“Αγαπητό μου 2022, για το νέο έτος θα ήθελα…”

Στα απόνερα του εορταστικού κλίματος, ο γράφων με αντίστοιχο ύφος και διάθεση θα επιχειρήσει να μαντέψει και να ερμηνεύσει τα new year’s resolutions των τριών μεγαλύτερων κομμάτων ή με άλλο κριτήριο τα τρία κόμματα με κυβερνητικά “χιλιόμετρα” ή με κυβερνητική προοπτική άμεσα ή έμμεσα. Στη τούρλα της πανδημίας και των επάλληλων κρίσεων, τα τρία κόμματα, με σειρά εκλογικής εμφάνισης/απήχησης εύχονται και (αυτό)δεσμεύονται ως εξής:

Αν μια κρίση γεννά ευκαιρίες ή αποτελεί εξ ολοκλήρου μια ευκαιρία, τότε η Νέα Δημοκρατίας ζει τα 2/3 της κυβερνητικής της θητείας το απόλυτο πολιτικό τζακ ποτ. Ο ευσεβής και ανομολόγητος πόθος της επανόρθωσης του ελληνικού αστισμού, δεν θα μπορούσε να βρει καταλληλότερο πολιτικό/κοινωνικό κλίμα. Η διαιρετική τομή της πανδημίας και των επίδικών της (εμβολιασμός κ.λ.π) που επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από την ισχνή κοινωνική συνοχή, μπολιάζεται επισταμένως με το άκρον άωτον του political correctness, το μοντέρνο όπλο του νεοσυντηρητισμού. Ταυτόχρονα περιβάλλεται ιδανικά η παραπάνω συνθήκη με την χρονίως υποδόρια κρίση εμπιστοσύνης, πολιτών-κράτους-πολιτικού συστήματος και γεννάται σχεδόν νομοτελειακά αλλά όχι τυχαία το new Greek Dream. Aν κάτι εύχεται η Νέα Δημοκρατία ως κόμμα (και μπλοκ) εξουσίας είναι ο κατάλληλος πολιτικός χρόνος, μια χαραμάδα νηνεμίας έστω και επιφανειακής στο καλεντάρι του 2022 ώστε να προκηρύξει εθνικές εκλογές που θα αφήσουν απερίσπαστη την προσπάθεια για επανατοποθέτηση του ελληνικού αφηγήματος. Εκλογές λοιπόν στο σωστό timing, με καθαρές διαχωριστικές/διαιρετικές γραμμές, περιχαράκωση, συσπείρωση ακροατηρίου με ταυτόχρονη απολιτικοποίηση έστω και ψευδεπίγραφη της πολιτικής ρητορικής.

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α για ακόμη μια χρονιά έζησε ως “εξαίρεση” φοβούμενος μη γίνει πολιτική “παρένθεση”. Ισορροπώντας στο εκκρεμές της “αποπασοκοποίησης – πασοκοποίησης” διέσχισε το μεγαλύτερο διάστημα του ως αντιπολίτευση σχετικά αλώβητος. Η αντιπολιτευτική του δραστηριότητα μάλλον πέρασε οριακά τη “βάση” ενώ το αυτομαστίγωμα για τις τρεις συναπτές εκλογικές ήττες του 2019 έχει ξεθωριάσει πλήρως. Η ομογενοποίηση του κόμματος βρίσκεται σε κάποιο συρτάρι στην Κουμουνδούρου μαζί με το προαναγγελθέν συνέδριο της συμπερίληψης. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α αν κάτι επιθυμεί μεσοπρόθεσμα, με αρχή το 2022, είναι να καβαλήσει εγκαίρως το κύμα “σοσιαλμανίας” ή τέλος πάντων σοσιαλδημοκρατίας που κατακλύζει κλιμακωτά τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας στο όνομα της αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας. Πιο μακροπρόθεσμα ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. εξακολουθεί να επιμένει να θέλει να γίνει ΠΑ.ΣΟ.Κ. χωρίς να “καταντήσει” ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Το κόμμα που μάλλον δικαιολογημένα επιθυμεί περισσότερο από κάθε άλλο άμεσα εθνικές εκλογές είναι οι “απέθαντοι” του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όπου ακολουθώντας τον κύκλος της ζωής, ένας θάνατος (βιολογικός στην προκειμένη περίπτωση) γέννησε την ελπίδα στο πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα. Αφήνοντας στην άκρη ως δευτερεύουσα τη ρεβανς του εκσυγχρονιστικού μπλόκ στο εσωτερικό του “πράσινου” σύμπαντος, αξίζει να σημειωθεί η βούληση της Χαριλάου Τρικούπη να ψαρέψει στα “θολά νερά” του πολιτικού κέντρου αναζητώντας εκεί το εφαλτήριο της “μεγάλης επιστροφής”. Πολλά θα κριθούν επ αυτού από την επιτυχημένη ανάκληση τόσο στελεχών που συστρατεύθηκαν με τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και ενός μέρους της παραδοσιακής εκλογικής βάσης που βρέθηκαν “ενοικιαστές” στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Ο κίνδυνος αυτής της γεμάτης αυτοπεποίθησης “ψαριάς” ίσως αποδειχθεί μεγαλύτερος μεσοπρόθεσμα από όποια πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη. Δανειζόμενος μια cult φράση από τους παροικούντες τον Περισσό, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. διατρέχει τον κίνδυνο να συνθλιβεί στις “μυλόπετρες” του δικομματισμού ΣΥ.ΡΙΖ.Α. -Ν.Δ. αλλά και του συνεχώς αποϊδεολογικοποιημένου τοπίου. Μέχρι τότε, ο Νίκος Ανδρουλάκης κραδαίνει τα κεντροαριστέρα του άμφια ενώπιων εχθρών και φίλων, ενώ το ορθόδοξο πασοκικό ποίμνιο ψάλλει το “Ὠσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος”.

Καμιά φορά, τα new year’s resolutions διαψεύδονται πριν ακόμα κοπεί η βασιλόπιτα σχολιάζει ο γράφων.

Συντάκτης: Γιάννης Μαρινάκης