Λίγους μήνες μετά την νίκη του NLD (National League for Democracy) στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2020, με τον ισχυρισμό πως αυτές ήταν νοθευμένες ο στρατός ανέλαβε την εξουσία φυλακίζοντας μέλη της κυβέρνησης και λέγοντας πως θα διεξάγει νέες εκλογές τον Αύγουστο του 2023. Έτσι, η επανεγκαθίδρυση της στρατιωτικής δικτατορίας στην χώρα την 1η Φεβρουαρίου του 2021 έβαλε ένα απότομο τέλος στην προσπάθεια μετάβασης από μία στρατιωτική εξουσία σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, η οποία είχε ξεκινήσει το 2015 και ήταν αποτέλεσμα πολυετούς αγώνα. Μετά από 14 μήνες, ο Tatmadaw (στρατός της Μυανμάρ) έχει παραμείνει στην εξουσία και ελπίδες για ανατροπή του δεν διαφαίνονται στο άμεσο μέλλον.
Οι ειρηνικές διαδηλώσεις των πολιτών κατά του καθεστώτος σχεδόν έχουν εκλείψει αφήνοντας πίσω περισσότερους από 1700 νεκρούς πολίτες και 12.500 κρατουμένους σύμφωνα με δεδομένα του ΟΗΕ. Ακόμα, η στρατιωτική χούντα καταπατά συνεχώς τα ανθρώπινα δικαιώματα βομβαρδίζοντας περιοχές, βασανίζοντας και σκοτώνοντας ανθρώπους. Όπως αναφέρει ο ΟΗΕ στην πρώτη ολοκληρωμένη έκθεση του σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα τον Μάρτιο, οι καταχρήσεις αυτές σε βάρος των αμάχων μπορεί να ισοδυναμούν με εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Μετά τον Μάρτιο του 2021 όπου ο Tatmadaw άρχισε να καταστέλλει βίαια τις ειρηνικές διαδηλώσεις, τη θέση τους πήρε η βίαιη αντίσταση και ο ένοπλος αγώνας κατά του στρατού. Οργανωτές του ένοπλου αγώνα είναι οι PDFs (Λαϊκές Αμυντικές Δυνάμεις) οι οποίες συστάθηκαν από την εξόριστη κυβέρνηση της Μυανμάρ για την αντίσταση εναντίον του καθεστώτος. Σύμφωνα με την εξόριστη κυβέρνηση, οι PDFs απαρτίζονται από δεκάδες χιλιάδες μαχητές οι οποίοι παρά την έλλειψη εξοπλισμού, με αυτοσχέδια όπλα και μέσω του ανταρτοπολέμου έχουν σημειώσει σημαντικές νίκες κατά του καθεστώτος. Μέχρι τις αρχές του προηγούμενου μήνα ο Tatmadaw και η αστυνομία αριθμούσαν περισσότερους από 7000 θανάτους αποδεικνύοντας τις αιματηρές μάχες που σημειώνονται καθημερινά στην χώρα. Αν και η εξόριστη κυβέρνηση ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τις PDFs έχουν υπάρξει και αξιώσεις κατά των επαναστατών. Σύμφωνα με αυτές, εξαιτίας του χάους που επικρατεί στην χώρα ο επαναστατικός στρατός σε ορισμένες περιπτώσεις έχει επιλέξει να χτυπήσει στόχους που δεν ανήκουν στο στρατιωτικό καθεστώς, ενώ άλλοι εκμεταλλευόμενοι την σύγχυση που επικρατεί ενεργούν αυτόνομα για το δικό τους συμφέρον.
Όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης είναι φυσικό πως από την εγκαθίδρυση του καθεστώτος η λογοκρισία είναι έντονη με την ελευθερία του τύπου και των υπόλοιπων ΜΜΕ να είναι περιορισμένη. Τουλάχιστον 120 δημοσιογράφοι έχουν συλληφθεί από την αρχή της δικτατορίας ενώ τρείς έχουν σκοτωθεί από τον στρατό. H χούντα προσπαθεί να περιορίσει την πρόσβαση στο διαδίκτυο αποκλείοντας την είσοδο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επιβάλλοντας τεράστιες αυξήσεις στους λογαριασμούς του ίντερνετ, ενώ πηγές αναφέρουν πως σε ορισμένα σημεία της χώρας γίνεται έλεγχος μέχρι και των κινητών των πολιτών από τον στρατό για να δουν εάν αλληλεπιδρούν με πλατφόρμες που είναι ενάντιες στο καθεστώς. Ακόμα, με έναν νέο νόμο που προσπαθεί να περάσει η ο Tatmadaw, θα απαγορευτεί η χρήση του VPN και θα δοθεί στο καθεστώς η εξουσία να έχει πρόσβαση στα δεδομένα των χρηστών φυλακίζοντας όσους εναντιώνονται σε αυτό.
Η διεθνής κοινότητα από την αρχή της δικτατορίας μέχρι και σήμερα καταδικάζει το στρατιωτικό καθεστώς. Οι χώρες της ASEAN (Οργανισμός Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας) αν και αρχικά δεν καταδίκασαν από κοινού το πραξικόπημα με ορισμένες από αυτές να παραμένουν σιωπηλές (όπως και στην περίπτωση της εισβολής στην Ουκρανία), προέβησαν στην πρόταση «συναίνεσης πέντε σημείων» (five point consensus). Στόχος της πρότασης είναι η μεσολάβηση και η διευκόλυνση διαλόγου μεταξύ των πλευρών, μέχρι σήμερα όμως δεν έχει κάνει κάποια ουσιαστική πρόοδο. Οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Μεγάλη Βρετανία και οι υπόλοιπες χώρες της Δύσης έχουν καταδικάσει έμπρακτα το πραξικόπημα επιβάλλοντας κυρώσεις στο δικτατορικό καθεστώς και στηρίζοντας την εξόριστη κυβέρνηση. Στις 21 Φεβρουαρίου η Ε.Ε. προέβη στον 4ο γύρω κυρώσεων οι οποίες στοχεύουν στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο τα οποία αποτελούν σημαντική πηγή εσόδων για το καθεστώς. Ακόμα, μέσω χρηματοδοτήσεων τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και άλλες χώρες παρέχουν στους πολίτες τρόφιμα, φάρμακα, πόσιμο νερό και εκπαίδευση.
Από την πρώτη μέρα της εγκαθίδρυσης του καθεστώτος μέχρι και σήμερα ο λαός της Μυανμάρ μάχεται αδιάκοπα για την ανατροπή του στρατού και την εγκαθίδρυση της πολυπόθητης δημοκρατίας. Ωστόσο, παρά τις συνεχείς προβλέψεις ότι η νίκη είναι προ των πυλών και παρά τις θυσίες του λαού, έχει σημειωθεί μικρή πρόοδος προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη δυναμικής βοήθειας από την παγκόσμια κοινότητα η οποία δίνει βάση σε άλλα ζητήματα όπως η πανδημία και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Παρόλα αυτά, η Δύση δεν θα πρέπει να παραβλέπει την γεωπολιτική σημασία όσων συμβαίνουν στην Μυανμάρ καθώς η χώρα βρίσκεται ανάμεσα στην Ινδία και στην Κίνα, στην ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομικά περιοχή στον κόσμο. Οι κυβερνήσεις των δυτικών χωρών θα πρέπει να λάβουν αποφασιστικά μέτρα κατά της δικτατορίας και να παρέχουν έμπρακτη βοήθεια στους επαναστάτες και τον λαό της χώρας, καθώς είναι οι μόνες που έχουν την δυνατότητα να δώσουν άμεσο τέλος στην δικτατορία.
Συντάκτης: Γιώργος Πρωτόπαπας