Υπάρχουν φορές που το Ιράν έρχεται στην ειδησεογραφική επιφάνεια για διάφορους λόγους. Στις ημέρες μας, λόγω μίας πρωτοφανής εκδήλωσης και στάσης κατά του ιρανικού, ακραίου θεοκρατικού συντηρητικού συστήματος, που όχι μόνο περιορίζει αλλά και θέτει τις γυναίκες σε κίνδυνο. Μετά τη δολοφονία της Μάχσα Αμίνι καθώς φορούσε το χιτζάμπ της με λάθος τρόπο, σε όλη τη χώρα εκδηλώθηκαν κύματα οργής και συμπαράστασης με αίτημα την αλλαγή, την ελευθερία και την ισότητα από τον ασφυκτικό κλοιό του καθεστώτος της Τεχεράνης. Παλαιότερα, επί της αμερικανικής κυβέρνησης Τραμπ, είχε δολοφονηθεί ο υψηλός αξιωματούχος του Ιράν Κασέμ Σολεϊμανί, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ χτυπούν στόχους του Ιράν, τόσο στην επικράτειά του, όσο και στην περιοχή της Χεζμπολάχ στο Λίβανο και τη Συρία. Η Τεχεράνη έτσι, αποτελεί ταραχοποιό στοιχείο κατά των δυτικών συμφερόντων και έναν κατά συρροή εκβιαστή. Κύριοι εχθροί του Ιράν, είναι όλο το δυτικό ημισφαίριο, που δρα υπό το καπιταλιστικό μοντέλο της ελεύθερης οικονομίας και το ρωμαιοκαθολικό, εβραϊκό ή χριστιανικό δόγμα. Το Ισραήλ και χώρες όπως η Σαουδική Αραβία (παραδοσιακοί σύμμαχοι της Δύσης) είναι τα βασικά στρατόπεδα με τα οποία υπάρχει μία συνεχόμενη ρήξη. Το ερώτημα βέβαια του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, έχει τις ρίζες του στη δεκαετία του 1950 με την επικινδυνότητά του να γίνεται αντιληπτή μόλις μετά το 2000. Σε σύντομη έκταση, θα εξετάσουμε το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν από την απαρχή του, την αξιολόγησή του ως επικίνδυνο για τους αντιπάλους του, τις γνωστές προσπάθειες των παγκόσμιων δυνάμεων για τον περιορισμό του, το στάδιο στο οποίο βρίσκεται και το μέλλον του.
Όλα άρχισαν το 1957 όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες υπό το πρόγραμμα «Atoms for Peace» ξεκίνησαν να ωθούν επενδύοντας και βοηθώντας το Ιράν να αποκτήσει πυρηνική ενέργεια για σκοπούς καθημερινών συμφερόντων (ενέργεια, ιατρική). Αρκετοί αντιδραστήρες άρχισαν να κατασκευάζονται, όπως οι δύο της γερμανικής εταιρείας Siemens KWU, στην περιοχή του Μπουσέχρ, όμως μετά την εγκαθίδρυση των φρουρών της επανάστασης στην εξουσία, η κατασκευή σταμάτησε. Το σχέδιο για την πυρηνική εγκατάσταση του Μπουσέχρ αναστήθηκε ξανά το 1992, υπό την αρωγή της Ρωσίας. Σε δυσκολίες που συνάντησαν οι ρώσοι κατασκευαστές, καθώς η ανακατασκευή έγινε στις βάσεις των δυτικών μοντέλων, η πρόταση βοήθειας από τη Γερμανία έγινε μη αποδεκτή. Τελικώς, σε λειτουργία τέθηκε το 2011, και τρία χρόνια μετά άρχισε η κατασκευή της δεύτερης φάσης του πυρηνικού αντιδραστήρα Μπουσέχρ (Bushehr II). Άλλα κέντρα έρευνας είναι αυτό στη Φάσα, στο Άρντακαν, στο Νατάνζ και στο Ισφαχάν. Οι δραστηριότητες ποικίλουν, από εμπλουτισμό ή μετατροπή ουρανίου έως και κέντρα ιατρικής έρευνας και ενεργειακής παραγωγής ή βαρέος ύδατος (κρίσιμο στοιχείο στην ατομική ενέργεια). Ο πόλεμος στον τρόμο συνεχιζόταν ακόμη και οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν άμεσα συμφέροντα στην περιοχή. Η γεωγραφία της Μέσης Ανατολής είναι αυτή που από τα αρχαία χρόνια την καθιστούσε σημαντική. Με τον σχηματισμό των σύγχρονων κρατών και τον σχηματισμό