Όσο κλισέ κι αν έχει καταλήξει στην δημόσια συζήτηση πλέον, η αναφορά στον Ρωσο-Ουκρανικό Πόλεμο, μπορούμε να πούμε με μεγάλη βεβαιότητα πως η εν λόγω σύρραξη – ή ακριβέστερα, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία- όχι μόνο κατάφερε με μεγάλη επιτυχία να αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον και την προσοχή γύρω από πληθώρα ζητημάτων που άπτονται των τομέων των διεθνών σχέσεων και της γεωπολιτικής, όπως είναι οι διακρατικές συγκρούσεις και τα “μεγάλα παιχνίδια” ισχύος και γεωπολιτικής, αλλά και να τα καταστήσει άξια διαμάχης μεταξύ ακαδημαϊκών, αναλυτών και άλλων ενδιαφερομένων. Κρίνεται σκόπιμο, λοιπόν, σε αυτό το πλαίσιο να επαναφέρουμε στο προσκήνιο την συμβολή του μεγάλου γεωγράφου Nicholas Spykman και να δούμε τα περιθώρια εφαρμογής της οπτικής του στη τρέχουσα γεωπολιτική πραγματικότητα.
Ο ολλανδικής καταγωγής Αμερικανός γεωγράφος Nicholas J. Spykman (1893-1943) υπήρξε ένας εκ των μειζόνων θεωρητικών της Αγγλοσαξωνικής Γεωπολιτικής Σχολής και, από κοινού με τον συνάδελφό του γεωγράφο, Halford Mackinder, θεμελιωτής του ερμηνευτικού υποδείγματος της Κλασικής Γεωπολιτικής για την Καρδιογαία (Heartland) και την ανασχετική χωρική ενότητα της Περιμέτρου (Rimland), το οποίο έμελλε να επηρεάσει θεμελιωδώς την αμερικανική εξωτερική πολιτική καθόλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ο Spykman επικεντρώθηκε κατά βάση στην ανάδειξη της καίριας διαχρονικής σημασίας της γεωγραφικής διάρθρωσης και της θέσης ενός κρατικού δρώντος, των γεωφυσικών και γενικότερων γεωγραφικών δεδομένων, κατά την προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τις διεθνείς εξελίξεις και την εξωτερική πολιτική των κρατών.
Στο άρθρο “Geography and Foreign Policy” που δημοσιεύθηκε το 1938, ο Αμερικανός θεωρητικός εντοπίζει έξι συνολικά παράγοντες, οι οποίοι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο κατά την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής από τους κρατικούς δρώντες: τη γεωγραφία, την πληθυσμιακή πυκνότητα, την οικονομική δομή της χώρας, την εθνοτική σύνθεση του πληθυσμού, την μορφή της διακυβέρνησης και τέλος, τα συμπλέγματα και τις προκαταλήψεις των υπουργών Εξωτερικών. Γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, πως συνδυάζονται βασικές παράμετροι των προσεγγίσεων των ∆ιεθνών Σχέσεων, οι οποίες την μεταπολεμική περίοδο θα ονομαστούν ως Ρεαλιστική και Φιλελεύθερη Σχολή ∆ιεθνών Σχέσεων, με αξιολογική προτεραιότητα της πρώτης.
