Το φαινόμενο της οπαδικής βίας δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο τόσο για τον ελληνικό, όσο και για τον παγκόσμιο αθλητισμό. Ένα φαινόμενο που άρχισε να εμφανίζεται με την ίδρυση των σύγχρονων σωματείων στις αρχές του 20ου αιώνα και φτάνει ακόμα και μέχρι σήμερα. Τα παραδείγματα χιλιάδες. Από τις πρώτες συγκρούσεις στην Αγγλία την δεκαετία του 1900 μέχρι και τα πρόσφατα επεισόδια μεταξύ οπαδών σε ποδοσφαιρικό αγώνα στο Μεξικό, η λίστα των θυμάτων ολοένα και μεγαλώνει. Τα κράτη, σε συνεργασία με υπερεθνικούς αθλητικούς θεσμούς, όπως η UEFA και η FIFA, προσπαθούν να αμβλύνουν το φαινόμενο, καταφέρνοντας, όμως, πρόσκαιρα ή τοπικά αποτελέσματα. Δυστυχώς, η χώρα μας δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τον γενικότερο κανόνα, με τα περιστατικά να γίνονται, σχεδόν μέρος της καθημερινότητας μας.
Έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από την νύχτα που σόκαρε τον αθλητισμό, αλλά και την ελληνική κοινωνία γενικότερα. Ένα νέο παιδί έχασε την ζωή του από συνομηλίκους του, επειδή απλά ήταν οπαδός μιας άλλης ομάδας. Οι αθλητικοί σύλλογοι εξέφρασαν την λύπη τους μέσα από ανακοινώσεις και από φόρους τιμής που απέδωσαν στον αδικοχαμένο Άλκη. Οι αθλητές μίλησαν κατά της βίας και προχώρησαν σε συμβολικές κινήσεις. Οι δημοσιογράφοι μας συγκίνησαν με τα άρθρα και τα λόγιας τους. Οι φίλαθλοι αφήνοντας ένα λουλούδι και ένα κασκόλ της ομάδας τους στο σημείο που ο Άλκης έχασε την ζωή του, έδειξαν πως ο αθλητισμός πρέπει να ενώνει. Και μετά; τι γίνεται μετά; Γίναμε άραγε σοφότεροι;
Αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα, μάλλον δεν γίναμε ούτε τώρα σοφότεροι. Και αυτό αποδεικνύεται στην χώρα μας εδώ και σχεδόν 4 δεκαετίες. Ο Άλκης δεν ήταν το πρώτο και, δυστυχώς όπως φαίνεται, δεν θα είναι το τελευταίο θύμα της τυφλής οπαδικής βίας. Από το μακρινό 1986, με τον Χαράλαμπο Μπλιώνα να αποτελεί τον πρώτο φίλαθλο που έχασε την ζωή του στα ελληνικά γήπεδα, μέχρι και σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία ουσιαστική διαφορά. Μπορεί το νομικό πλαίσιο και οι ποινές, θεωρητικά, να έγιναν αυστηρότερες. Μπορεί να εφαρμόστηκαν κάποια μέτρα εντός των γηπέδων για την πρόληψη των επεισοδίων. Ωστόσο, στις γειτονιές ο χουλιγκανισμός ακόμα αντέχει. Σχεδόν έναν μήνα μετά την δολοφονία του νεαρού φιλάθλου, τα οπαδικά επεισόδια συνεχίζονται σε ολόκληρη την επικράτεια, με τους θύτες και τα θύματα, να είναι, κυρίως, νεαρά παιδιά. Σχεδόν έναν μήνα μετά την δολοφονία συνεχίζουμε να βλέπουμε βίαιες εικόνες, ακόμα και σε γήπεδα ερασιτεχνικών ομάδων. Εικόνες που υπήρξαν στο παρελθόν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Η αθλητική βία υπάρχει και όσο και αν η κοινωνία “μουδιάζει” με κάθε ρανίδα αίματος που χάνεται, ταυτόχρονα, είναι και η ίδια που την προκαλεί. Οι ίδιοι που θλίβονται, είναι οι ίδιοι που προκαλούν το κακό. Μπορεί να μην είναι αυτοί που θα βγουν στους δρόμους τυφλωμένοι από το μίσος για να πολεμήσουν τον “εχθρό”, αλλά είναι αυτοί που θα οπλίσουν τα χέρια των δολοφόνων.
