Κατά την πάροδο των ετών, κάθε λαός, μέσα από τα βιώματα του, διαμορφώνει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία κληρονομεί στις επόμενες γενιές του. Το φάσμα των χαρακτηριστικών αυτών είναι αρκετά μεγάλο και μπορεί να καλύπτει τον χώρο των τεχνών, των γνώσεων και των καινοτομιών, των ηθών και των εθίμων. Το σύνολο, λοιπόν, αυτών των χαρακτηριστικών συμβάλει στην δημιουργία ενός πολιτισμού, ο οποίος μεταφέρει από γενιά σε γενιά γνώσεις, αλλά και αξίες.

  Κάποια από τα “οχήματα” που μεταφέρουν αυτές τις αξίες και γνώσεις είναι τα τραγούδια, οι μνήμες και οι γνώσεις των προγόνων, τα μνημεία και τα ιστορικά κείμενα. Σίγουρα μέσα στο κύμα του χρόνου, πολλά από αυτά τα οχήματα θα καταστραφούν, θα χαθούν ή ακόμα και θα παραμείνουν θαμμένα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των μνημείων και των αγαλμάτων. Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση που κάτι από αυτά έχει κλαπεί;

  Με αφορμή την ομιλία του Έλληνα πρωθυπουργού κατά τον εορτασμό της 75ης επετείου της UNESCO στο Παρίσι, φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο ένα ζήτημα που “καίει” εδώ και πολλές δεκαετίες τον Ελληνικό πολιτισμό. Το θέμα αυτό δεν είναι άλλο από τον επαναπατρισμό των αρχαιοελληνικών γλυπτών που βρίσκονται στο Βρετανικό μουσείο από το 1816. Το ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών φαίνεται να επανέρχεται σε μια εποχή που η Ελλάδα έχει δημιουργήσει πρόσφορο κλίμα συζήτησης και φιλίας στην διεθνή σκηνή με άλλες ευρωπαϊκές και μη χώρες.

  «Δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος μεταξύ των εθνών, αν δεν υπάρχει διάλογος μεταξύ των πολιτισμών, κάτι που προϋποθέτει σεβασμό για την ιστορία, την κληρονομιά και την ταυτότητα του κάθε έθνους» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέσα από την ομιλία του. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός δίνει συνέχεια στην συγκεκριμένη συζήτηση και μέσα από την συνέντευξη που παραχώρησε στην βρετανική “Telegraph” αναφέροντας χαρακτηριστικά πως η θέση της χώρας είναι ξεκάθαρη και ότι τα γλυπτά, τα οποία κλάπηκαν τον 19ο αιώνα, ανήκουν στο Μουσείο της Ακρόπολης.

  Την θέση του Έλληνα πρωθυπουργού φαίνεται να υποστηρίζει και ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος, Νίκος Δένδιας. Με ανάρτηση του στο twitter αναφέρει πως “η UNESCO στα 75 χρόνια της λειτουργίας της, με έμβλημα την πρόσοψη του Παρθενώνα, διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στην ενίσχυση του Πολιτισμού, της Εκπαίδευσης, των Επιστημών, της Επικοινωνίας και της Πληροφόρησης, σε ολόκληρο τον κόσμο. Σήμερα οφείλει να απαντήσει αποτελεσματικά στις νέες προκλήσεις, όπως τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα Μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και τα ιστορικά μνημεία εν γένει”.

  Τα μνημεία αυτά είναι δημιουργήματα μιας συγκεκριμένης κοινωνίας σε μια ορισμένη εποχή και εκφράζουν τις αξίες, τις αντιλήψεις, τα ιδεώδη και την αισθητική της εποχής αυτής. Τα οφέλη που μπορεί να αποκομίσει η χώρα μας από την επιστροφή αυτή είναι σχεδόν αυτονόητα. Η επανασύνδεση των γλυπτών του Παρθενώνα θα επαναφέρει οργανικά στοιχεία, που σήμερα παραμένουν χωρίς συνοχή. Έτσι, η ιστορικότητα και η ομογένεια του μνημείου θα επιτρέψει σε όλους τους επισκέπτες να το εκτιμήσουν καλύτερα ως σύνολο, και όχι ως “τεμάχιο”.   

  Έπειτα, καθημερινά, χιλιάδες τουρίστες επισκέπτονται το Βρετανικό μουσείο προκειμένου να δουν τα εκθέματα του από κοντά. Με την μεταφορά των αρχαιοελληνικών αγαλμάτων πίσω στην Αθήνα, το Μουσείο της Ακρόπολης μπορεί να αυξήσει τα έσοδα του, βοηθώντας το έτσι να συνεχίσει την εύρυθμη λειτουργία του, παρέχοντας στους επισκέπτες του την ευκαιρία να δουν και να νιώσουν την σπουδαιότητα των αρχαίων εκθεμάτων του.

  Αν η Μεγάλη Βρετανία και η παγκόσμια κοινότητα αποδεχτούν τα δίκαια αιτήματα της Ελλάδας, θα κλείσει μια πληγή σχεδόν διακοσίων ετών για τον ελληνικό, αλλά και ταυτόχρονα, παγκόσμιο πολιτισμό. Κλείνοντας ας κρατήσουμε τα λόγια της μεγάλης ηθοποιού, Μελίνας Μερκούρη: “Όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλαδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ”.

 

Συντάκτης: Ασικίδης Σάββας