Οι τελευταίες ημέρες του Ιουλίου ήταν ημέρες διπλωματικού “πυρετού” για την χώρα μας. Η επίσκεψη της Γερμανίδας Υπουργού Εξωτερικών, Αναλένας Μπέρμποκ, σε Ελλάδα και Τουρκία της έδωσε την ευκαιρία να συνομιλήσει για πληθώρα ζητημάτων με τους ομολόγους της. Ωστόσο, η ατμόσφαιρα στις δύο συναντήσεις ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη, με τις συζητήσεις στην Αθήνα να γίνονται σε φιλικό κλίμα και την συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη να χαρακτηρίζεται ως “επεισοδιακή”. Ταυτόχρονα, εξίσου σημαντική ήταν η συνάντηση του Έλληνα ΥΠΕΞ με την Γαλλίδα ομόλογο του στο Παρίσι.
Η πρώτη μέρα της Α. Μπέρμποκ στην Αθήνα αφιερώθηκε σε ξεναγήσεις στον “Χώρο Ιστορικής Μνήμης 1941-1944” στην οδό Κοραή και στο μνημείο του Ολοκαυτώματος. Όπως σημειώνει η γερμανική πρεσβεία σε ανάρτηση της, η διατήρηση της μνήμης είναι σημαντική για την Υπουργό, καθώς αποτελεί προϋπόθεση για το κοινό καλό μέλλον της ενωμένης Ευρώπης. Ακολούθως, επισκέφτηκε την δομή φιλοξενίας του Σχιστού, τα γραφεία της FRONTEX στον Πειραιά και την ΜΚΟ “Solidarity Now”. Η επόμενη ημέρα ήταν αφιερωμένη σε πολιτικές συναντήσεις, με την Υπουργό να συναντά για λίγα λεπτά τον Έλληνα Πρωθυπουργό στο Μέγαρο Μαξίμου. Οι δύο πολιτικοί συνομίλησαν για ζητήματα διεθνούς ενδιαφέροντος, όπως η ενεργειακή κρίση και ο Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, ενώ παράλληλα, ο Κ. Μητσοτάκης έθιξε το πρόβλημα της τουρκικής προκλητικότητας. Στην συνέχεια, η Υπουργός συνάντησε τον Έλληνα ομόλογό της, Νίκο Δένδια.
Σε κοινές τους δηλώσεις, ο Ν. Δένδιας επεσήμανε πως οι ελληνογερμανικές σχέσεις εκτείνονται σε ένα ευρύ ιστορικό φάσμα με φωτεινά, αλλά και προβληματικά σημεία, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Μάλιστα, κατά την διάρκεια της συνάντησης τους, δώρισε στην ομόλογό του το βιβλίο του Α. Ραδιόπουλου με τίτλο “Η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα”. Ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας ανέφερε χαρακτηριστικά πως εκτιμά την ανάληψη της ιστορικής ευθύνης από τις μετέπειτα γερμανικές γενιές, υπογραμμίζοντας, όμως, πως για την ελληνική κοινωνία και την κυβέρνηση το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων παραμένει ανοιχτό. Έπειτα, στο τραπέζι έπεσε και το ζήτημα των εξαγωγών γερμανικού πολεμικού υλικού στην Τουρκία και συγκεκριμένα των υποβρυχίων.
Ο Ν. Δένδιας επανέλαβε την ελληνική θέση, υποστηρίζοντας πως τα υποβρύχια αυτά είναι ικανά να αλλάξουν την ισορροπία δυνάμεων στην Αν. Μεσόγειο υπέρ μιας χώρας, που παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα γειτονικών της κρατών. Κλείνοντας τις δηλώσεις του, ο Υπουργός αναφέρθηκε στον Ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, υπογραμμίζοντας πως η Ελλάδα είναι υπέρ του σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας όλων των κρατών. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά «η θέση μας στην Ουκρανία δεν είναι μια ad hoc θέση, αλλά πηγάζει από τις αρχές μας. Το παράδειγμα του αναθεωρητισμού δεν μπορεί να πετύχει. Αν πετύχει, η Ελλάδα μπορεί να είναι το επόμενο θύμα μιας αντίληψης αναθεωρητισμού».
