Στα μαθηματικά της ζωής ο κάθε αριθμός απειλείται από τον επόμενο και επειδή οι άνθρωποι εμφανίζονται άπληστοι για να καλύψουν τις αλόγιστες ανάγκες τους, από το ένα περνούν στο 2 και από κει στο 3 και πάει λέγοντας. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουν άλλοτε να δώσουν βολικές λύσεις στα προβλήματά τους ή αντίθετα να δημιουργήσουν κράματα, επιφέροντας μία νέα ενδιαφέρουσα και σύνθετη πραγματικότητα. Η θεωρία αυτή δεν αντικατοπτρίζεται μόνο στις ανθρώπινες σχέσεις αλλά και στις επιστήμες ευρύτερα, οι οποίες συχνά ολοκληρώνονται με την σύμπλευση παρόμοιων ή αντιθετικών κλάδων.

Η πολιτική και η ψυχολογία για παράδειγμα, είναι δύο επιστήμες που αναντίλεκτα διασταυρώνονται από αρχαιοτάτων χρόνων έχοντας ως σημείο τομής τους τον κλάδο της πολιτικής ψυχολογίας. Η επιστήμη αυτή μελετά επί της ουσίας το ρόλο και τους μηχανισμούς του ψυχολογικού παράγοντα που συνδράμει στην διαμόρφωση πολιτικών φαινομένων. Επίκεντρο της προσοχής δεν αποτελεί αυτούσια η ψυχοσύνθεση του ηγέτη, αλλά κατά κόρον η επικείμενη σχέση του με τους υφισταμένους του. Αναμφίβολα η άσκηση πολιτικής είναι μία αμφίσημη και πολυπρισματική διαδικασία η οποία συχνά ακολουθείται από την τέχνη της σαγήνης. Η γοητεία αυτή στο λόγο επέρχεται μέσω της αφύπνισης συναισθημάτων των ακροατών. Για αυτό λοιπόν δεν θα μπορούσε να λείπει από τα μέσα πειθούς και η επίκληση στο συναίσθημα, γνωστή από την εποχή του αρχαίου φιλοσόφου Σωκράτη. Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμαστε στην εποχή των δημαγωγών ή αλλιώς λαοπλάνων, οι οποίοι εμπορεύονται το ωραιοποιημένο λεξιλόγιο, που χρησίμευσε ως δόλωμα για να αγκιστρώνονται οι πιθανοί ψηφοφόροι σε μία ατέρμονη εκλογική αγοραπωλησία. Για να γίνει όμως πλήρως κατανοητή η αντιστοιχία των δύο επιστημών στο σύγχρονο κόσμο του 21ου αιώνα, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη της αμφοτεροις γνωριμίας τους σε βάθος. Αναλυτικότερα, έννοιες όπως Διεθνείς Σχέσεις και εξωτερική πολιτική απασχολούν ιδιαίτερα στην κοινή γνώμη για αυτό κρίνεται σκόπιμη η αποσαφήνιση τους.

Η εξωτερική πολιτική λοιπόν, θα λέγαμε πως αποτελεί το σύνολο των επίσημων εξωτερικών αλληλεπιδράσεων  που αναπτύσσει ένας ανεξάρτητος δρων στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων. Ο δρων χαρακτηρίστηκε ανεξάρτητος διότι  εκτός των εθνικών κρατών, στο σύνολο των αποφάσεων και ενεργειών ώστε να επηρεάσουν το διεθνές περιβάλλον, συμπεριλαμβάνονται και διεθνείς οργανισμοί, μη κυβερνητικές οργανώσεις αλλά και υποκείμενα που δεν ανήκουν σε κάποια κρατική οντότητα. Η πολιτική από την άλλη θα λέγαμε ότι είναι το σύνολο αυτών των σχέσεων καθώς επιζητείται σε ένα βαθμό η συνοχή απέναντι στον έξω κόσμο. Ενώ η φράση έξω κόσμος υφίστανται διότι το διεθνές περιβάλλον είναι ακόμα άναρχο, αν και διέπεται από ορισμένους κανόνες Διεθνούς δικαίου, τους οποίους υπηρετούν διακρατικές κοινότητες και όχι μια ομογενοποιημένη οντότητα.

