καθώς επιμένει στην ειρηνική και μέσα από διάλογο επίλυση των διαφορών με το Μπακού, πράγμα το οποίο έχει δημιουργήσει αισθήματα θυμού και αγανάκτησης στον αρμένικο λαό που πιστεύει ότι ο Πασινιάν δεν είναι αρκετά σκληρός και επιθετικός προς το Αζερμπαϊτζάν. Οι εχθροπραξίες έληξαν το βράδυ της 14ης Σεπτεμβρίου με την υποβολή εκεχειρίας από τη Ρωσία, αν και πληροφορίες ήθελαν το Αζερμπαϊτζάν να μην είχε αναγνωρίσει την εκεχειρία αυτή. Σε αυτή την αναμέτρηση 135 Αρμένιοι και 79 Αζέροι στρατιώτες έχασαν την ζωή τους.
Σε αυτό το σημείο, έρχονται να προστεθούν και οι ενέργειες των διεθνών δρώντων. Παραδοσιακός σύμμαχος της Αρμενίας είναι η Ρωσία, η οποία διατηρεί καλές σχέσεις και με το Αζέρικο κράτος. Η κατάσταση στην Ουκρανία όμως καθιστά δύσκολη αυτή τη φορά την άμεση παρέμβαση της Ρωσίας, η οποία βρίσκεται απασχολημένη με το να στέλνει στρατιωτικές δυνάμεις στη χώρα αν και υποστηρίζει πως η περιοχή του Καυκάσου την ενδιαφέρει ακόμα. Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο και ο εκπρόσωπος του Ντμίτρι Πέσκοφ διατυμπανίζουν το γεγονός πως «ο Βλάντιμιρ Πούτιν κάνει ότι μπορεί ώστε να αποκλιμακωθεί η κατάσταση ανάμεσα στις δύο χώρες».
Στο αντίθετο μέτωπο από την Αρμενία και τη Ρωσία, βρίσκεται το Αζερμπαϊτζάν με την στρατιωτική του σύμμαχο την Τουρκία, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμάχη του Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 2020 προσφέροντας στρατιωτική βοήθεια στους Αζέρους, πράγμα που εν τέλει λειτούργησε θετικά στην κατάκτηση εδαφών από μέρους τους. Η Άγκυρα εμφανίζεται εχθρική προς το Γερεβάν μετά την δήλωση του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου περί «αρμενικής προκλητικότητας» και της επισήμανσης πως η Άγκυρα παραμένει σταθερή σύμμαχος του Μπακού.
Από το προσκήνιο δεν θα μπορούσαν να λείπουν φυσικά οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες δεν παραμένουν αμέτοχες. Ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν σε ανακοίνωση του στις 13 Σεπτεμβρίου ακούστηκε ανήσυχος: «Όπως έχουμε καταστήσει σαφές εδώ και καιρό, δεν μπορεί να υπάρξει στρατιωτική λύση στη σύγκρουση. Απευθύνουμε έκκληση να τερματιστούν άμεσα οι στρατιωτικές εχθροπραξίες» Ο Μπλίνκεν μάλιστα, είχε επικοινωνήσει και τηλεφωνικά με τους πολιτικούς ηγέτες των δύο χωρών –με τον Νικόλ Πασινιάν της Αρμενίας και με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάν Αλιγιέφ- προκειμένου να καταστήσει σημαντική την κατάπαυση του πυρός.
Ιδιαίτερη αίσθηση στη διεθνή επικαιρότητα, είχε κάνει η επίσκεψη της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των Η.Π.Α Νάνσυ Πελόζι στο Γερεβάν στις 17 και 18 Σεπτεμβρίου. Τα λόγια της φάνηκαν να δημιούργησαν περισσότερες τριβές στις σχέσεις Γερεβάν-Μπακού και όχι μόνο. Η Αμερικανή Αξιωματούχος συγκεκριμένα, έκανε λόγο για «για καταδίκαση των παράνομων επιθέσεων του Αζερμπαϊτζάν εναντίον της Αρμενίας» ενώ τόνισε πως η επίσκεψη της πρόκειται για «ένα ισχυρό σύμβολο της σταθερής δέσμευσης των Ηνωμένων Πολιτειών, για μία Αρμενία ειρηνική, ευημερούσα και δημοκρατική και για μία περιφέρεια του Καυκάσου σταθερή και ασφαλή».