Ο Spykman επισημαίνει ότι η πρωτεύουσα σημασία της γεωγραφίας προέρχεται από την αμεταβλητότητα της γεωφυσικής διαμόρφωσης της επιφάνειας της γης. Τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά των κρατικών δρώντων παραμένουν, όπως είναι λογικό, αμετάβλητα. Ως εκ τούτου, οι γεωστρατηγικές προτεραιότητες και οι απαιτήσεις των κρατικών δρώντων σε σχέση με τα γεωγραφικά δεδομένα θα παραμένουν επίσης σταθερές. Αποτέλεσμα είναι οι αμείωτες διακρατικές εντάσεις και ανταγωνισμοί. Η αντίληψη αυτή του Spykman προοιωνίζονταν πάλι τις μεταπολεμικές διατυπώσεις της Ρεαλιστικής Σχολής ∆ιεθνών Σχέσεων αναφορικά με τον χαρακτήρα και την εγγενή εντός του διεθνούς συστήματος εμφάνιση των διακρατικών ανταγωνισμών και συγκρούσεων. Ο Spykman, ωστόσο, αποφεύγει συνειδητά να παγιδευτεί σε κάποιου είδους γεωγραφικό ντετερμινισμό. Παρουσιάζει τα γεωγραφικά δεδομένα ως απλή προϋπόθεση και όχι ως καθοριστικό παράγοντα της ιστορικής εξέλιξης. Είναι ικανά να δημιουργούν δυνατότητες, σε καμία περίπτωση όμως δεν παράγουν προκαθορισμένα αποτελέσματα.
Η γεωπολιτική οπτική του Spykman στο άρθρο “Frontiers, Security, and International Organization” – το οποίο δημοσιεύεται λίγο μετά την καταστροφή των Αμερικανών στο Pearl Harbor και την επακόλουθη εμπλοκή τους στον Β’ Π.Π – έχει ξανά ευθεία σύνδεση με την ρεαλιστική παράδοση των ∆ιεθνών Σχέσεων, καθώς ο Αμερικανός θεωρητικός αποδέχεται την άναρχη φύση του διεθνούς συστήματος διακρατικής κατανομής ισχύος και ισορροπιών. Κατά τον Spykman, το διεθνές περιβάλλον αποτελεί ένα δυναμικό σύστημα συνεχών ανταγωνισμών ισχύος εξαιτίας της απουσίας εξωτερικών περιορισμών που θα ετίθεντο από μία υπέρτερη αρχή. Για τον ίδιο, το πρόβλημα ασφαλείας δεν είναι αμιγώς γεωγραφικό, αλλά ισόποσα και πολιτικό, καθώς προκύπτει από τις μεγάλες ανισότητες όσον αφορά την στρατιωτική ισχύ των κρατών, τα οποία συμβιώνουν σε μία διεθνή κοινότητα ελλείψει μίας διεθνούς κυβέρνησης.
Η μελέτη “America’s Strategy in World Politics” του 1942 αποτελεί αναμφισβήτητα την θεμελιώδη θεωρητική συμβολή του Spykman στην Κλασική Γεωπολιτική. Αξιοποιώντας ταυτόχρονα στοιχεία από προηγούμενα κείμενα, ο Spykman υποστηρίζει ότι η ισχύς ενός κρατικού δρώντος εξαρτάται από τα επιμέρους γεωφυσικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά της επικράτειάς του, όπως οι διαθέσιμες φυσικές πηγές, η γεωγραφική θέση και το ανάγλυφο ενός κράτους τόσο καθ’αυτά, αλλά και αυτά των άμεσων γειτόνων και των δυνητικών εχθρών. Αφορμόμενος από το ερμηνευτικό υπόδειγμα που εκθέτει ο Mackinder στο άρθρο “The Geographical Pivot of History”, δημιουργεί νέες χωρικές γεωπολιτικές ενότητες και επινοεί νέα ορολογία. Καταρχήν, εντοπίζει τη διεξαγωγή της μεγάλης σύγκρουσης για την παγκόσμια ισχύ στον Παλαιό Κόσμο, δηλαδή την μεγάλη ευρασιατική ήπειρο στον βορρά, με την Αφρική στα νοτιοδυτικά και την Αυστραλία στα νοτιοανατολικά. Η ευρασιατική χερσαία μάζα, η βόρεια ακτή της Αφρικής και η Αυστραλία πλέουν τρεις ομόκεντρες ζώνες και δημιουργούν στην παγκόσμια πολιτική σκηνή τις ακόλουθες γεωπολιτικές πραγματικότητες: την Καρδιογαία της βορείου ηπείρου, την περικυκλωτική ζώνη ανασχέσεως (encircling buffer zone), τις οριακές θάλασσες και τις ηπείρους της Αφρικής και της Αυστραλίας.