Όσον αφορά το θεωρητικό υπόβαθρο μελέτης των διεθνών σχέσεων, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι βρίσκονται υπό την ίδια στέγη με τις κοινωνικές επιστήμες. Καθώς και οι δύο για να αντιληφθούν καλύτερα τον κόσμο που τους περιβάλλει διατρέχουν στις συμπεριφορές και στις αποφάσεις των ανθρώπων όπως επίσης και το πως αυτοί αντιδρούν στο επικείμενο πλαίσιο. Από κοινού λοιπόν τα άτομα και ο τρόπος λήψης αποφάσεων τους είναι αυτοί που μονοπωλούν το ενδιαφέρον της μελέτης. Και αυτό διότι έχουν την τάση να λειτουργούν ορθολογικά, με αποτέλεσμα να δημιουργούν μονάδες ή ενιαίες συλλογικές και αυτοτελείς οντότητες που αντιστοιχίζονται με αυτή του κράτους. Η έννοια του κράτους θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί το βολικό υπερώνυμο που περικλείει στο εσωτερικό του την πληθώρα των παραγόντων που δύναται να μεταβάλλουν τα δεδομένα. Με άλλα λόγια θα μπορούσε να αποτελεί το Ευαγγέλιο για το υπόβαθρο μελέτης των Διεθνών Σχέσεων.

Όπως προαναφέρθηκε το κράτος είναι ένας μηχανισμός που ενσαρκώνει το μοντέλο ενός ορθολογικού δρώντος. Σύμφωνα με αυτό, τα κράτη  πρέπει να επιδεικνύουν ορθολογικές συμπεριφορές οι οποίες περικλείουν την πραγμάτωση συνειδητού υπολογισμού συλλογικών πλεονεκτημάτων με σαφή προσανατολισμό και όσο το δυνατόν αποδοτικότερες λύσεις σε ζητήματα που εποφθαλμιούν μιας στρατηγικής δυναμικής.  Ο Ορθολογισμός τώρα, που θεωρητικά διατρέχει τα άτομα αυτά είναι σχετικός διότι είναι συνυφασμένος με την έννοια της υποκειμενικότητας, η οποία διέπεται από ένα σύνολο άλλων παραγόντων που συνθέτουν μία πολύπλοκη πραγματικότητα και επηρεάζουν το τελικό στάδιο λήψης των αποφάσεων. Ένας από αυτούς τους παράγοντες είναι και τα συναισθήματα .

Είναι γεγονός, ότι τα συναισθήματα αποτελούν υποκατηγορία του αντικειμένου της ψυχολογίας. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι αρέσκονται μόνο σε αυτή την αρμοδιότητα. Είναι σε θέση να επιφέρουν σοβαρές επιπτώσεις στη λήψη αποφάσεων και δη της εξωτερικής πολιτικής μιας που ταυτίζονται άμεσα με το άτομο και την ψυχοσύνθεσή του. Το επισφράγισμα αυτού, είναι η κάτοψη του ψυχισμού που επιμελήθηκε ο Σίγκμουντ Φρόυντ, στις αρχές του 20ο αιώνα, και απεικονίζει τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου, το συνειδητό και το ασυνείδητο.

Οι εργασίες που διενεργούνται στο συνειδητό μέρος του, επεξεργάζονται από τις πέντε αισθήσεις πραγματώνοντας την διαδικασία αποκωδικοποίησης μηνυμάτων, τη συσσώρευση γνώσης και εμπειρίας, της μάθησης και της παρατήρησης του εξωτερικού περιβάλλοντος. Θα έλεγε κανείς πως το συνειδητό μέρος συμβάλλει στην λήψη ορθολογικών αποφάσεων. Από την άλλη, το υποσυνείδητο διαμορφώνει την αντίληψη του και αποκτά τη γνώση μέσω της διαίσθησης. Εξάλλου στο υποσυνείδητο δεν υπάρχει λογική. Εκεί είναι λοιπόν και το μέρος που  εδράζονται τα συναισθήματα και οι αναμνήσεις που σχετίζονται τόσο με την προσωπικότητα του ηγέτη όσο και με τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις του σε θέματα που εμπίπτουν είτε στη εθνική ασφάλεια είτε γενικότερα στη φύση της ισχύος .