Όσο οι ίδιοι οι σύλλογοι δίνουν προσκλήσεις σε οργανωμένους “στρατιώτες” που είναι έτοιμοι να πολεμήσουν για την αγαπημένη τους ομάδα, στοχεύοντας στο να τρομοκρατήσουν κάθε “εχθρό”. Όσο οι ίδιοι οι παράγοντες στηρίζουν αυτούς τους “στρατιώτες”, παρέχοντας τους ασυλία και υπηρεσίες μεγαλοδικηγόρων, προκειμένου να πέσουν στα “μαλακά” και να μην υποστούν τις συνέπειες των πράξεων τους. Όσο οι ίδιοι οι αθλητές προσπαθούν να γίνουν “θρύλοι” και να ταυτιστούν με τους οπαδούς ενός συλλόγου μέσα από προκλητικούς πανηγυρισμούς και επιθέσεις σε αντίπαλους παίκτες. Όσο οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, προσδοκώντας να κερδίσουν την εύνοια συλλόγων και παραγόντων, προσπαθούν να στρέψουν την οργή και τον θυμό των οπαδών στους αντιπάλους τους, αλλά και στους διαιτητές. Όσο οι ίδιοι οι φίλαθλοι δεν δέχονται να μπει στην έδρα της ομάδας τους κάποιος φίλαθλος με φανέλα αντίπαλης ομάδας. Όσο ακούμε στα γήπεδα υβριστικά συνθήματα κατά ποδοσφαιριστών, διαιτητών και αξιωματούχων των ομάδων. Όσο τα “όσο” συνεχίσουν να υπάρχουν και να αυξάνονται, τόσο, λοιπόν, τέτοιες εικόνες θα γίνονται μέρος της καθημερινότητας μας. Πάντως, δεν θα ήταν σωστό να τους βάζουμε όλους στο ίδιο “καζάνι”. Όπως σε κάθε ιστορία υπάρχουν καλοί και κακοί χαρακτήρες, έτσι και σε αυτήν την ιστορία συμβαίνει το ίδιο. Υπάρχουν άνθρωποι που πραγματικά μάχονται για την εξάλειψη του φαινομένου. Υπάρχουν, όμως και ορισμένοι, που επιδιώκουν την συνέχιση του.
Σίγουρα, ένα άρθρο δεν είναι αρκετό για να περιγράψει όσα συμβαίνουν στον ελληνικό αθλητισμό. Και πόσο μάλλον στον παγκόσμιο αθλητισμό. Ας κρατήσουμε, όμως, τις δηλώσεις του τότε προπονητή της Λάρισας, Γιάτσεκ Γκμόχ, μετά τον θάνατο του Χαράλαμπου Μπλιώνα: “Είμαι πολύ στεναχωρημένος και πιστεύω πως αρχίζει αυτό που δεν θέλαμε. Ένας φίλαθλος της Λάρισας έχασε την ζωή του και δεν έφταιγε για τίποτα. Όλοι πρέπει να βάλουμε τις δυνάμεις μας, για να σταματήσουν αυτά τα περιστατικά στα γήπεδα. Το ποδόσφαιρο δεν χρειάζεται τέτοια γεγονότα”. Ο προπονητής είχε τονίσει κλείνοντας πως όλοι όσοι εμπλέκονται στο ποδόσφαιρο, είτε αυτοί είναι παράγοντες, είτε είναι φίλαθλοι, είτε αθλητές και ποδοσφαιριστές, θα πρέπει να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της αθλητικής βίας. Λόγια που ακούστηκαν το 1986. Λέξεις που ακούστηκαν πριν από 40,περίπου, χρόνια. Και το ερώτημα είναι το ίδιο: γίναμε άραγε σοφότεροι;
Συντάκτης: Σάββας Ασικίδης