Με την σειρά της, η Γερμανίδα Υπουργός τοποθετήθηκε σε όσα προλόγισε ο κ. Δένδιας. Η Α. Μπέρμποκ αναφέρθηκε τόσο στην περίοδο της “κρίσης του Ευρώ”, όσο και της γερμανικής κατοχής λέγοντας πως ήταν εποχές που τραυμάτισαν τις ελληνογερμανικές σχέσεις. Όπως υπογράμμισε, η γερμανική πλευρά την περίοδο της κρίσης δεν διαχειρίστηκε αψεγάδιαστα την κατάσταση και τα προβλήματα που υπήρχαν. Συγχρόνως, επεσήμανε την επιθυμία της Γερμανίας να επουλώσει τα τραύματα που προκλήθηκαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να συζητήσει για επενδύσεις και προγράμματα στα χωριά που επλήγησαν κατά την διάρκεια της κατοχής. Σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, διεμήνυσε πως η ύπαρξη αμοιβαίου σεβασμού της κυριαρχίας είναι απαραίτητη, τονίζοντας μάλιστα πως η κυριαρχία των ελληνικών νησιών του Αιγαίου είναι αδιαμφισβήτητη. Η Υπουργός δεν παρέλειψε να μιλήσει και για ζητήματα που αφορούν την ευρύτερη περιοχή, όπως τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Εκ διαμέτρου αντίθετο ήταν το κλίμα στην επίσκεψη της Αναλένα Μπέρμποκ στην Κωνσταντινούπολη. Κατά την διάρκεια της κοινής συνέντευξης τύπου, ο τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, έδειξε την δυσαρέσκεια του για όσα είχε δηλώσει η Γερμανίδα ομόλογος του στην Αθήνα. Ο Μ. Τσαβούσογλου υποστήριξε πως είναι λάθος η Γερμανία να υποστηρίζει μια χώρα (βλ. Ελλάδα), η οποία παραβιάζει την συνθήκη της Λωζάνης και των Παρισίων. Παράλληλα, τόνισε πως η Γερμανία θα έπρεπε να διατηρήσει μια πιο ισορροπημένη στάση στα θέματα του Αιγαίου και της Αν. Μεσογείου. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, οι τρίτες χώρες δεν θα πρέπει να γίνονται εργαλεία της “ελληνικής και κυπριακής προπαγάνδας”. Η Γερμανίδα ομόλογος του κατέστησε σαφές πως η Γερμανία δεν είναι θύμα της “ελληνικής προπαγάνδας”, καταδικάζοντας ταυτόχρονα την όξυνση της έντασης στην Αν. Μεσόγειο. Η ΥΠΕΞ τόνισε, μάλιστα, πως “ως μέλος της ΕΕ και ως η μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης, η Γερμανία νοιάζεται για τα σύνορα της Ευρωπαϊκής ένωσης”. Το “τεταμένο” κλίμα συνεχίστηκε, με τους δυο Υπουργούς να έχουν διάσταση απόψεων για τις “προληπτικές επιθέσεις” της Τουρκίας στην Βόρεια Συρία, αλλά και για το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την υπόθεση του ακτιβιστή, Οσμάν Καβαλά.