Ένα άτομο όμως για να βρίσκεται σε αρμονική ισορροπία χρειάζεται να συμβουλεύεται και τα δύο μέρη, τα οποία βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση με τα νευρικά  συστήματα. Το πρώτο, αλληλεπιδρά με το λεγόμενο εγκεφαλονωτιαίο σύστημα, που σχετίζεται με τις πέντε αισθήσεις και αντίστοιχα το δεύτερο με το συμπαθητικό νευρικό σύστημα, το λεγόμενο κοιλιακό εγκέφαλο. Επί του πρακτέως, κάθε φορά που το συνειδητό σχηματίζει μία ιδέα το εγκεφαλονωτιαίο νευρικό σύστημα δονείται στέλνοντας ένα μήνυμα που πυροδοτεί αντίστοιχη δόνηση στον κοιλιακό εγκέφαλο.

Η πρόοδος της νευροεπιστήμης  κατάφερε να γεφυρώσει το έως τότε χάσμα ανάμεσα στην λογική και τα συναισθήματα, που θεωρητικά αποτελούσαν δύο παράλληλους πυρήνες χωρίς κάποιο σημείο τομής, και έκανε τους μελετητές της εξωτερικής πολιτικής πιο εύκαμπτους ως προς την  αποδοχή της πεποίθησης ότι η ορθολογική επιλογή είναι αποτέλεσμα μιας πολυσύνθετης διαδικασίας που διενεργείται ταυτόχρονα όχι μόνο από το συνειδητό μέρος που προάγει την λογική, αλλά και από το υποσυνείδητο. Καθώς, η τελική ιδέα που προέρχεται από το συνειδητό  αντανακλάται στο υποσυνείδητο, το οποίο έχοντας μία ξεκάθαρη, σαφή εικόνα της ιδέας ή της επιθυμίας που σχηματίστηκε, θα την εκλάβει ως κάτι το πραγματικό και θα αρχίσει να δρα με τρόπο που θα συμβάλλει στην υλοποίησή της.

Την θεωρία αυτή έρχονται να επιβεβαιώσουν πρόσωπα από το οικείο περιβάλλον της πολιτικής, όπως ο Χίτλερ και ο Στάλιν όπου αποτέλεσαν ιστορικό ορόσημο για την εξέλιξη αυτής της ιδεολογίας. Εφόσον οι προσωπικές τους πεποιθήσεις, το φιλόδοξο και ολοκληρωτικό όραμα τους όχι μόνο εισακούστηκε στην πολιτική σκηνή αλλά το αποτέλεσμα επήλθε και με νομιμοποιημένα μέσα. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν στο Εgo, δηλαδή στο ολοκληρωμένο άτομο, το συνειδητό και το ασυνείδητο παρουσιάζονται δυσανάλογα. Δηλαδή, είτε υπερτερεί το υποσυνείδητο, όπου σε αυτή την περίπτωση έχουμε ψυχικά διαταραγμένες μορφές, μιας που η επιθυμία έχει γίνει εμμονή (obsession) , είτε η ζυγαριά γέρνει προς το συνειδητό, όπου εδώ κυριαρχεί μια καταπίεση και αισθήματα άγχους, φόβου και αβεβαιότητας. Αυτό προκύπτει καθώς το συνειδητό έχει την τάση να βασίζεται σε πληροφορίες και ερεθίσματα που δέχεται από τα εξωτερικά φαινόμενα, που παρατηρεί μέσω των αισθήσεων και είναι λογικό να επηρεάζεται από αυτά εξάγοντας εσφαλμένα συμπεράσματα και πεποιθήσεις.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου που καλείται να πάρει μια “εξορθολογισμένη” απόφαση η οποία κατά βάση έχει ποτιστεί από το συνειδητό, δεδομένες της πίεσης και του αισθήματος ανασφάλειας, αποτελεί ο τριανταπεντάχρονος μεταλλουργός από το Bremerhaven. Ο συγκεκριμένος κύριος, έχει στο μυαλό του, την περίοδο του Άουσβιτς ότι όλοι οι Εβραίοι πρέπει να σκοτωθούν διότι ήταν υπαίτιοι για τον χαμό Γερμανίδων  και των παιδιών τους έπειτα από βομβαρδισμό της χώρας. Όταν είδε λοιπόν μία Εβραία, η οποία κρατούσε στο χέρι το παιδί της, να πέφτει στο χώμα από έναν συμπατριώτη του, αμέσως εκείνος σκότωσε το παιδί διότι του ήρθε στο μυαλό η δική του εμπειρία και συγκεκριμένα το ότι τα παιδιά δεν μπορούν να ζήσουν μακριά από τη μητέρα τους. Έτσι η δολοφονία αυτού του παιδιού υπό το πρίσμα αυτού του σκεπτικού έδρασε καταπραϋντικά στη συνείδησή του.