των νέων γεωπολιτικών παραγόντων, το Ιράν έμελλε να βρίσκεται σε μία θέση με άμεση επιρροή στο στερέωμα των πεπραγμένων της Ανατολής. Έτσι, από την υποστήριξη της Δύσης προς το Ισραήλ και κράτη όπως τη Σαουδική Αραβία, η Τεχεράνη είναι de facto εχθρός της Αμερικής και των συμμάχων της. Το πυρηνικό της πρόγραμμα έτσι, αποτελούσε και αποτελεί, σοβαρό κίνδυνο για τη διατάραξη του status quo και της σταθερότητας στην περιοχή και τον κόσμο. Για αυτό, μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, το 2015 οι παγκόσμιες δυνάμεις (Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ευρωπαϊκή Ένωση) οι ΗΠΑ και το Ιράν προχώρησαν στη γνωστή συμφωνία πυρηνικών του Ιράν, με επίσημο τίτλο Joint Comprehensive Plan of Action. Η συμφωνία μεταξύ άλλων προέβλεπε την παράδοση του 97% του εμπλουτισμένου ουρανίου, με το Ιράν να κρατά από 10.000, μόλις 300 χιλιόγραμμα. Ο εμπλουτισμός του υπάρχοντος ουρανίου από την άλλη, θα περιοριζόταν σε ένα μέγεθος της τάξεως του 3.67% , όταν για την κατασκευή πυρηνικού όπλου χρειάζεται εμπλουτισμός που αγγίζει το 90%. Τέλος, θα υπήρχε μείωση των φυγοκεντρητών στο ¼ των ήδη λειτουργικών. Οι επιθεωρήσεις και οι έλεγχοι της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, ήταν ίσως το πιο κρίσιμο μέρος της συμφωνίας. Οι ελεγκτές θα είχαν ολοκληρωτική σχεδόν ελευθερία με σκοπό την επαλήθευση τήρησης της συμφωνίας στο Ιράν.
Ποιο θα ήταν όμως το κέρδος του Ιράν; Σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται πως δίνει πολλά χωρίς να παίρνει τίποτα. Κι όμως, αυτό δεν είναι αλήθεια. Ως αντάλλαγμα, η διεθνής κοινότητα θα προχωρούσε σε μία σχεδόν ολική απόσυρση και κατάργηση των κυρώσεων κατά της Τεχεράνης που κατακερμάτιζαν την οικονομία της χώρας και εκμηδένιζαν κάθε τομέα (πολιτικό, στρατιωτικό, κοινωνικό). Η άρση διαφόρων εμπάργκο και οικονομικών επιβαρύνσεων και αποκλεισμών, θα έδινε τεράστια ανάσα στην ιρανική οικονομία, θέτοντας εκτός ορίου φτώχειας και εξαθλίωσης μία μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Έτσι, αν το Ιράν αποφάσιζε να παράξει ένα πυρηνικό όπλο, θα χρειαζόταν τουλάχιστον ένας χρόνος και εμείς, θα το γνωρίζαμε από την πρώτη στιγμή. Και, για του λόγου του αληθές, η αρχή της συμφωνίας κύλησε εκπληκτικά ομαλά. Το Ιράν συμβιβάστηκε και η Δύση άρχισε να αποσύρει κατά φάσεις τις κυρώσεις, ιδιαίτερα στον χώρο παραγωγής και εξαγωγής του ιρανικού πετρελαίου. Όλα έμοιαζαν για ένα διπλωματικό θαύμα, μία πραγματική επιτυχία προς έναν ασφαλέστερο και καλύτερο κόσμο. Όμως, οι Πολιτείες υπό την κυβέρνηση Τραμπ, αποχώρησαν από τη συμφωνία το 2018 και χτυπήθηκαν αρκετοί στόχοι του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης, όπως δολοφονίες επιστημόνων και βομβαρδισμοί εγκαταστάσεων. Η κυβέρνηση Τραμπ κατηγόρησε το Ιράν πως παραβίαζε μυστικά τη συμφωνία και αυτή δεν οδηγούσε πουθενά, παρά στην ενδυνάμωση του Ιράν. Η απάντηση του ιρανικού καθεστώτος ήταν αποφασιστική, με επανεκκίνηση του πυρηνικού προγράμματος και τον εμπλουτισμό του ουρανίου σε επίπεδα άνω του 68% . Άρχισε την κατασκευή περισσότερων εγκαταστάσεων για τον εμπλουτισμό του ουρανίου, ξεκίνησε την παραγωγή βαρύ ύδωρ και απόκλεισε τους επιτηρητές.