Ας αναλύσουμε, ωστόσο, έναν – έναν τους όρους για την πληρέστερη κατανόησή τους. Η ακτογραμμή της ευρασιατικής Καρδιογαίας αναπτύσσεται κατά μήκος του Αρκτικού Ωκεανού μεταξύ των βορείων οροσειρών της Νορβηγίας και των Όρων Αναντίρ στην χερσόνησο Χουκότσκι της Σιβηρίας. Η εδαφική περιοχή της εκτείνεται από τον Αρκτικό Ωκεανό έως μία περιβάλλουσα αλυσίδα ορέων, η οποία αρχίζει στην Ευρώπη με τα Καρπάθια και περιλαμβάνει τα Βαλκάνια και τα υψίπεδα της Ανατολίας, του Ιράν και του Αφγανιστάν στη Μέση Ανατολή. Ο Spykman διακρίνει επίσης μία περιμετρική θαλάσσια λεωφόρο (circumferential maritime highway), η οποία περιλαμβάνει την Βαλτική Θάλασσα και τη Βόρεια Θάλασσα, τις οριακές θάλασσες της Δυτικής Ευρώπης, μέσα από τη Μεσόγειο και την Ερυθρά Θάλασσα οδηγεί στον Ινδικό Ωκεανό και μέσω των θαλασσών της Ανατολικής Ασίας καταλήγει στην Θάλασσα του Οχότσκ, στο απώτατο ανατολικό τμήμα της Σιβηρίας. Η περικυκλωτική ζώνη ανασχέσεως συνιστά προκαταρκτικό σχήμα και πρωτογενή διατύπωση της χωρικής γεωπολιτικής ενότητας της Περιμέτρου (Rimland). Η περικυκλωτική ζώνη ανασχέσεως βρίσκεται μεταξύ της Καρδιογαίας και της περιμετρικής θαλάσσιας λεωφόρου. Τέλος, μεταξύ του κέντρου της ευρασιατικής χερσαίας μάζας και της περιμετρικής θαλάσσιας λεωφόρου υφίσταται μία ευρεία ομόκεντρη ζώνη ανασχέσεως, η οποία περιλαμβάνει την ∆υτική και την Κεντρική Ευρώπη, τις χώρες υψιπέδων της Μέσης Ανατολής, ήτοι την Τουρκία, το Ιράν και το Αφγανιστάν, το Θιβέτ, την Κίνα και την Ανατολική Σιβηρία, καθώς και τις τρεις χερσονήσους της Αραβίας, της Ινδίας και της Μιανμάρ-Ταϋλάνδης.
Ακολουθεί το εξίσου υψίστης σημασίας βιβλίο με τίτλο “The Geography of the Peace” (1944), το οποίο βέβαια αποτελεί μεταθανάτιο έκδοση σημειώσεων, πανεπιστημιακών παραδόσεων και χαρτών του Αμερικανού θεωρητικού αναφορικά με τη φύση του διεθνούς συστήματος. Ο Spykman εδώ μεταβάλλει την ορολογία επιμέρους χωρικών γεωπολιτικών ενοτήτων σε σχέση προς το αρχικό ερμηνευτικό υπόδειγμα του Mackinder, αλλά και προς τις δικές του διατυπώσεις στην προαναφερθείσα μελέτη. Ο Αμερικανός θεωρητικός μετατοπίζει την έμφαση της στρατηγικής προτεραιότητας από την κεντρική ηπειρωτική περιοχή, όπου αυτή είχε εντοπισθεί από τον Mackinder, στην εγγύτερη περιφέρεια του συστήματος, δηλαδή στις συνδεδεμένες εκτάσεις των θαλασσών και στις παράκτιες περιοχές και όχι στις χερσαίες εκτάσεις, όπως υποδεικνύει ο Mackinder.