Ουσιαστικά μέσω αυτής της επιστήμης και της διαδικασίας της ψυχοβιογραφίας χαρτογραφείται το ψυχολογικό προφίλ ηγετών με σκοπό τόσο να κατανοήσει κάποιες ενέργειες τους όσο και να τις δικαιολογήσει. Ένας πολιτικός επιστημών εν ονόματι James David Barber υποστήριζε ότι ένας εκλεγμένος ηγέτης δεν πρέπει να ταυτίζεται με μία δυσλειτουργική προσωπικότητα. Βασισμένος σε αυτή την άποψη δημιούργησε ένα τετραπλό σχήμα κατηγοριοποίησης ηγετών με δύο άξονες έτσι ώστε να κωδικοποιήσει τις ενέργειες και τα κίνητρα πίσω από αυτές, ώστε να χαρτογραφήσει τους κατάλληλους ηγέτες. Σε παράλληλο τροχιά κινούνταν και η ψυχολόγος McDermott η οποία υπογραμμίζει πως τα  άτομα που δεν δύνανται να καταγράψουν συναισθηματική μνήμη εξαιτίας εγκεφαλικών κακώσεων δεν είναι σε θέση να λάβουν ορθολογικές αποφάσεις. Το γεγονός αυτό έρχεται να μας επιβεβαιώσει την κομβικότητα του συναισθήματος στην διαμόρφωση της πολιτικής.

Πολλοί έχουν προσπαθήσει να αποδώσουν τον ορισμό συναισθήματα και είναι γεγονός πως για κάθε κλάδο παρατηρείται και μία διαφορετική απόδοσή του. Oι  Paul R. και  Anne M. Kleinginna, το 1981, κατάφεραν να προσεγγίσουν τον ορισμό των συναισθημάτων που κουμπώνει ορθότερα με τον κλάδο της πολιτικής επιστήμης αλλά και συγκεντρώνει αρμονικά τα όσα ειπώθηκαν έως τώρα.

Οι αμερικανοί ψυχολόγοι λοιπόν, υποστηρίζουν πως : «Τα συναισθήματα είναι απόρροια ενός περίπλοκου συνόλου αλληλεπιδράσεων μεταξύ υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων που διαμεσολαβείται από νευρικά ορμονικά συστήματα τα οποία μπορούν να αναδείξουν συγκινησιακές εμπειρίες όπως αισθήματα αφύπνισης ευχαρίστησης/δυσαρέσκειας, να πράξουν γνωστικές διαδικασίες όπως συναισθηματικά αντιληπτικές επιδράσεις, εκτιμήσεις (appraisals), διαδικασίες τιτλοφόρησης (labeling) μπορούν να ενεργοποιήσουν φυσιολογικές προσαρμογές στις αφυπνιστικές συνθήκες και να οδηγήσουν σε συμπεριφορές που είναι συχνά -αλλά όχι πάντα- εκφραστικές, προσανατολισμένες στο στόχο».