Η αντίδραση ήταν άμεση. Το Υπουργείο Εξωτερικών του Αζερμπαϊτζάν, χαρακτήρισε «απαράδεκτες» τις κατηγορίες της Πελόζι περί επιθέσεων των Αζέρων σε αρμενικό έδαφος, κάνοντας λόγο ταυτόχρονα για διατάραξη των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών του Καυκάσου και κινδύνου μη διατήρησης της ειρήνης στη περιοχή. Παράλληλα, το Αζέρικο Υπουργείο Εξωτερικών συμπλήρωσε επίσης πως «είναι απαράδεκτο να μεταφέρουμε τις εσωτερικές πολιτικές ίντριγκες της αμερικανικής ατζέντας και τα συμφέροντα των λόμπι στη περιοχή του Νότιου Καυκάσου μέσω της Αρμενίας».
Στα λεγόμενα της Πελόζι ανταποκρίθηκε και η Τουρκία ως διαχρονική σύμμαχος του Αζερμπαϊτζάν. Ο Τούρκος αντιπρόεδρος Φουάτ Οκτάι, επισήμανε πως οι δηλώσεις της Πελόζι «στερούνται εντελώς καλής θέλησης, αντανακλούν μεροληπτική άποψη, υπονομεύουν τις διπλωματικές προσπάθειες και δεν είναι αποδεκτές». Από τη μαζική επίθεση προς τις Η.Π.Α, δεν μπορούσε να λείπει και η Ρωσία με το Κρεμλίνο να υπονοεί πως οι συγκεκριμένες τακτικές δεν θα μπορέσουν να λειτουργήσουν θετικά στη διατήρηση της εκεχειρίας.
Ένα άλλο ζήτημα περιπλέκει ακόμα πιο πολύ την κατάσταση και δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από την ενεργειακή κρίση που απασχολεί ιδιαίτερα τη διεθνή ατζέντα αυτό το διάστημα. Η επίσκεψη της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο Μπακού την 18η Ιουλίου του 2022 αποσκόπησε στην υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Αζέρικου Κράτους, η οποία δεσμεύει το Μπακού στο να παραχωρεί 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως στην Ε.Ε μέχρι και το 2027. Από αυτή την εξέλιξη, δημιουργείται η εντύπωση πως η Ε.Ε θεωρεί αρκετά σημαντικό δρώντα το Αζερμπαϊτζάν αυτή την περίοδο, και κατά επέκταση είναι άμεσα εξαρτημένη από αυτό. Όπως τονίζει και ο Γκέχαμ Στεπανιάν, διαμεσολαβητής ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δημοκρατία του Άρτσαχ (πρόκειται για την αρμένικη περιφέρεια του Ναγκόρνο-Καραμπάχ): «Η αντίδραση της Ε.Ε καθώς και άλλων παγκόσμιων παραγόντων, σε αυτή την κρίση είναι πολύ σημαντική. Δυστυχώς όταν πρόκειται για επιθετικότητα από το Αζερμπαϊτζάν, βλέπουμε διεθνείς παράγοντες να αποφεύγουν να κάνουν στοχευόμενες δηλώσεις ή να επιβάλλουν κυρώσεις».
Κάτω από αυτές τις συνθήκες και με την κατάσταση να κορυφώνεται όλο και περισσότερο, τα Ηνωμένα Έθνη δεν θα μπορούσαν να μείνουν αδρανή. Σε έκτακτη συνεδρίαση των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 15 Σεπτεμβρίου, ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας για την Ευρώπη την Κεντρική Ασία και την Αμερική Μίροσλαβ Γέντσα χαρακτήρισε τις εχθροπραξίες στα σύνορα ως τις χειρότερες που έχουν συμβεί από το 2020, ενώ πρόσθεσε πως τα Ηνωμένα Έθνη θα ανταποκριθούν στην ανθρωπιστική κρίση αν χρειαστεί.