Υπό τη διοίκηση του δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν, υπήρξε η δέσμευση της επαναφοράς των συνομιλιών όμως από τον περασμένο Απρίλιο, τα πράγματα παραμένουν αόριστα. Έχουν υπάρξει τουλάχιστον οκτώ κύκλοι διαβουλεύσεων που δεν οδήγησαν κάπου και εξωτερικοί παράγοντες όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι εκλογές του Ισραήλ, του ίδιου του Ιράν και η πρόσφατη εσωτερική αναταραχή, θέτουν ακόμη περισσότερα εμπόδια για την επίτευξή της. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, τόνισε τη σημαντικότητα το Ιράν να μην αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Σε περίπτωση που συμβεί αυτό, ο βαθμός σταθερότητας θα εκμηδενιστεί σχεδόν στην περιοχή και τυχόν “απροσεξίες” μπορεί να οδηγήσουν σε απότομη κλιμάκωση και μη αναστρέψιμες επιπλοκές. Είναι ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση της παγκόσμιας ασφάλειας, η αποτροπή του Ιράν από το πρόγραμμα πυρηνικών. Προτεραιότητα είναι, αυτή η καθαρή μορφή ενέργειας να χρησιμοποιηθεί προς όφελος των ιρανών πολιτών στον τομέα της ενέργειας, της ιατρικής, της επιστήμης. Η Δύση θα χρειαστεί να κάνει βήματα πίσω, που δεν θα σηματοδοτούν την ήττα, αλλά την αμοιβαία υποχώρηση για μία συμφωνία που θα ωφελήσει και τις δύο πλευρές. Κλειδί για όλα αυτά, είναι ο απόλυτος έλεγχος από παγκόσμιους και ανεξάρτητους ελεγκτές, όπως προέβλεπε η αρχική συμφωνία, με σκοπό το Ιράν να είναι ανήμπορο να κλέψει και να δράσει υποχθόνια. Αν και, υπό τις πρόσφατες εξελίξεις στην ιρανική περιφέρεια, ένας συμβιβασμός θα είναι ακόμη δυσκολότερος. Η επίσημη θέση της ιρανικής ηγεσίας, είναι πως το Ισραήλ και η Αμερική είναι υπεύθυνοι για το κίνημα των δικαιωμάτων των γυναικών, στενεύοντας ακόμη περισσότερο τα περιθώρια διεξόδου στις συνομιλίες. Με τις εντάσεις να αυξάνονται σε κάθε γωνιά της υφηλίου, το όνειρο για ειρήνη και σταθερότητα μοιάζει μακρινό. Μία τελική επίτευξη της συμφωνίας των πυρηνικών του Ιράν, θα έφερνε ένα βήμα πιο κοντά το ίσως άπιαστο όνειρο. Όμως ο δρόμος ακόμη είναι μακρύς και δύσκολος. Τα μάτια του ελεύθερου και δημοκρατικού κόσμου, είναι πάνω στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και στην ελπίδα, πως μία συμφωνία, ίσως είναι εφικτή.
Συντάκτης: Δημήτρης Τάκος