Στις Διεθνείς Σχέσεις όπως και στις κοινωνικές επιστήμες δεν μπορεί να κριθεί τίποτα σωστό ή λάθος, ενώ κατ’ επέκταση δεν μπορούν να εξεταστούν τα ατυχήματα. Και αυτό διότι αφενός τα ατυχήματα είναι ακούσια, αφετέρου τα λάθη αναλύονται από αρμόδιους της εσωτερικής πολιτικής. Όλα είναι θέμα οπτικής γωνίας και συσχετίζονται με τα μέσα, το πεδίο εστίασης και τον χρόνο. Έτσι λοιπόν και η επίδραση των συναισθημάτων φέρνει άλλοτε θετικά αποτελέσματα και άλλοτε αρνητικά τα οποία διαφαίνονται σε βάθος χρόνου.

Τα συναισθήματα έχουν τη δυνατότητα να διευκολύνουν τα κίνητρα και τις επιθυμίες των ηγετών. Ένας ενεργητικός ηγέτης με θετικό πρόσημο, ο οποίος διακατέχεται από την αίσθηση του εμείς και γοητεύεται από την ισχύ η οποία του προσδίδει το αίσθημα της αυτοπεποίθησης ώστε να πάει μπροστά και όχι να καταχραστεί απλά την εξουσία, είναι πρόθυμος να μοχθήσει για τα ανθρώπινα ιδανικά. Αν καταφέρει παράλληλα να διατηρήσει το πνεύμα του ανοιχτό και διορατικό, τότε σίγουρα είναι πρόθυμος να αλλάξει την πορεία του και να ελιχθεί στις καταστάσεις χωρίς να περιορίζεται από άκαμπτες ιδεολογίες εφόσον το κίνητρο είναι η αίσθηση αναζήτησης πολιτικών και στρατηγικών που παράγουν καρποφόρα αποτελέσματα. Ένα τέτοιο παράδειγμα ηγέτη θα μπορούσε να θεωρηθεί ο Franklin D. Roosevelt μία από τις σημαντικότερες πολιτικές φιγούρες που σημάδεψε την ιστορία κατά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντίστοιχα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και τον παρεπόμενό του, Harry Truman, όταν ανέλαβε τα ηνία του Προέδρου της Αμερικής κατά την περίοδο του ψυχρού πολέμου.

Μία άλλη περίπτωση χαρτογράφησης προσωπικότητας και συναισθημάτων που θα μπορούσε να έχει αρνητικό πρόσημο αυτή τη φορά, θα ήταν ένας ηγέτης ο οποίος είτε κουβαλά τραυματικές εμπειρίες από το παρελθόν είτε έχει φορτισμένο το υποσυνείδητό του με ανεκπλήρωτα όνειρα και απωθημένα που μεταμφιέζονται, ή αλλιώς στην ψυχανάλυση, μεταθέτονται / μεταφράζονται μέσω αισθημάτων ανεπάρκειας. Τέτοια άτομα οδηγούνται στην αναζήτηση της εξουσίας έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τους το φόβο της ταπείνωσης και του αποκλεισμού για αυτό και πολλές φορές παρουσιάζονται άκαμπτοι στον τρόπο σκέψης και δράσης τους. Ενώ παράλληλα είναι πολύ δύσκολη η σύνδεση και κατ’ επέκταση η ενσυναίσθηση με τους υπόλοιπους. Δεδομένου του ότι δεν τους ενδιαφέρει η εύρεση μιας συμβατικής λύσης παρά μόνο η ανέλιξη και η διατήρηση της ισχύος τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα υποστηρίζετε εύκολα από τον Herbert Hoover ο οποίος υπήρξε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών το 1929-1933. Ο συγκεκριμένος διακατεχόταν από ποικίλα παιδικά τραύματα τον οποίο στιγμάτισαν και αυτό φαίνεται από την προεδρία του η οποία συγκυριακά συνέπεσε και με τη μεγάλη παγκόσμια οικονομική ύφεση.