Η Εσωτερική Ημισέληνος του θεωρητικού υποδείγματος του Mackinder χαρακτηρίζεται στο αναδιαμορφωμένο ερμηνευτικό σχήμα του Spykman ως Περίμετρος (Rimland). Η Περίμετρος ταυτίζεται στην πραγματικότητα με την περικυκλωτική ζώνη ανασχέσεως των αρχικών διατυπώσεων του Spykman. Η Περίμετρος αποτελείται από τις παράκτιες ευρασιατικές περιοχές, στις οποίες περιλαμβάνονται η παραθαλάσσια Ευρώπη, η Μέση Ανατολή, η Αραβική Χερσόνησος, η Ινδική Χερσόνησος, η Νοτιοανατολική Ασία και η Κίνα. Στην Περίμετρο αναπτύσσονται οι κρατικοί δρώντες, οι οποίοι μεν είναι ηπειρωτικοί, διαθέτουν δε άμεση πρόσβαση στην θάλασσα. Ως εκ τούτου, έχουν την δυνατότητα αποτελεσματικής προβολής τόσο χερσαίας, όσο και θαλάσσιας ισχύος. Οι δρώντες αυτοί χαρακτηρίζονται από τον Spykman ως αμφίβια κράτη. Στη Περίμετρο περιλαμβάνονται γεωγραφικές περιοχές με υψηλή πυκνότητα πληθυσμού, όπως είναι η Ευρώπη, η Ινδική Χερσόνησος και η Κίνα. Αυτές μάλιστα αποτελούν τις χωρικές κοιτίδες των σημαντικότερων πολιτισμών και των ισχυρότερων κρατικών δρώντων στο πέρασμα των χρόνων. Η Περίμετρος της ευρασιατικής χερσαίας μάζας βρίσκεται στη μέση μεταξύ της Καρδιογαίας και των περιφερειακών θαλασσών (marginal seas). Στις περιφερειακές θάλασσες αναπτύσσονται δύο γεωπολιτικές ενότητες, οι Υπεράκτιες Νήσοι (Offshore Islands), που περιλαμβάνουν τις Βρετανικές Νήσους και την Ιαπωνία, και οι Υπεράκτιες Ήπειροι (Offshore Continents), που περιλαμβάνουν την Αφρική και την Αυστραλία.
Σε επίπεδο γεωστρατηγικής προσεγγίσεως, ο Spykman θεωρεί ότι η Περίμετρος καθορίζει τον αποτελεσματικό πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο της υφηλίου. Οι περιοχές της Περιμέτρου λειτουργούν ως ζώνες ανασχέσεως της δυνάμεως, η οποία ελέγχει την Καρδιογαία και η οποία αποπειράται να αποκτήσει πρόσβαση κυριαρχικού ελέγχου στις περιφερειακές θάλασσες. Τα δημογραφικά δεδομένα, οι άφθονες πλουτοπαραγωγικές πηγές και οι λοιποί φυσικοί πόροι, καθώς και η ευχερής χρήση των υφισταμένων εσωτερικών θαλασσίων οδών είναι εκείνα που καθιστούν τις εν λόγω περιοχές ζωτικής σημασίας. Ο Spykman δεν δέχεται την καταλυτική σημασία που αποδίδει ο Mackinder στην Καρδιογαία και εμμένει στους εγγενείς περιορισμούς της στην δυνατότητα αγροτικής παραγωγής, στη συντήρηση επαρκούς ανθρώπινου δυναμικού και τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού δικτύου συγκοινωνιών και μεταφορών. Έτσι, ο Spykman κρίνει τελικώς τη ρήση του Mackinder “Όποιος ελέγχει την Ανατολική Ευρώπη, κυριαρχεί στην αξονική περιοχή· όποιος ελέγχει την αξονική περιοχή κυριαρχεί στην Πλανητική Νήσο και όποιος ελέγχει την Πλανητική Νήσο κυριαρχεί στον κόσμο” ως εσφαλμένη και προκρίνει αντ’ αυτού την εξής: «Όποιος ελέγχει την Περίμετρο κυριαρχεί στην Ευρασία και όποιος κυριαρχεί στην Ευρασία ελέγχει το πεπρωμένο της υφηλίου».
