Στις αρχές του 2019 στο Χονγκ Κονγκ ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις με αφορμή την προτεινόμενη νομοθεσία που αφορούσε τους «φυγάδες παραβάτες και την αμοιβαία νομική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις». Το κίνημα που δημιουργήθηκε ζητούσε σημαντικές μεταρρυθμίσεις υπέρ της δημοκρατίας και οδήγησε σε ειρηνικές διαμαρτυρίες οι οποίες συνεχίστηκαν έως και το 2020. Οι διαμαρτυρίες αυτές σε πολλές περιπτώσεις καταστάλθηκαν βίαια από την αστυνομία προκαλώντας χιλιάδες συλλήψεις, τραυματισμούς μέχρι και θανάτους, υπό τις διαταγές του τότε επικεφαλής ασφαλείας Τζον Λι. Λίγα χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 2022 ο ίδιος άνθρωπος που κατέστειλε βίαια τις διαδηλώσεις εξελέγη ως ο επόμενος κυβερνήτης του Χονγκ Κονγκ, όντας ο πρώτος από τον χώρο της αστυνομίας που αναλαμβάνει αυτό το αξίωμα.
Η εκλογή του Λι έγινε μέσω του νέου εκλογικού συστήματος της χώρας που προσιδιάζει σε αυτό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, δηλαδή χωρίς λαϊκή ψηφοφορία και με την σύσταση ειδικής επιτροπής. Η επιτροπή απαρτιζόταν από 1461 άτομα τα οποία στην πλειοψηφία τους ήταν πολιτικοί που υποστηρίζουν το Πεκίνο, με μοναδικό υποψήφιο τον Τζον Λι, ο οποίος και υπερψηφίστηκε λαμβάνοντας 1416 θετικές ψήφους (97% αποδοχή). Οι εκλογές έγιναν υπό την παρουσία 7000 αστυνομικών που σκοπό είχαν την αποφυγή δημιουργίας επεισοδίων, ενώ το budget τους στοίχισε στο Πεκίνο 30 εκατομμύρια δολάρια.
Ο «διορισμός» του Λι ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας, για το Πεκίνο σημαίνει την επαναφορά της σταθερότητας στην πόλη και της ανάπτυξης της κοινωνίας και της βιομηχανίας μετά την εποχή της πανδημίας. Το Χονγκ Κονγκ που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν μία από τις πιο ελεύθερες περιοχές της Ασίας, φαίνεται να μπαίνει σε μία νέα εποχή άμεσου κινεζικού ελέγχου με κύριο μέλημα της Κίνας να είναι η εστίαση της στην διατήρηση της εθνικής ασφάλειας, θέλοντας να αποφύγει γεγονότα όπως αυτά του 2019.
Σε τοπικό επίπεδο, το ποσοστό αποδοχής του Λι στην ευρύτερη κοινωνία του Χονγκ Κονγκ μέχρι και την μέρα της εκλογής του δεν ξεπερνούσε το 37%, αριθμός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το 97% που έλαβε από την εκλογική επιτροπή. Όσον αφορά τον υπόλοιπο κόσμο, η διεθνής κοινότητα φαίνεται να κατακρίνει την εκλογή του νέου κυβερνήτη. Η ευρωπαϊκή ένωση μετά την εκλογή του Τζον Λι εξέφρασε τις ανησυχίες της. Στο δελτίο τύπου που εξέδωσε αναφέρει πως η εκλογή του νέου ηγέτη αποτελεί παραβίαση των δημοκρατικών αρχών και του πολιτικού πλουραλισμού, ενώ τόνισε πως η διαδικασία της εκλογής του είναι ακόμα ένα βήμα προς την κατάργηση της αρχής της «μίας χώρας δύο συστήματα». Οι χώρες της G7 εξέφρασαν επίσης την ανησυχία τους για την διάβρωση των πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων και για την αυτονομία του Χονγκ Κονγκ.
Ο Λι καλείται να αντιμετωπίσει μία σειρά από προκλήσεις με σημαντικότερη ίσως την αποκατάσταση του διεθνούς κύρους του Χονγκ Κονγκ και της ταυτότητας του ως ένα από τα σημαντικότερα «εμπορικά κέντρα» της Ασίας. Από τη μία η καταστολή των διαδηλώσεων του 2019 από τις κινεζικές δυνάμεις έχει προκαλέσει την αρνητική στάση πολλών ηγετών παγκοσμίως, με τις ΗΠΑ να έχουν απαγορεύσει την είσοδο του νέου ηγέτη στην χώρα τους. Η πολιτική μηδενικών κρουσμάτων (zero covid policy) στην οποία επιμένουν η Κίνα και το Χονγκ Κονγκ από την άλλη, οδηγεί όλο και περισσότερες πολυεθνικές και ξένες επιχειρήσεις να εγκαταλείψουν την περιοχή. Το μόνο σίγουρο είναι πως όσο το Χονγκ Κονγκ ακολουθεί την απομονωτική πολιτική της Κίνας δεν θα μπορέσει να αλλάξει το διεθνές στάτους του.
Άλλες προκλήσεις που περιμένουν τον νέο ηγέτη περιλαμβάνουν το χρόνιο πρόβλημα στέγασης και την αύξηση της ανισότητας που έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 45 χρόνων. Ένας στους 5 κατοίκους της πόλης ζεί κάτω από τα όρια της φτώχειας, με τις τιμές των ακινήτων να είναι τεράστιες, οδηγώντας πολλούς πολίτες που ανήκουν σε χαμηλότερες τάξεις σε πολύ κακές συνθήκες διαβίωσης. Μία ακόμη πρόκληση είναι η αύξηση της ανεργίας εξαιτίας του Covid και η μειωμένες εξαγωγές οι που αποτελούν μεγάλο κομμάτι της οικονομίας του Χονγκ Κονγκ. Τέλος, το ΑΕΠ της πόλης προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1.6 μονάδες, μένοντας πίσω σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της περιοχής.
Ο Τζον Λι, ο οποίος θα αναλάβει καθήκοντα τον Ιούλιο, θα κληθεί να ισορροπήσει τις επιθυμίες του Πεκίνου με τις ανησυχίες της διεθνής κοινότητας και ταυτόχρονα θα πρέπει να αποφύγει την πολιτική και κοινωνική αναταραχή που προκάλεσαν οι προκάτοχοι του. Πρόκειται για ένα δύσκολο έργο, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη την πολύ χαμηλή λαϊκή αποδοχή αλλά και τα γεγονότα των προηγούμενων χρόνων. Το μόνο σίγουρο είναι πως η επιτυχία του ή μη κατά την διάρκεια της θητείας του θα είναι καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της πόλης και των κατοίκων της.
Συντάκτης: Γιώργος Πρωτόπαπας