Επιπροσθέτως κρίνεται σημαντικό να αναφερθεί και μια ιδιαίτερη  κατηγορία ανθρώπων που εισέρχεται στην πολιτική σκηνή χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες ως προς την εξουσία ή την άσκηση ελέγχου. Συχνά οι συγκεκριμένοι διακατέχονται από αισθήματα χρέους και ανάγκης υλοποίησης καθήκοντος, οπότε δεν αναμένεται να προκληθεί κακό στην πολιτική και δη στην διεθνή  σκακιέρα, καθώς έχουν υποανάπτυκτο το επίπεδο της δραστηριότητας σε αντίστοιχους τομείς. Αυτά τα άτομα μερικές φορές χρειάζεται κάποιο είδους ισχυρής συγκίνησης , κλονισμού της ψυχολογικής ισορροπίας, το οποίο θα τους ανατρέψει την κοσμοθεωρία και θα τους κάνει πιο ενεργητικούς όπως τον πρόεδρο Calvin Coolidge έπειτα από τον άτυχο χαμό του υιού του σε ηλικία 16 ετών από δηλητηρίαση αίματος.

Όσα προβλήματα δεν εποφθαλμιά να προκαλέσει η προηγούμενη κατηγορία ηγετών, άλλη τόση δύναται να επιφέρει η τελευταία περίπτωση ανθρώπων που και επρόκειτο να αναλυθεί ευθύς αμέσως. Τα άτομα αυτά κατακλύζονται από συναισθήματα πονηριάς και ιδιοτέλειας. Φαίνεται πως έχουν κλονισμένο Εgo πανομοιότυπο με εκείνο της δεύτερης υπο-περίπτωσης. Μόνο που στην προκειμένη κατηγορία τα άτομα εμφανίζονται συναισθηματικά ανασφαλή και εξαρτώμενα με υπέρμετρη ανάγκη για επιβεβαίωση, υποστήριξη και καθοδήγηση. Πολλές φορές δεν λαμβάνουν το χρέος και το καθήκον τους σοβαρά και είναι πρόθυμοι να παραβλέψουν και να καλύψουν οποιαδήποτε υπερβολή δική τους αλλά και των φίλων τους. Συχνά προσπαθούν να δείξουν κάτι στους υπόλοιπους το οποίο δεν πρεσβεύουν. Θα μπορούσε να πει κανείς πως αυτή η κατηγορία ηγετών ταυτίζεται με τυχόν πελατειακές σχέσεις που χαρακτηρίζουν τη χώρα μας. Όμως, η Ελλάδα δεν είναι μοναδική χώρα στην οποία περνοδιαβαίνουν τέτοιες μορφές. Χαρακτηριστική φιγούρα της σύγχρονης πολιτικής σκηνής θα μπορούσε να θεωρηθεί ο πρώην Πρόεδρος των Ηνωμένων Εθνών Donald Trump.

Εν κατακλείδι, μπορεί φαινομενικά οι δύο κλάδοι που μελετήθηκαν σήμερα σε πολλούς φαντάζουν ξένοι, χωρίς καμία συνοχή στο εσωτερικό τους, όμως η πραγματικότητα έρχεται να διαψεύσει αυτή τη φήμη, αφού οι δύο τους θα λέγαμε ότι επικοινωνούν ωσάν  συγκοινωνούντα δοχεία. Η λέξη κλειδί που παντρεύει τις δύο επιστήμες είναι ο άνθρωπος και συγκεκριμένα, ο μηχανισμός του μυαλού του, ο οποίος προσπαθεί να κάνει ορθολογικές επιλογές οι οποίες συμμορφώνονται με τα εκάστοτε κοινωνικά πρότυπα σε συγκεκριμένο χώρο-χρόνο. Υπάρχουν ποικίλα μοντέλα μελέτης και διαμόρφωσης ψυχολογικών προφίλ, τα οποία όμως αν με ρωτάτε δεν θα είχαν καμία αξία αν δεν έβρισκαν κάποιο αντίκρισμα στα πραγματικά τεκταινόμενα της παγκόσμιας πολιτικής και διεθνής σκηνής.

Συντάκτης: Πέννυ Ζωιτάκη