Δυστυχώς η ειρήνη που επιβλήθηκε στην περιοχή στις 14 Σεπτεμβρίου δεν κράτησε πολύ καθώς σύμφωνα με το Reuters, νέες επιθέσεις ξέσπασαν και πάλι το βράδυ της 23ης Σεπτεμβρίου. Οι δύο πλευρές άρχισαν ξανά να ρίχνουν ευθύνες η μία στην άλλη αν και όπως φέρουν οι πληροφορίες, οι Αζέρικες δυνάμεις ήταν αυτές που άνοιξαν πυρ εναντίον αντίστοιχων Αρμένικων, με το Γερεβάν να αναφέρει πως δεν υπήρχαν θύματα.
Με φόντο την 77η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε, ο Αρμένιος πρωθυπουργός ανερχόμενος στο βήμα κατηγόρησε ανοιχτά το Μπακού πως πραγματοποιεί βιαιότητες εις βάρος αιχμαλώτων και νεκρών στρατιωτικών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο της νεκρής Αρμένισσας στρατιωτικού όπου το άψυχο σώμα της ακρωτηριάστηκε και ύστερα άρχισε να βιντεοσκοπείται από «περήφανους» Αζέρους στρατιωτικούς. Επιπλέον αξίζει να αναφερθεί πως ήδη πριν από τα νέα χτυπήματα της 23ης Σεπτέμβρη, 1437 παιδία και 99 ενήλικες με προβλήματα υγείας έπρεπε να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στην Αρμενία κοντά στα σύνορα, ενώ ο Αζέρικος στρατός είχε ανοίξει πυρ και κατά ασθενοφόρων.
Η Γαλλία φαίνεται πως ακολουθεί τα παραδείγματα των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου οι οποίες ξεκαθάρισαν μέσω των πρεσβειών τους στο Αρμένικο κράτος, πως οι Αζέρικες δυνάμεις πρέπει οπωσδήποτε να εγκαταλείψουν την Αρμενία ενώ ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν όπως έχει τονίσει και στο παρελθόν τάσσεται υπέρ της ειρήνης και του διαλόγου στην περιοχή του Καυκάσου. Η συνάντηση του Αρμένιου Υπουργού Εξωτερικών Αραράτ Μιρζογιάν με τον Αζέρο ομόλογο του Τζεϊχάν Μπαϊράμοφ στις 2 Οκτωβρίου στη Γενεύη, έδειξε ακριβώς αυτή την κατεύθυνση αφού οι δύο πλευρές διαπραγματεύτηκαν την αποχώρηση των αντίπαλων στρατιωτικών δυνάμεων από τα εδάφη της αντίστοιχης χώρας και έθεσαν τα θεμέλια για μια μελλοντική εκεχειρία που θα σεβαστεί τις ελευθερίες και την ασφάλεια των Αρμένιων γηγενών του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, με τις συζητήσεις αυτές να παραμένουν προσωρινά μετέωρες καθώς δεν λήφθηκαν πιο δραστικά μέτρα για το τερματισμό των συγκρούσεων.
Πέρα από τις εχθροπραξίες που έχουν σημειωθεί στα σύνορα όλο αυτό τον καιρό, η κατάσταση οξύνθηκε και με τις επιθέσεις Αρμένιων ριζοσπαστών στις πρεσβείες του Αζερμπαϊτζάν στο Παρίσι, στη Βηρυτό, και στη Τιφλίδα. Όλα αυτά τα στοιχεία, επιδεικνύουν πως οι διαταραγμένες σχέσεις των δύο χωρών θα συνεχίσουν να εξελίσσονται και το επόμενο διάστημα, προκαλώντας παγκόσμια ανησυχία για μια περαιτέρω ανάφλεξη.
Συντάκτης: Μαρία Ανδρίκου