Εντούτοις και παρά το γεγονός ότι ο Spykman απέρριπτε διαρρήδην στο παρελθόν μία ντετερμινιστική λογική, ίσως πίσω από το εν λόγω ρητό να κρύβεται μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η θεωρία έχει δεχθεί και δέχεται ακόμη αξιοσημείωτη κριτική, επικεντρώνοντας βασικά στο γεγονός ότι παραβλέπει τις συγκρούσεις μεταξύ διαφορετικών κρατών, φερ’ ειπείν μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, και στο ότι είναι προκατειλημμένη προς τις Ασιατικές χώρες. Τώρα, όσον αφορά την εφαρμοστικότητα ή μη της θεωρίας της Περιμέτρου στα σύγχρονα γεωπολιτικά δεδομένα, οφείλουμε να σημειώσουμε πως οι απόψεις διίστανται. Είναι αλήθεια, πως η εν λόγω θεωρία συνέβαλε τα μέγιστα στη κατανόηση της δυναμικής του γεωπολιτικού ανταγωνισμού κατά τον 20ο αιώνα και άφησε δικαίως το στίγμα της στους ακαδημαϊκούς και μη κύκλους. Από την εποχή, όμως, του Spykman πολλά έχουν αλλάξει στους συσχετισμούς δυνάμεων, με κυριότερα την πτώση της ΕΣΣΔ και την άνοδο της Κίνας. Το διεθνές σύστημα, λοιπόν, τείνει να γίνεται πολυπολικό και πολυκεντρικό με την άνοδο περιφερειακών δρώντων. Τα άλματα τεχνολογικής προόδου στις επικοινωνίες και τις μεταφορές είναι κάτι που σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να προβλέψει και να συμπεριλάβει ο Spykman, τα οποία αναπόφευκτα θα λέγαμε ότι έχουν μεταβάλλει τη σημασία των γεωγραφικών παραγόντων, αν όχι μειώσει. Ακόμη, ο υψηλός βαθμός αλληλεξάρτησης λόγω της παγκοσμιοποίησης δεν μπορεί να παραληφθεί, ενώ η πάλαι ποτέ αδιαπραγμάτευτη βαρύτητα στον παραδοσιακό έλεγχο επί εδαφών έχει αμβλυνθεί εξαιτίας της έμφασης σε συντελεστές ήπιας ισχύος και ιδεολογικές – πολιτισμικές μεταβλητές. Εν τέλει, ο βαθμός της εφαρμοστικότητας ολόκληρης της θεωρητικής κληρονομιάς του Spykman και όχι μονάχα της θεωρίας της Περιμέτρου θα κριθεί από τον τρόπο ερμηνείας των παρόντων πραγματικοτήτων – εξελίξεων.
Συντάκτης: Σπυριδούλα Γιαννοπούλου
Πηγές:
-
American Geopolitical Society. (2011). Rimland Theory. Διαθέσιμο σε: https://americangeopoliticalsociety.com/rimland
-
Κωτούλας, I.E. (2011). Ιστορία της νεοελληνικής γεωπολιτικής. Εκδόσεις Λειμών
-
Meinig, D.W. (1956). Heartland and Rimland in Eurasian History. The Western Political Quarterly, Vol. 9, No.3
-
Mackinder, H. J., (1904). The Geographical Pivot of History. The Geographical Journal, Vol. 23, No.4
-
Spykman, N.J. (1942). America’s Strategy in World Politics. Harcourt, Brace and Company
-
Spykman, N.J. (1942). Frontiers, Security, and International Organization. Geographical Review, Vol. 32, No. 3
-
Spykman, N.J. (1938). Geography and Foreign Policy I. The American Political Science Review, Vol. 32, No. 1
-
Spykman, N.J. (1944). The Geography of Peace. Harcout, Brace and Company