Την ίδια στιγμή, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών επισκεπτόταν το Παρίσι για να συναντήσει την Γαλλίδα ομόλογο του, Κατρίν Κολονά. Στην συνάντηση, ο Ν. Δένδιας την ενημέρωσε για τα τεκταινόμενα και τις εξελίξεις την Αν. Μεσόγειο, εκφράζοντας ταυτόχρονα την ανησυχία του για την έξαρση της τουρκικής ρητορικής και για τις ενέργειες που αποσταθεροποιούν την ασφάλεια της περιοχής. Από την μεριά της, η Κ. Κολονά διεμήνυσε ότι η Γαλλία θα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή. Μάλιστα, υπενθύμισε πως η Γαλλία είναι “φίλη και σύμμαχος της Ελλάδας” και θα προσφέρει την αλληλεγγύη της ενάντια σε κάθε απειλή και κάθε προσπάθεια υπονόμευσης της ελληνικής κυριαρχίας. Συγχρόνως, οι δυο Υπουργοί εξύμνησαν την ελληνογαλλική συνεργασία, μνημονεύοντας τόσο την συμφωνία στρατηγικής σχέσης των δύο χωρών, όσο και την αλληλεγγύη και την βοήθεια που παρείχε η μια στην άλλη στις πυρκαγιές των καλοκαιριών.
Ο απόηχος αυτών των “καυτών” διπλωματικών ημερών φαίνεται να είναι άκρως θετικός για την χώρα μας και φέρνει άμεσες εξελίξεις στο ανατολικό κομμάτι της Μεσογείου. Η Γερμανία, βαθύτατα επηρεασμένη από την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αποφασίζει να αλλάξει πολιτική και να “προνοήσει” για το μέλλον. Αντίθετα με τις έως τώρα γερμανικές τακτικές, αφήνει πίσω τις πολιτικές των “ίσων αποστάσεων” και, πλέον, επιλέγει να μην αφήσει χώρους σε οποιαδήποτε αναθεωρητική και προκλητική ρητορική, ξεκαθαρίζοντας την θέση και τις προθέσεις της. Οι δηλώσεις της Α. Μπέρμποκ, σχετικά με την ελληνική εδαφική ακεραιότητα, αλλά και την ακεραιότητα των Ευρωπαϊκών Συνόρων, αποδεικνύουν στην πράξη την αλλαγή της γερμανικής τακτικής.
Βέβαια, σημαντικό ρόλο παίζει και ο παράγοντας της ενεργειακής κρίσης. Τα τελευταία δύο χρόνια, η χώρα μας έχει αναβαθμιστεί ενεργειακά τόσο με την δημιουργία σταθμών μεταφόρτωσης υγροποιημένου φυσικού αερίου, όσο και με την κατασκευή των νέων αγωγών που συνδέουν την Αλεξανδρούπολη με την Βουλγαρία. Την ίδια στιγμή, το Βερολίνο, χτυπημένο από τις ρωσικές κυρώσεις, στρέφεται προς άλλες ενεργειακές πηγές και ψάχνει για συμμαχίες στον Ευρωπαϊκό νότο. Από την άλλη πλευρά, η Κατρίν Κολονά υπενθύμισε την θέση που έχει υιοθετήσει η γαλλική κυβέρνηση εδώ και αρκετό καιρό. Η ελληνογαλλική συνεργασία στηρίζεται στην φιλία, αλλά και στις στρατηγικές και στρατιωτικές συμφωνίες μεταξύ των δύο χωρών.
Όπως φαίνεται, οι δύο μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, Γερμανία και Γαλλία, δεν σκοπεύουν να διακινδυνεύσουν την αρτιμέλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πόσο μάλλον όταν ξεκινά μια μεγάλη συζήτηση γύρω από την δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ενεργειακής συμμαχίας. Επομένως, είναι λογικό το Βερολίνο να αφήσει στην άκρη έναν περιφερειακό “παίκτη” και να ταχθεί δίπλα σε ένα μέλος της ΕΕ, στοχεύοντας στην ασφάλεια της Ένωσης, αλλά και της Αν. Μεσογείου. Η χώρα μας, ακολουθώντας την σταθερή πολιτική που εφαρμόζει στα διπλωματικά θέματα, μπορεί να εκμεταλλευτεί τις εξελίξεις αυτές, “κερδίζοντας” συμμάχους και διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην περιοχή.
Συντάκτης: Σάββας Ασικίδης